Γυναίκες του Σουλίου αποκλείονται από ισχυρή τουρκοαλβανική δύναμη στην απόκρημνη περιοχή του Ζαλόγγου κατά την εκκένωση του οικισμού τους και αυτοκτονούν, πέφτοντας από την κορυφή του γκρεμού.
Ο Αλή πασάς Τεπελενλί των Ιωαννίνων προσπάθησε πολλές φορές να ελέγξει ή και να καταστρέψει το Σούλι, το συγκρότημα χωριών στις απόκρημνες κορυφές των βραχωδών ορέων της Κεντρικής Ηπείρου, αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Το Σούλι κατοικείτο από ικανούς στον πόλεμο και ολιγάρκεις κατοίκους και κατείχε θέση φύσει οχυρή πάνω σε βουνά γεμάτα από στενά περάσματα και χαράδρες, ιδανικές για ενέδρα. Η περιοχή όμως είχε ένα μειονέκτημα: τη δυσκολία ανεφοδιασμού.
Το 1802, ο Αλή εκμεταλλεύτηκε τη διαμάχη των οικογενειών των Τζαβελαίων και των Μποτσαραίων για την πρωτοκαθεδρία στο Σούλι, προσεγγίζοντας τον Κίτσο Μπότσαρη υποσχόμενος τη θέση του Φώτου Τζαβέλα. Αποτέλεσμα ήταν να φύγουν κι οι δυο χολωμένοι από το Σούλι αφήνοντάς το ακέφαλο την κρίσιμη ώρα. Καταλαμβάνοντας οι Τούρκοι και το χωριό Αβαρίκο, έκλεισαν τον κλοιό γύρω από τα χωριά, οπότε η πείνα ανάγκασε το Δεκέμβριο του 1803 τους Σουλιώτες σε διαπραγματεύσεις.
Η συμφωνία με τον Αλή ήταν να παραδοθούν, εγκαταλείποντας τις πατρογονικές εστίες τους, με όρο να μην τους πειράξει. Το Σούλι δεν έπρεπε να κατοικηθεί ποτέ ξανά για να μην αποτελέσει εστία αντίστασης κατά της εξουσίας του Αλή. Αρκετοί Σουλιώτες διάλεξαν τη φυγή χωρίς να θέσουν την τύχη τους στη διάθεση του Τεπελενλί. Άλλοι ακολούθησαν το γράμμα της συμφωνίας φεύγοντας με τα όπλα τους, υπό την επιτήρηση των στρατιωτών του Αλή. Μια μικρή ομάδα υπό τον καλόγερο Σαμουήλ κλείστηκε στο Κούγκι και ανατινάχτηκαν μαζί με τους Τούρκους διώκτες τους. Ο Αλή θεώρησε το γεγονός ως μέγιστη πράξη περιφρόνησης και χρησιμοποιώντας το ως πάτημα, διέταξε τους άνδρες του να επιτεθούν και να εξοντώσουν τους ειρηνικά πορευόμενους προς Πάργα και Ζάλογγο.
Η ομάδα προς Πάργα πολέμησε και κατόρθωσε με θυσίες να διασπάσει τον κλοιό και να φτάσει στην παραθαλάσσια πόλη, αλλά οι κάτοικοι της φοβούμενοι την οργή του Αλή δεν τους δέχτηκαν. Έτσι οι Σουλιώτες κατέφυγαν στην γειτονική Κέρκυρα.
Η ομάδα που κινούνταν προς το Ζάλογγο δέχτηκε κι αυτή ισχυρή πίεση και αποκλείστηκε πλήρως. Μια ομάδα υπό τον Κίτσο Τζαβέλα διέφυγε ανοίγοντας δρόμο πολεμώντας, αλλά οι περισσότεροι από τις 100 περίπου οικογένειες έπεσαν από τα τουρκικά και αλβανικά πυρά. Μια μικρότερη ομάδα, κυρίως γυναίκες, αναφέρεται πως κατέφυγε σε μια κορφή, όπου αποφάσισε να πέσει από τα βράχια παρά να υπομείνει τα βασανιστήρια και την ταπείνωση της αιχμαλωσίας. Κάποιες αφηγήσεις, χωρίς όμως τεκμηρίωση, είναι του Πρώσου διπλωμάτη στα Ιωάννινα Γιάκομπ Μπάρτολντι, που αναφέρεται στο γεγονός, χωρίς να μιλάει για “χορό” (που υποτίθεται έσυραν οι γυναίκες πέφτοντας στον γκρεμό), και του Σουλεϊμάν αγά, αξιωματικού του Αλή Πασά, που αφηγήθηκε τα γεγονότα στον εξισλαμισμένο Γάλλο στρατιωτικό στην αυλή του Αλή, Ιμπραήμ Μανσούρ Εφέντι.
Η τραγική είδηση της αυτοθυσίας των γυναικών, που πήραν μαζί και τα παιδιά τους (αναφέρονται από 22 έως 57 θύματα), έγινε γνωστή στους φιλελληνικούς κύκλους της Ευρώπης και προκάλεσε μεγάλη αίσθηση. Υπήρξε τελικά τέτοια θυσία στο Ζάλογγο ή ήταν ένας μύθος της εποχής με το σύνολο των θυμάτων να χάνονται από το σπαθί των Τούρκων κι Αλβανών; Πραγματικά δεν έχει πολύ σημασία. Όποια κι αν είναι η αλήθεια, η αντίσταση των Σουλιωτών αποτελεί φαινόμενο ανεξαρτησίας και ελεύθερου πνεύματος.