Η συγκεκριμένη ήταν η μεγαλύτερη μάχη του Βρετανικού Εκστρατευτικού Σώματος στο Δυτικό Μέτωπο του Α’ Παγκοσμίου, και εξελίχθηκε και στη μεγαλύτερη τραγωδία του Βρετανικού Στρατού. Η επίθεση προετοιμαζόταν ήδη από τα τέλη του 1915 για να ανακουφιστεί ο γαλλικός στρατός στο γειτονικό μέτωπο του Βερντέν.
Υψηλοί στόχοι τέθηκαν από την Βρετανική διοίκηση: Με μαζική επίθεση και καθήλωση των Γερμανών, θα γινόταν κατάληψη των θέσεων τους σε βάθος δύο γραμμών άμυνας, ενώ η απόσπαση σημαντικών εδαφών υποτίθεται πως θα αποσταθεροποιούσε τους Γερμανούς, αρκετά, ώστε να επέλθει ξανά η κινητικότητα του μετώπου.
Εννέα Σώματα Στρατού από τις Τρίτη και Τέταρτη βρετανικές στρατιές και την Έκτη γαλλική συμμετείχαν αρχικά στην επίθεση κατά της 2ης γερμανικής Στρατιάς (στρατηγός Φριτζ φον Μπύλωβ). Την επίθεση άνοιξαν 19 εντυπωσιακές εκρήξεις υπονομεύσεων, από σήραγγες που σκάφτηκαν μεθοδικά κάτω από τις γερμανικές θέσεις, πακτώθηκαν με 2-20 τόνους εκρηκτικών και πυροδοτήθηκαν ταυτόχρονα το πρωΐ της 1/7 (εκτός από μία που άργησε και εξερράγη μετά την έφοδο του πεζικού…). Ακολούθησε καταιγισμός πυροβολικού και με τη λήξη του το βρετανικό πεζικό βγήκε από τα χαρακώματα, και προέλασε αργά προς τις εχθρικές θέσεις που όλοι πίστευαν ότι είχαν καταστραφεί πλήρως. Όμως, οι Γερμανοί δεν είχαν καταρρεύσει.
Απολύτως προστατευμένοι στα υπόγεια θωρακισμένα “αμπρί”, εξήλθαν μετά το πέρας του βομβαρδισμού και επάνδρωσαν τάχιστα τις θέσεις των πολυβόλων. Σύντομα οι βρετανικές γραμμές αποδεκατίστηκαν από τα θεριστικά πυρά. Οι βρετανικές απώλειες την πρώτη μέρα ήταν 60.000 άνδρες. Μέχρι τις 18 Νοεμβρίου που θα περατωθεί η μάχη, θα έχουν χάσει τη ζωή τους πάνω από 480.000 Βρετανοί κι άλλοι 250.000 Γάλλοι ενώ οι Γερμανοί θα έχουν 236.000 απώλειες, τη στιγμή που τα εδαφικά κέρδη των Συμμάχων ήταν σχεδόν μηδαμινά.
Ήταν η πρώτη μάχη του βρετανικού “Στρατού των Εθελοντών”, που προήλθε από την πρώτη μεταρρύθμιση του υπουργού Πολέμου λόρδου Κίτσενερ. Αυτή προέβλεπε την ενίσχυση του -μέχρι τότε- επαγγελματικού στρατού της Βρετανίας από πολίτες που κατατάχθηκαν εθελοντικά. Ο επαγγελματικός στρατός της Βρετανίας ήταν άριστα εκπαιδευμένος αλλά μικρός και η φθορά στο μέτωπο μετά από ένα έτος μαχών, ήταν μεγάλη.
Οι “εθελοντές του Κίτσενερ” (προσκλήθηκαν με μια χαρακτηριστική αφίσα με τον λόρδο Κίτσενερ με τη φράση “Your country needs you” που έγινε σύμβολο του πολέμου έκτοτε), εκπαιδεύτηκαν και στάλθηκαν στο Δυτικό Μέτωπο αμέσως, για να σφαγιαστούν στο Somme. Οι απώλειες της μάχης που κράτησε 5 μήνες απέδωσαν στον διοικητή του Βρετανικού Εκστρατευτικού Σώματος, στρατηγού Douglas Haig, το προσωνύμιο “ο χασάπης του Somme” και θα έστελναν τον Κίτσενερ να βρει νέα “τροφή για τα κανόνια”, επιστρατεύοντας πλέον υποχρεωτικά τους Βρετανούς, μέχρι το τέλος του Μεγάλου Πολέμου.