Αναδημοσίευση με αφορμή τη σημερινή επέτειο (13/4/1990) ανάληψης ευθύνης της Σφαγής του Κατύν από την ΕΣΣΔ.
Η σφαγή στο Κατύν ήταν μια σειρά μαζικών εκτελέσεων Πολωνών υπηκόων που διεξήχθησαν τον Απρίλιο και τον Μάιο του 1940, έπειτα από διαταγή που εκδόθηκε στις 5 Μαρτίου 1940. Αν και οι δολοφονίες πραγματοποιήθηκαν σε αρκετές διαφορετικές τοποθεσίες, η σφαγή πήρε το όνομά της από το Δάσος του Κατύν, όπου ανακαλύφθηκαν για πρώτη φορά μερικοί από τους μαζικούς τάφους. Ο αριθμός των θυμάτων εκτιμάται σε περίπου 22.000. Η σφαγή εγκρίθηκε από το σοβιετικό πολιτμπίρο και τον ίδιο τον Στάλιν και εκτελέστηκε από την μυστική αστυνομία (NKVD). Στις μέρες μας όμως, υπάρχουν πολλοί που αμφισβητούν πως τα γεγονότα έλαβαν χώρα κατά αυτό το τρόπο.
Το θέμα της σφαγής των Πολωνών στο Κατύν είναι ιδιαίτερα σύνθετο και για να το κατανοήσουμε θα πρέπει να δούμε το γενικότερο ιστορικό πλαίσιο, τόσο πριν το περιστατικό όσο και μετά.
Πρελούδιο
Στις 11 Αυγούστου 1937, εκδίδεται η διαταγή No. 00485, με αντικείμενο τη πλήρη εξολόθρευση των Πολωνών που ζούσαν στα εδάφη της ΕΣΣΔ και υπογράφεται από τον τότε επικεφαλής της NKVD (Λαϊκό Κομισαριάτο Εσωτερικών Υποθέσεων), ΝΙκολάι Γέζοφ (προκάτοχος του Λαβρέντι Μπέρια). Επρόκειτο για την αρχή μιας μαζικής εκκαθάρισης που οδήγησε 111.091 Πολωνούς σε εκτέλεση με συνοπτικές διαδικασίες.
Στις 23 Αυγούστου 1939, υπεγράφη στη Μόσχα το γερμανικό-σοβιετικό σύμφωνο μη επιθετικότητας από τους υπουργούς Εξωτερικών φον Ριβμπέντροπ και Β. Μολότοφ. Το σύμφωνο περιγράφει τις σφαίρες ενδιαφέροντος μεταξύ των δύο δυνάμεων, όπως επιβεβαιώνεται από το συμπληρωματικό πρωτόκολλο της γερμανικής-σοβιετικής συμφωνίας για τα σύνορα που τροποποιήθηκε μετά την κοινή εισβολή στην Πολωνία. Παραμένει σε ισχύ για σχεδόν δύο χρόνια, έως ότου η γερμανική κυβέρνηση του Αδόλφου Χίτλερ τερμάτισε το σύμφωνο, ξεκινώντας επίθεση εναντίον της Σοβιετικής Ένωσης στην Ανατολική Πολωνία κατά τη διάρκεια της επιχείρησης Barbarossa στις 22 Ιουνίου 1941. Την εποχή της σφαγής (1940), το Κατύν βρισκόταν στον σοβιετικό τομέα της Πολωνίας.
Η κυβέρνηση της ναζιστικής Γερμανίας ανακοίνωσε την ανακάλυψη μαζικών τάφων στο Δάσος του Κατύν το 1943 και επιχείρησε να τη χρησιμοποιήσει προπαγανδιστικά για να προκαλέσει ρήξη μεταξύ των συμμάχων. Όταν η πολωνική εξόριστη κυβέρνηση με έδρα το Λονδίνο ζήτησε διερεύνηση από τη Διεθνή Επιτροπή του Ερυθρού Σταυρού, ο Στάλιν ακύρωσε αμέσως τις διπλωματικές σχέσεις μαζί της. Η ΕΣΣΔ ισχυρίστηκε ότι τα θύματα είχαν δολοφονηθεί από τους Ναζί το 1941 και συνέχισαν να αρνούνται την ευθύνη για τις σφαγές έως το 1989, όταν αναγνωρίστηκε επίσημα και καταδικάστηκε η διάπραξη των δολοφονιών από την NKVD, καθώς και την επακόλουθη κάλυψη από τις σοβιετικές κυβερνήσεις.
Γεγονότα, έγγραφα και μαρτυρίες
Η σφαγή προέκυψε έπειτα από τη πρόταση του αρχηγού της NKVD, Λαβρέντι Μπέρια, να εκτελέσει όλα τα αιχμάλωτα μέλη του πολωνικού σώματος αξιωματικών, με ημερομηνία 5 Μαρτίου 1940, που εγκρίθηκε από το Πολιτικό Γραφείο του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ένωσης, συμπεριλαμβανομένου του ηγέτη του, Ιωσήφ Στάλιν. Ο αριθμός των θυμάτων εκτιμάται σε περίπου 22.000.
Στις 5 Μαρτίου 1940, αποφασίζεται από τον Μπέρια και γνωστοποιείται στον Στάλιν (ο οποιος προσυπογράφει), η απόφαση για την εκτέλεση των Πολωνών κρατουμένων στα στρατόπεδα συγκέντρωσης Οστασκόφ, Σταρομπέλσκ και Κοζέλσκ. Μαζί με αιχμαλώτους πολέμου και από άλλα στρατόπεδα, οι εκτελέσεις έλαβαν χώρα στις αρχές Απριλίου με τέλη Μαΐου 1940.
Ανάμεσα στους εκτελεσθέντες, περιλαμβάνονται δυο στρατηγοί, ένας ναύαρχος, 24 συνταγματάρχες, 79 αντισυνταγματάρχες, 258 ταγματάρχες, 654 λοχαγοί, 17 πλοίαρχοι, 200 πιλότοι, 3.420 υπαξιωματικοί, 300 γιατροί, 20 ακαδημαϊκοί και εκατοντάδες δικηγόροι, δημοσιογράφοι, δάσκαλοι, συγγραφείς, κυβερνητικοί αξιωματούχοι κτλ.
Στις 11 Απριλίου 1943, οι ναζιστικές αρχές της Πολωνίας κάνουν τη πρώτη δημόσια αναφορά για τις σφαγές του Κατύν. Η ΕΣΣΔ με τη σειρά της, απέδωσε τις γερμανικές αναφορές σε προπαγάνδα και επέρριψε τις ευθύνες στους Ναζί και συνέχισε να αρνείται κάθε εμπλοκή μέχρι το 1989. Μετά τη ανακατάληψη του Σμολένσκ και του Κατύν από τους Σοβιετικούς το φθινόπωρο του 1943, η NKVD επιδόθηκε σε συστηματική προσπάθεια απόκρυψης των ιχνών της Σφαγής και απόδοσης της ευθύνης στους Ναζί.
Μια πρωτογενής πηγή της Σφαγής στο Κατύν, ήταν η μαρτυρία του Ντιμίτρι Τοκάρεφ, επικεφαλής του γραφείου της NKVD στο Καλίνιν. Σύμφωνα με όσα κατέθεσε το 1991, οι εκτελέσεις ξεκινούσαν το σούρουπο και τελείωναν την αυγή. Η πρώτη μεταγωγή κρατουμένων αφορούσε 390 άτομα και οι εκτελεστές δυσκολεύτηκαν να επιτελέσουν το έργο μέσα σε μια μόνο νύχτα. Οι επόμενες μεταγωγές δεν θα ξεπερνούσαν τα 250 άτομα. Οι εκτελέσεις γίνονταν με γερμανικά πιστόλια Walther, μικρού διαμετρήματος (0,25 ACP) που είχαν χορηγηθεί από τη Μόσχα, αλλά και σοβιετικά περίστροφα Nagant M1895. Οι γερμανικές σφαίρες που βρέθηκαν στις σωρούς των εκτελεσθέντων, ήταν το μεγαλύτερο αντεπιχείρημα των Σοβιετικών που συνέχισαν να αρνούνται τη Σφαγή έως το 1989 (αν και αναφορές για εγκλήματα του Στάλιν αρχίζουν ήδη να εμφανίζονται κατά τις πρώτες φάσεις της αποσταλινοποίησης από τον Νικίτα Κρουστόφ, συμπεριλαμβανομένης της εκτέλεσης, των βασανιστηρίων και της φυλάκισης πολλών πιστών μελών του κόμματος με ψευδείς κατηγορίες). Επιπλέον, η γερμανοσοβιετική συνεργασία σε στρατιωτικό επίπεδο, ανάγεται ήδη από το 1922 και τη Συνθήκη του Ραπάλλο και με διακυμάνσεις, κράτησε μέχρι το 1941, με ναζιστικό εξοπλισμό να φτάνει στα χέρια των Σοβιετικών.
Ο Τοκάρεφ μίλησε επίσης και για τη μεθοδολογία των εκτελέσεων. Ο προς εκτέλεση αιχμάλωτος καταγραφόταν και κατόπιν οδηγούταν σε δωμάτιο με υποτυπώδη μόνωση, όπου αναγκαζόταν να γονατίσει δεμένος πισθάγκωνα. Ο εκτελεστής θα χρησιμοποιούσε μια σφαίρα στη βάση του κρανίου ή το σβέρκο. Η σωρός έβγαινε από διαφορετική έξοδο και τοποθετούταν σε φορτηγά, ενώ ο επόμενος αιχμάλωτος εισερχόταν στο δωμάτιο εκτέλεσης. Ο πιο διάβόητος εκτελεστής της σφαγής, ήταν ο Βασίλι Μπλοκχιν, στον οποίο αποδόθηκαν 7.000 δολοφονίες αιχμαλώτων, που προέρχονταν από το στρατόπεδο Οστασκόφ.
Μια ακόμη πηγή που επιβεβαιώνει τη σοβιετική ευθύνη για τη Σφαγή του Κατύν, είναι το έγγραφο του επικεφαλής της KGB Αλεξάντερ Σελέπιν προς τον Νικίτα Κρουστόφ, με ημερομηνία 3 Μαρτίου 1959, όπου τον συμβουλεύει για τη καταστροφή των προσωπικών αρχείων 21,857 Πολωνών που εκτελέστηκαν στο Κατύν.
Όλα τα σοβιετικά έγγραφα σχετικά με τη Σφαγή του Κατύν που δόθηκαν στη δημοσιοτήτα από τη ρωσική κυβέρνηση το 2010 εδω.
Το 2012 έγινε γνωστό πως οι ΗΠΑ γνώριζαν από τη πρώτη στιγμή πως υπεύθυνοι για τη Σφαγή ήταν η ΕΣΣΔ, αλλά ο τότε Αμερικανός Πρόεδρος Φραγκλίνος Ρούσβελτ, απαίτησε να μην γνωστοποιηθούν οι σχετικές αναφορές για να μην διαταραχθούν οι σχέσεις με το Στάλιν. Επρόκειτο για 1.000 αποχαρακτηρισμένα έγγραφα. Η πρώτη αναφορά ήταν του αντιπλοιάρχου George Earle που απέδιδε καθαρά την ευθύνη στους Σοβιετικούς, η δημοσιοποιήση της οποίας απαγορεύτηκε από τον ίδιο το Ρούσβελτ. Η δεύτερη αναφορά που κατέληγε στο ίδιο συμπέρασμα, ήταν αυτή του συνταγματάρχη John H. Van Vliet και του λοχαγού Donald B. Stewart, που ως αιχμάλωτοι πολέμου από τους Γερμανούς, είχαν υποχρεωθεί (για λόγους προπαγάνδας) να μεταβούν στο Κατύν για να διαπιστώσουν ιδίοις όμμασι, τα σοβιετικά εγκλήματα. Σύμφωνα με τα έγγραφα που αποχαρακτηρίστηκαν το 2012, οι δυο αξιωματικοί ήταν σε θέση να στείλουν κωδικοποιημένα μηνύματα στους ανωτέρους τους, υποστηρίζοντας πως οι Σοβιετικοί και όχι οι Ναζί εκτέλεσαν το έγκλημα. Τα στοιχεία που επικαλέστηκαν για το συμπέρασμά τους ήταν τα εξής:
-Τα πτώματα ήταν σε εξαιρετικά προχωρημένη αποσύνθεση και δεν θα μπορούσαν να έχουν εκτελεστεί από τους Ναζί την εποχή που βρέθηκαν στη περιοχή
-Κανένα από τα ημερολόγια, έγγραφα, γράμματα, φωτογραφίες κτλ, δεν ήταν μετεγενέστερα της άνοιξης του 1940
-Οι στολές των νεκρών ήταν σε τέτοια κατάσταση που δε φαινόταν πως κρατήθηκαν αιχμάλωτοι για μεγάλο διάστημα πριν εκτελεστούν.
Η αναφορά των δυο αξιωματικών που υποβλήθηκε αμέσως μετά την απελευθέρωσή τους, φέρεται να καταστράφηκε από τους ανωτέρους τους, για να μην διαταραχθεί η συμμαχία με το Στάλιν προς το τέλος του πολέμου.
Ποια είναι η επίσημη ρωσική θέση σήμερα
Το 2010, η Ρωσική Δούμα καταδίκασε τη Σφαγή του Κατύν και απέδωσε την ευθύνη στον Στάλιν. «Έγγραφα που ήταν απόρρητα για πολλά χρόνια, όχι μόνο αποκάλυψαν το μέγεθος αυτής της τραγωδίας, αλλά έδειξαν πως το έγκλημα του Κατύν εκτελέστηκε υπό τις διαταγές του Στάλιν και άλλων Σοβιετικών αξιωματούχων«, αναφέρει χαρακτηριστικά το ψήφισμα.
Πρώτη δημοσίευση 5/3/2018