Υπογράφεται στις 31 Μαρτίου του 1854 η Συνθήκη της Καναγκάβα, με την οποία η Ιαπωνία συμφωνεί (δηλαδή, αναγκάζεται) να ανοίξει τους λιμένες της στον έξω κόσμο.
Απομονωμένη από δική της θέληση, σε ένα μεσαιωνικό φεουδαρχικό σύστημα, η Ιαπωνία αρνείτο για αιώνες να ανοίξει τα σύνορά της σε οτιδήποτε ξένο, να ακολουθήσει τις εξελίξεις στην τεχνολογία και στις δυτικές ιδέες όσο και να εξάγει τα προϊόντα της.
Έτσι, όταν τον Ιούλιο του 1853, ο πλοίαρχος Μάθιου Πέρρυ του Αμερικανικού Ναυτικού εισήλθε με έναν στολίσκο 4 πλοίων στο λιμάνι του Έντο και άνοιξε πυρ απειλώντας να ισοπεδώσει την πόλη, αν το Σογκουνάτο δεν άνοιγε τα λιμάνια στο αμερικανικό εμπόριο, οι Ιάπωνες δεν είχαν να αντιπαρατάξουν παρά ξίφη, δόρατα, μερικά αντίγραφα πορτογαλικών αρκεβουζίων και αυτοσχέδια ξύλινα ολμοβόλα με φτωχές επιδόσεις.
Ξεκινά, λοιπόν, με μια πράξη ταπείνωσης, η νέα εποχή για την Ιαπωνία, που θα χρειαστεί να αφήσει το παρελθόν της πίσω και να τρέξει να προλάβει 6 αιώνες δυτικής εξέλιξης. Μια τραγική ειρωνία της ιστορίας, για το τι επακολούθησε λιγότερο από έναν αιώνα αργότερα, είναι πως ο υπεύθυνος της αφύπνισης της Ιαπωνίας από τον λήθαργό της ήταν οι ίδιες οι ΗΠΑ. Τι προέβλεπε το πρώτο άρθρο της Συνθήκης με τις ΗΠΑ:
“Απόλυτη, διαρκής και καθολική ειρήνη και ειλικρινής και εγκάρδια φιλία θα υφίστανται μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, αφενός και της αυτοκρατορίας της Ιαπωνίας, αφετέρου και μεταξύ των λαών τους, αντιστοίχως, χωρίς εξαίρεση ανθρώπων ή περιοχών”.