Πριν από 29 χρόνια, στις 25 προς 26 Δεκέμβρη 1991, η κόκκινη σημαία έπαψε να κυματίζει στο Κρεμλίνο μετά από 74 χρόνια.
Οι αναταραχές που ξεκίνησαν κυρίως στην Ανατολική Ευρώπη στις αρχές του 1989, επέσπευσαν τη διαδικασία διάλυσης του υπαρκτού σοσιαλισμού και σηματοδότησαν το τέλος του Ψυχρού Πολέμου.
Τα αίτια της πτώσης είναι πολλά και αλληλένδετα. Ήδη από τη δεκαετία του ’60, όποιες ψευδαισθήσεις περί παγκόσμιας Κομμουνιστικής ηγεμονίας είχαν εξαφανιστεί, με τη κατάρρευση των σινοσοβιετικών σχέσεων.’Από το 1975, η σοβιετική οικονομία εισέρχεται σε φάση τέλματος και η ΕΣΣΔ αρχίζει να αναζητά κεφάλαια στην Ευρώπη (πχ δάνεια από Δ. Γερμανία) και εφόδια (ακόμη και σιτηρά από τις ΗΠΑ), οδηγώντας σε βελτίωση των εμπορικών σχέσεων Ανατολής και Δύσης.
Η διαβίωση στην ΕΣΣΔ παρέμεινε σε χαμηλότερο επίπεδο από τη Δύση. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το γεγονός πως το 1980, μόλις το 9% των Σοβιετικών διέθεταν αυτοκίνητο. Η διαφθορά και η μη έγκαιρη πρόβλεψη και αντιμετώπιση προβλημάτων (γεγονός που σε μεγάλο βαθμό οφειλόταν σε ψευδείς αναφορές κρατικών αξιωματούχων), δεν επέτρεψε στους σχεδιαστές της οικονομικής πολιτικής της λήψη έγκαιρων και σωστών μέτρων. Τα προβλήματα και η δυσαρέσκεια ήταν εντονότερα στις Δημοκρατίες (πέραν της Ρωσίας) που απάρτιζαν τη Σοβιετική Ένωση.
Η σκληρή ρητορική των Κάρτερ και Ρήγκαν (ειδικά του τελευταίου), εναντίον της “αυτοκρατορίας του κακού,” οδήγησε σε αύξηση των εξοπλισμών από πλευράς ΗΠΑ. Αν και η ΕΣΣΔ δεν προέβη σε ανάλογη αύξηση, δεν μπόρεσε να τους μειώσει και να διαθέσει πόρους σε άλλους πιο κρίσιμους τομείς της οικονομίας. Παρόλα αυτά, οι ΗΠΑ δεν εμπόδισαν το εμπόριο και τη ροή δυτικών κεφαλαίων προς την ΕΣΣΔ, αν και κάτι τέτοιο είχε προταθεί.
Την ίδια εποχή, οι ΗΠΑ ενισχύουν σημαντικά τους μουτζαχεντιν στο Αφγανιστάν, οδηγώντας τη Σοβιετική Ένωση σε μια μακροχρόνια και πολυέξοδη μάχη, στην οποία ηττήθηκε.
Το 1985 ο Μιχαήλ Γκορμπατσόφ, επιχείρησε να προχωρήσει σε οικονομικές και πολιτικές μεταρρυθμίσεις. Η σοβιετική οικονομία βρισκόταν σε ύφεση μη μπορώντας να ανταποκριθεί στους ρόλους που είχε αναλάβει, στα πλαίσια του Ψυχρού Πολέμου και που μεταξύ άλλων περιλάμβαναν το ρόλο του τοποτηρητή σε κράτη με κομμουνιστικά καθεστώτα. Η περεστρόικα (αναδιάρθρωση) και η γκλάσνοστ (διαφάνεια), όριζαν μεταξύ άλλων: να εγκαταλειφθεί το “Δόγμα Μπρέζνιεφ“, που όριζε τη στρατιωτική επέμβαση των σοβιετικών δυνάμεων σε περίπτωση αποσταθεροποίησης του καθεστώτος μιας χώρας που ανήκει στη σφαίρα επιρροής της ΕΣΣΔ, και υιοθετήθηκε μια πολιτική που ενθάρρυνε αυτά τα καθεστώτα να αναζητήσουν τρόπους να ενισχύσουν τη δημοφιλία τους με ειρηνικά μέσα.
Τίποτα από τα ανωτέρω όμως δεν ήταν δυνατό να συγκρατήσουν το λαϊκό αίσθημα που απαιτούσε αλλαγές. Η απαρχή έγινε στη Πολωνία όπου το κόμμα της Αλληλεγγύης, με επικεφαλής τον Λεχ Βαλέσα, που αντιπροσώπευε εργατικά συνδικάτα, κατάφερε να διαπραγματευτεί αφενός την αναγνώρισή του ως νόμιμο κόμμα και αφετέρου το σχεδιασμό προκήρυξης ελεύθερων εκλογών, τις οποίες κατόπιν κέρδισε. Παρομοίως στην Ουγγαρία, ύστερα από συζητήσεις αποφασίστηκε η σύνταξη νέου συντάγματος που επέτρεπε τη λειτουργία πολλών κομμάτων. Ως τα μέσα του 1990 όλα τα κομμουνιστικά καθεστώτα της ανατολικής Ευρώπης είχαν αντικατασταθεί από άλλα, πιο φιλελεύθερα.
Η σύνοδος της Μάλτας που έλαβε χώρα στις 2 Δεκεμβρίου 1989, ανάμεσα στον Αμερικανό πρόεδρο Τζορτζ Μπους και τον ηγέτη της Σοβιετικής Ένωσης Μιχαήλ Γκορμπατσόφ, πραγματεύτηκε την μετά ΕΣΣΔ κατάσταση στην υφήλιο και θεωρείται η ημερομηνία λήξης του Ψυχρού Πολέμου. Θεωρείται επίσης και η σπουδαιότερη σύνοδος μετά το συνέδριο της Γιάλτας το 1945 όπου οι νικητές του 2ου ΠΠ, καθόρισαν τη σφαίρα επηρροής των κρατών τους στη μεταπολεμική Ευρώπη.
Μπορεί η μετάβαση να ήταν κατά κανόνα ειρηνική αλλά οι συνέπειες για τα κράτη της ανατολικής Ευρώπης κάθε άλλο παρά ευχάριστες μπορούν να θεωρηθούν. Στην ΕΣΣΔ, αναταραχές στις διάφορες δημοκρατίες που την αποτελούσαν, οδήγησαν στη διάλυσή της και στην εδραίωση 15 νέων κρατικών οντοτήτων. Το αίσθημα εθνικού αυτοπροσδιορισμού που σάρωσε την Ευρώπη οδήγησε και στη διάσπαση της Γιουγκοσλαβίας μετά από ένα πολύχρονο και αιματηρό εμφύλιο. Οι νέες δημοκρατίες συναντήσαν δυσκολίες στο να αποτινάξουν δεκαετίες σοβιετικού οικονομικού σχεδιασμού και να ενσωματωθούν στα δεδομένα του δυτικού καπιταλιστικού συστήματος. Αποτέλεσμα ήταν η ακόμη μεγαλύτερη πτώση του βιοτικού επιπέδου του λαού της Ρωσίας αλλά και των διαδόχων κρατών της ΕΣΣΔ και η εκτίναξη της παραοικονομίας.
Υπάρχουν πολλοί παράγοντες που οδήγησαν τελικά στη κατάρρευση της ΕΣΣΔ, μεταξύ των οποίων ο έλεγχος της οικονομίας από τη κεντρική εξουσία, έλλειψη οικονομικής σταθερότητας, προβλήματα διανομής αγαθών, έλλειψη κινήτρων ποιοτικής βελτίωσης λόγω έλλειψης ανταγωνισμού, υψηλή διαφθορά κτλ. Οι μεταρρυθμίσεις του Γκορμπατσόφ δεν είχαν καμία ελπίδα επιτυχίας απέναντι σε ένα σύστημα που μετρούσε 7 δεκαετίες ζωής και οι άνθρωποι που το στελέχωναν δεν είχαν καμία διάθεση για υποχωρήσεις. Το “κατεστημένο,” αποτελούμενο από σκληροπυρηνικά μέλη του ΚΚΣΕ, επιχείρησε στις 19 Αυγούστου 1991 να καταλάβει με τα όπλα την εξουσία, συλλαμβάνοντας τον Γκορμπατσόφ. Το πραξικόπημα άντεξε μόλις 3 ημέρες, με τον Μπόρις Γέλτσιν να αναδεικνύεται ως ο άνθρωπος του το απέτρεψε και παρά την επιστροφή του Γκορμπατσόφ στα καθήκοντά του, η ΕΣΣΔ είχε ουσιαστικά τελειώσει ως οντότητα.
Στις περισσότερες χώρες η μετάβαση ήταν ειρηνική και επήλθε μετά από τη λαϊκή απαίτηση για αλλαγή στο μονοκομματικό κατεστημένο και για παραχώρηση δημοκρατικών δικαιωμάτων. Εξαίρεση αποτελεί η Ρουμανία, όπου το καθεστώς ανατράπηκε βίαια με αποκορύφωμα την εκτέλεση του ζεύγους Τσαουσέσκου. Το μεγαλύτερο σύμβολο του κομμουνισμού, το τείχος του Βερολίνου, έπεσε τη νύχτα της 9ης Νοεμβρίου 1989 και η εικόνα μεταδόθηκε σε όλο το κόσμο μέσω των τηλεοράσεων και έδωσε το έναυσμα για την επανένωση των 2 Γερμανιών. Μεγάλες διαδηλώσεις σε χώρες όπως η Τσεχοσλοβακία, η Πολωνία, την Ουγγαρία, τη Βουλγαρία κτλ, οδήγησαν στη μετάβαση από το παλιό καθεστώς σε νέα πιο δημοκρατικά.
Ενώ το σοβιετικό μοντέλο κατάρρευσε, το κινεζικό, κατάφερε να ανταποκριθεί στις προκλήσεις της εποχής μέσα από σωστές οικονομικές προσαρμογές και μάλιστα ενδυναμώθηκε αποτελώντας σήμερα μια από τις ισχυρότερες οικονομίες του κόσμου.
Το παρόν άρθρο πρωτοδημοσιεύτηκε στις 17 Ιουλίου 2018.