Λαμβάνει χώρα η πρώτη ναυτική σύγκρουση του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, η ναυμαχία του κόλπου της Ελιγολάνδης (Helgoland). H Μεγάλη Βρετανία και η Γερμανία είχαν τους ισχυρότερους στόλους την περίοδο αυτή, αλλά ποτέ δεν είχαν έρθει σε απευθείας αντιπαράθεση. Με την έναρξη του πολέμου ο βρετανικός στόλος έπλεξε ένα δίκτυο ναρκοπεδίων ανοιχτά των γερμανο-δανικών ακτών και ο γερμανικός στόλος αρκείτο σε περιπολίες και τακτική εκκαθάρισή τους.
Σε αυτό το σκηνικό εμπλέκεται και το μικρό νησί της Ελιγολάνδης (Helgoland), ακατοίκητο αρχικά, με απότομους γκρεμούς γύρω του, έξω από τις ακτές της Δανίας και της Γερμανίας στην έξοδο προς τη Βόρειο Θάλασσα. Στα μέσα του 19ου αιώνα, έγινε ξαφνικά δημοφιλές, όχι μόνο για το ιδιαίτερο μικροκλίμα του, που το μετέτρεψε σε κοντινό τουριστικό προορισμό αλλά και για τη θέση του, στην έξοδο των στρατηγικών λιμένων Βιλελμσχάφεν και Μπρεμερχάφεν. Όποιο γερμανικό πλοίο ήθελε να κατευθυνθεί προς την Βρετανία, θα περνούσε ανοιχτά της Ελιγολάνδης, για αυτό ο ναύαρχος Τίρπιτζ, αναμορφωτής του νέου αυτοκρατορικού γερμανικού ναυτικού (Kaiserliche Marine), κατασκεύασε εκεί μια σειρά αμυντικών υποδομών.
Με την έναρξη του πολέμου, το βρετανικό ναυτικό ανέπτυξε μια μοίρα “καταδυομένων” (υποβρυχίων) για να επιτηρεί την έξοδο των γερμανικών ναυστάθμων. Τα βρετανικά πλοία ανέφεραν έντονη δραστηριότητα του γερμανικού στόλου κοντά στην Ελιγολάνδη και ο διοικητής της δύναμης υποβρυχίων, αρχιπλοίαρχος Roger Keyes, πρότεινε τη χρήση τους σε μια επιθετική κίνηση.
Οι Βρετανοί κατέστρωσαν ένα σχέδιο που θα παρέσυρε μια ομάδα γερμανικών αντιτορπιλικών σε αψιμαχία καταστρέφοντάς τα. Η δράση αυτή θα γινόταν με μια ομάδα υποβρυχίων που θα ενέπλεκαν τα πλοία στην Ελιγολάνδη, προκαλώντας την καταδίωξή τους στα ανοιχτά. Μόλις τα γερμανικά πλοία απομακρύνονταν από τις ακτές θα έπεφταν στον αθέατο ως εκείνη τη στιγμή βρετανικό στόλο θωρηκτών και και καταδρομικών, ενώ μια δεύτερη ομάδα υποβρυχίων θα ελισσόταν στα νώτα τους, αποκόπτοντας όσα υποχωρούσαν και ενεδρεύοντας κάθε προσπάθεια ενίσχυσής τους.
Το σχέδιο υιοθετήθηκε με απροθυμία, με την παρέμβαση του Ουίνστον Τσώρτσιλ ως Πρώτου Λόρδου του Ναυαρχείου να είναι καταλυτική. Με τους ναυάρχους να δυσπιστούν στις ικανότητες των νέων “καταδυομένων”.
Έτσι, στις 28 Αυγούστου 1914, ομάδα 30 περίπου βρετανικών αντιτορπιλικών και δύο καταδρομικών ενεπλάκη σε σύγκρουση με 5 γερμανικά καταδρομικά και 20 αντιτορπιλικά και τορπιλοβόλα. Η αρχική εμπλοκή έδειξε να πετυχαίνει, με τους Γερμανούς να μειονεκτούν, με τα μεγαλύτερα πλοία τους να μετέχουν μετά τις 8 το πρωί.
Με την εμπλοκή όμως των γερμανικών καταδρομικών η ισχύς πυρός που συγκέντρωναν οι Γερμανοί πίεσε σημαντικά τους Βρετανούς, με πολλά πλοία τους να υφίστανται σημαντικές ζημιές. Αλλά η έγκαιρη επέμβαση άλλων 11 βαρέων καταδρομικών του ναυάρχου Beatty λίγο μετά το μεσημέρι έδωσε στους Βρετανούς τη νίκη.
Συνολικά 3 γερμανικά καταδρομικά και 3 ελαφρά σκάφη βυθίστηκαν κι άλλα 6 έπαθαν ζημιές με απώλειες 1.200 περίπου ναυτικών που σκοτώθηκαν, τραυματίστηκαν ή αιχμαλωτίστηκαν. Οι Βρετανοί είχαν μικρότερες απώλειες. Ο αντίκτυπος, όμως, στη Γερμανία ήταν τέτοιος που ο Κάιζερ διέταξε το στόλο να κλειστεί στους ναυστάθμους του αποφεύγοντας άσκοπες και επικίνδυνες περιπολίες.