Ο Όθων ο Α΄ φτάνει στην χώρα μας, ως ο πρώτος βασιλιάς της σύγχρονης Ελλάδας. Αν και δεν ήταν επιλογή των επαναστατών για το πολιτειακό καθεστώς, η βρετανική πολιτική συνετέλεσε δραστήρια στην επιβολή του βασιλικού θεσμού. Η στήριξη της Βρετανίας στο ελληνικό ζήτημα ήταν καταλυτική και η απαίτηση το νέο ανεξάρτητο κράτος να γίνει μια νεαρή μοναρχία θεωρήθηκε αποδεκτός συμβιβασμός.
Οι λόγοι σύμφωνα με τα μέτρα της εποχής ήταν προφανείς: Αφενός ο βασιλικός θεσμός συντελούσε ώστε να αποτραπεί η δημιουργία ενός κράτους-ταραξία, ενός αποσπασμένου αβασίλευτου κομματιού της πρώην Οθωμανικής αυτοκρατορίας, που η ύπαρξή του θα ενθάρρυνε νέες αποσχιστικές τάσεις μεταξύ των ανήσυχων εθνοτήτων των παλιών αυτοκρατοριών (της Οθωμανικής, της Αυστριακής και της Ρωσικής). Αφετέρου το νέο πολίτευμα θα καθιέρωνε έναν «αρμοστή» που θα δρούσε σαφώς υπό την επιρροή των δυτικών Μεγάλων Δυνάμεων, καθώς ο Καποδίστριας στη σύντομη του διακυβέρνηση θεωρείτο ρωσικός δάκτυλος από τις άλλες ευρωπαϊκές αυλές, λόγω της μακράς θητείας του στην κορυφή της τσαρικής διπλωματίας.
Μεγάλη διαβούλευση υπήρξε σε ανώτατο επίπεδο για την επιλογή του «καταλληλότερου» υποψηφίου. Από τη στιγμή που υπήρχε ένας θρόνος αλλά τρεις προστάτιδες δυνάμεις, η εθνικότητα του βασιλιά όφειλε να είναι κάποιου ουδετέρου, χωρίς ευθεία εξάρτηση από τη βρετανική, γαλλική ή ρωσική αριστοκρατία.
Αρχικά επελέγει ο Λεοπόλδος του Σαξωνικού Κοβούργου-Ζάαλφελντ (Sachsen-Coburg-Saalfeld), με μεσιτεία και του ίδιου του Καποδίστρια, ο οποίος έπεισε το νέο πρίγκηπα να ασκήσει πιέσεις για πιο διευρυμένα σύνορα στο ελληνικό βασίλειο. Αυτό δεν έγινε αποδεκτό, κάτι που οδήγησε σε παραίτηση του (θα καταλάβει λίγο αργότερα το θρόνο του νέου κράτους του Βελγίου). Με τον Καποδίστρια νεκρό, η νέα διαβούλευση των προστατιδών Δυνάμεων κατέληξε στη λύση του δευτερότοκου πρίγκηπα του βασιλείου του Βαυαρίας, Όθωνα Φρειδερίκου-Λουδοβίκου του οίκου των Βίττελσμπαχ (Otto Friedrich Ludwig von Wittelsbach), μόλις 15 ετών τότε, που επελέγη για το θρόνο της Ελλάδος από το πρωτόκολλο του Λονδίνου του 1830 («πρωτόκολλο της ανεξαρτησίας»).
Ο Όθων, θα φτάσει με τη βρετανική φρεγάτα HMS Madagascar στο Ναύπλιο μαζί με πολυπληθή αντιπροσωπεία και άγημα 3.000 στρατιωτών. Η τριμελής αντιβασιλεία που θα τον υποκαθιστά τα πρώτα χρόνια (Άρμανσπεργκ, Μάουρερ, Χάιντεκ) θα θέσει τις βάσεις του νέου κράτους. Φορολογία, εκπαίδευση, νομικός κώδικας, στρατιωτική οργάνωση, εμπόριο, οικονομία και οργάνωση της διοίκησης θα δομηθούν στην επόμενη τριετία αποκλειστικά με βάση το βαυαρικό πρότυπο διακυβέρνησης της φωτισμένης δεσποτείας. Χωρίς όμως οποιαδήποτε φροντίδα για τις αρχές και προσδοκίες που είχαν οι Έλληνες διαφωτιστές και επαναστάτες και χωρίς σεβασμό για τις θυσίες και προσπάθειες που κατέβαλαν όλα τα προηγούμενα χρόνια πολεμιστές και άμαχοι απέναντι σε Τούρκους, Αλβανούς και Αιγυπτίους.
Για πολλούς, η άφιξη του Όθωνα ήταν μια μορφή προδοσίας. Έκπτωση από τον αρχικό σκοπό της επανάστασης του 1821, ζοφερή παρέκκλιση από τις αρχές της ελευθερίας και της ανεξαρτησίας για τις οποίες πολέμησαν, μάτωσαν και θρήνησαν.
Κι αν οι αγράμματοι γεωργοκτηνοτρόφοι και αλιείς είχαν ξεχάσει από καιρό αυτήν την αλήθεια, οι μορφωμένοι Έλληνες Διαφωτιστές προσπάθησαν επί τρεις και πλέον δεκαετίες πριν το 1821 να τους το υπενθυμίσουν, με τραγούδια, περιοδικά, εφημερίδες της διασποράς, διακηρύξεις και άλλους δημιουργικούς τρόπους από τον άμβωνα μέχρι το απάτητο βουνό. Όμως, η ιστορία ρέει και δεν στέκεται.
Τα πράγματα όμως από το 1821 μέχρι το 1833 είχαν αλλάξει πολύ. Η Επανάσταση δεν ήταν τελικά ο πανοθωμανικός ξεσηκωμός που πολλοί οραματίστηκαν και προετοίμασαν. Ούτε καν οι Βλάχοι του Βλαδιμηρέσκου δεν τάχθηκαν τελικά στο πλευρό των Ελλήνων κατά του κοινού δυνάστη. Η επανάσταση απέτυχε στην Μικρά Ασία, στην Κωνσταντινούπολη, στη Θράκη, στη Θεσσαλία και στη Μακεδονία και Ήπειρο ακόμα, περιοριζόμενη τελικά στη Ρούμελη, στο Μωριά και σε λίγα νησιά. Στο πλευρό των Οθωμανών με τις ατελειώτες εφεδρείες προστέθηκαν και οι Αιγύπτιοι του Χεδίβη, με στρατό γυμνασμένο και με καλό οπλισμό κι ακόμα καλύτερη ηγεσία, ενώ οι Έλληνες είχαν να πολεμήσουν κι έναν άλλον εχθρό, τη διχόνοιά τους.
Αν δεν ήταν ο ξένος παράγοντας (και λίγη τύχη) με τους στόλους Βρετανίας, Γαλλίας και Ρωσίας στο Ναυαρίνο και το ρωσικό στρατό στην Αδριανούπολη, η επανάσταση μάλλον θα είχε σβήσει. Όμως η ξένη βοήθεια δεν έρχεται ποτέ άνευ όρων. Ο όρος στη μεταναπολεόντεια Ευρώπη ήταν η δεσποτεία. Στη συνείδηση των Ευρωπαίων της περιόδου, επαναστάσεις σαν τη γαλλική οδηγούν σε χάος, αναρχία, και γκιλοτίνες κι αν ξεφύγουν κι από εκεί, ανέρχεται ένας «Ναπολέων» που επί 18 χρόνια σάρωσε σχεδόν τα πάντα από το Λονδίνο μέχρι τη Μόσχα.
Η Ελλάς, με όλο το δίκαιο και το ρομαντικό πάθος του Φιλελληνισμού που συγκέντρωσε, δεν θα κατόρθωνε ποτέ να γίνει ελεύθερη και είτε “θα αφίετο εις τα χτυπήματα των Οθωμανών”, όπως την ήθελε ο καγκελάριος Μέττερνιχ της Αυστρίας, είτε θα κέρδιζε μια περιορισμένη αυτονομία, όπως η Μολδαβία και η Βλαχία. Ασθενικά πριγκηπάτα που παρέμειναν σε αυτό το στάδιο επί 100 και πλέον χρόνια και αυτό μόνο επειδή ήταν η λεωφόρος εισβολής των Ρώσων προς την Κωνσταντινούπολη.
Η ανεξαρτησία μετά από όλα αυτά ήταν «δώρο» ανέλπιστο που υπό φυσιολογικές συνθήκες δεν θα είχαμε ποτέ. Η δημιουργία ενός βασιλείου και η τοποθέτηση ενός βασιλιά ήταν το τίμημα για να μην επιστρέψουν οι Έλληνες στο προηγούμενο καθεστώς.