Λαμβάνει χώρα το απόγευμα της παραμονής των Χριστουγέννων του 1914 σε διάφορα σημεία του Δυτικού Μετώπου, η «χριστουγεννιάτικη ανακωχή», μεταξύ των γερμανικών στρατευμάτων και των στρατευμάτων της Entente στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο.
Η ανακωχή αυτή ήταν η πρώτη από μια σειρά που συνέβαιναν καθόλη τη διάρκεια της εβδομάδας των Χριστουγέννων, με προσφορά δώρων και ευχών μεταξύ των αντιπάλων, παιχνίδια ποδοσφαίρου, ανταλλαγές αιχμαλώτων και περισυλλογή και ταφή νεκρών των προηγούμενων ημερών. Παρόμοιες επαφές έγιναν και στο Ανατολικό Μέτωπο, αλλά στα κατοπινά χρόνια η αυθόρμηση κίνηση που προήλθε από τη χριστιανική συνείδηση και το αίσθημα αλληλεγγύης μεταξύ των στρατιωτών-πολιτών των μεγάλων ευρωπαϊκών στρατών, ατόνησε, ως συνέπεια της φρίκης του ολοένα και πιο αιματηρού πολέμου.
Όλα ξεκίνησαν την παραμονή των Χριστουγέννων του 1914. Τις προηγούμενες εβδομάδες ο γερμανικός αυτοκρατορικός στρατός είχε εισβάλει στα εδάφη της Ολλανδίας και του Βελγίου και μέσω αυτών στο γαλλικό έδαφος, κατ’ εφαρμογή του επιτελικού σχεδίου εισβολής και κατανίκησης της Γαλλίας. Παρά την επιτυχία τους, οι Γαλλικές και Βρετανικές δυνάμεις κατόρθωσαν να αναχαιτίσουν τη γερμανική προέλαση την τελευταία στιγμή, στη μάχη του ποταμού Μάρνη. Για ένα διάστημα Γερμανοί και Αγγλογάλλοι επιδόθηκαν σε μια διαρκή προσπάθεια να κυκλώσουν ο ένας τον άλλο. Στα τέλη Οκτωβρίου, ο αγώνας είχε τελειώσει, οι δύο αντίπαλοι είχαν εξαντλήσει τα περιθώρια ελιγμών και έσκαβαν χαρακώματα για να προστατευτούν από το πυροβολικό.
Την παραμονή των Χριστουγέννων, μια περίεργη “αύρα” ήρθε από τα γερμανικά χαρακώματα. Αντί για τα συνήθη συνθήματα και το “Deutschland über alles”, χριστουγεννιάτικες μελωδίες άρχισαν να ακούγονται ενώ κεριά και μικρά χριστουγεννιάτικα δέντρα στόλισαν τα χαρακώματα. Οι Βρετανοί λίγες δεκάδες μέτρα μακρυά άρχισαν να απαντούν με δικές τους γιορτινές μελωδίες ενώ οι πιο τολμηροί αποφάσισαν να σηκώσουν κεφάλι-μια θανάσιμη πράξη τις προηγούμενες μέρες- ή ακόμα και να διανύσουν την απόσταση που τους χώριζε και να δώσουν τις ευχές τους προσωπικά στον αντίπαλο.
Το πρωινό της 25ης Δεκεμβρίου, έλαβε χώρα ένα γεγονός που για πολλούς αποτέλεσε ένα μικρό θαύμα. Χιλιάδες Βρετανοί, Γάλλοι και Βέλγοι στρατιώτες, αποφάσισαν να εφαρμόσουν ένα είδος ανεπίσημης ανακωχής με τους Γερμανούς συναδέλφους τους και να εορτάσουν μαζί τα Χριστούγεννα. Στο ίδιο πνεύμα που εκδηλώθηκε την προηγούμενη μέρα, ομάδες και στη συνέχεια ολόκληρες μονάδες εξήλθαν των χαρακωμάτων και συναντήθηκαν στην ουδέτερη ζώνη.
Η ανακωχή δεν ήταν επίσημη. Οι ηγεσίες Βρετανών, Γάλλων και Γερμανών από το επίπεδο τάγματος και άνω τουλάχιστον, δεν γνώριζαν και δεν ενέκριναν σε καμία περίπτωση τέτοιες πράξεις συναδέλφωσης και θα κατακεραυνώσουν και θα τιμωρήσουν παραδειγματικά τους υπευθύνους τις επόμενες μέρες για τον αθώο αυθορμητισμό τους.
Η ανακωχή των Χριστουγέννων του 1914, επιπλέον, ήταν κάθε άλλο παρά καθολική. Την ίδια ημέρα, γερμανικά θωρηκτά θα βομβαρδίσουν τις παραλιακές βρετανικές πόλεις Whitby, Hartlepool και Scarborough, προκαλώντας ζημιές, 122 νεκρούς και 450 τραυματίες. ενώ στον θύλακα της Υπρ στο Δυτικό Μέτωπο, έλαβαν χώρα σκληρές μάχες με πολλές απώλειες.
Αν και ίσως οι αναφορές της εποχής που φτάνουν στις μέρες μας έχουν διανθιστεί με αρκετές υπερβολές, είναι αλήθεια πως σε αρκετά σημεία του μετώπου, οι αντίπαλοι ήρθαν σε επαφή σε μια ιδιαίτερη στιγμή αδελφοσύνης. Σε ορισμένους τομείς, η ανακωχή κράτησε μόλις μερικές ώρες, με τις εχθροπραξίες να συνεχίζονται το ίδιο βράδυ. Σε άλλα σημεία οι στρατιώτες που έλαβαν αυστηρές εντολές να αρχίσουν πάλι τις μάχες, πυροβολούσαν για μέρες στον αέρα.
Η αυθόρμητη χριστουγεννιάτικη ανακωχή (η οποία περιελάμβανε γαλλικά και βελγικά στρατεύματα σε ορισμένους τομείς) τελείωσε την Πρωτοχρονιά. Οι διοικητές και από τις δύο πλευρές διέταξαν τα στρατεύματά τους να ξαναρχίσουν τις εχθροπραξίες υπό την απειλή στρατοδικείων, ενώ οι Γερμανοί και Βρετανοί στρατιώτες απρόθυμα χωρίστηκαν, σύμφωνα με τα λόγια του στρατιώτη Percy Jones της ταξιαρχίας του Westminster, «με πολλές χειραψίες και αμοιβαίες ευχές.»