Το νέο στρατηγικό βομβαρδιστικό της Αμερικανικής Αεροπορίας, Β-29, πραγματοποιεί την παρθενική του πτήση. Τα σχέδια του κατατέθηκαν από τη Boeing στην κυβέρνηση το 1940, πριν την είσοδο των ΗΠΑ στον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο.
Το Β-29 ήταν η επιτομή των αεροσκαφών στρατηγικού βομβαρδισμού της εποχής του. Μεγαλύτερο, ισχυρότερο και με μεγαλύτερη εμβέλεια από κάθε άλλο τετρακινητήριο, ενσωμάτωνε τεχνολογικά στοιχεία που δεν είχαν τοποθετηθεί ξανά σε αεροσκάφη παραγωγής, όπως τηλεχειριζόμενοι σταθμοί όπλων και συμπιεσμένες καμπίνες, ενώ η επικοινωνία στο εσωτερικό γινόταν από μια σήραγγα πάνω από τον χώρο βομβών μέσα από την οποία το πλήρωμα έπρεπε να συρθεί με την κοιλιά, εν πτήσει.
H Boeing χρησιμοποίησε σύγχρονα υλικά και τεχνικές σχεδιασμού για αυξημένη αντοχή του αεροσκάφους και ικανότητα διαχείρισης μεγάλης ισχύος, στοιχεία που εξελίχθηκαν στα πιο βελτιωμένα μοντέλα B-29D, στο νεώτερο B-50 και στο αεροσκάφος στρατηγικής αναγνώρισης RB-29. Ένα αεροσκάφος του τύπου κατέπεσε στο έδαφος της Σοβιετικής Ένωσης προς το τέλος του πολέμου, οπότε αντιγράφηκε και παρουσιάστηκε ως Tupolev Tu-4.
Επιχειρησιακά τα Β-29 χρησιμοποιήθηκαν κυρίως στο μέτωπο του Ειρηνικού, εκμεταλλευόμενα τις μεγάλες επιδόσεις τους για πτήσεις κατά απομακρυσμένων στόχων. Ειδικά ο βομβαρδισμός των νησιών της μητροπολιτικής Ιαπωνίας έγινε κατά κύριο λόγο από αυτά τα αεροσκάφη που μπορούσαν να “παραδώσουν” ακόμα και 20.000 λίβρες εκρηκτικών στον στόχο.
Πολύ γνωστός είναι ο μεγάλος βομβαρδισμός του Τόκυο από 1.000 B-29 σε μία νύχτα που κατέστρεψε μεγάλο τμήμα της πόλης. Όταν ήρθε η στιγμή της χρήσης των πρώτων ατομικών βομβών, η επιλογή του αεροσκάφους δεν ήταν δύσκολη. Ένα τροποποιημένο Β-29 με το όνομα ‘Enola Gay’ άφησε την πρώτη ατομική βόμβα πάνω από τη Χιροσίμα και ένα άλλο (‘Bockscar’) στο Ναγκασάκι τρεις μέρες μετά.
Συνολικά, κατασκευάστηκαν 2.766 ‘Superfortresses’ από τα κεντρικά εργοστάσια της Boeing στην Ουίτσιτα καθώς και άλλα 668 στις εγκαταστάσεις της Bell Aircraft στη Τζώρτζια και 536 από τη Glenn L. Martin Co. στη Νεμπράσκα. Η παραγωγή σταμάτησε το 1946. Τα Β-29 είδαν δράση και στον Πόλεμο της Κορέας, αναλαμβάνοντας περισσότερο αποστολές τακτικού βομβαρδισμού από μεσαία και χαμηλά ύψη, γεγονός που οδήγησε σε μεγάλες απώλειες. Εκεί έγινε φανερό ότι το αεροσκάφος δεν είχε θέση σε ένα μέλλον με αεριωθούμενα αεροσκάφη, πυραύλους και ηλεκτρονικά.
Παρόλα αυτά, τα Β-29 υπηρέτησαν σαν πλατφόρμα δοκιμών για αρκετά χρόνια ακόμα, με νέα σχέδια να τα ξεπερνούν. Επίσης τα Superfortress παρέμεναν ως αεροσκάφη ναυτικής περιπολίας, ελέγχου ηλεκτρονικών και όπλων, μετεωρολογικών μετρήσεων, έρευνας και διάσωσης και εναερίου ανεφοδιασμού. Τα τελευταία αποσύρθηκαν το 1960.