ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ – 5 Δεκεμβρίου 1943: Επιχείρηση “Crossbow”, βομβαρδίζοντας τους V-1 και V-2

Η συμμαχική αεροπορία ξεκινά να πλήττει τις βάσεις εκτόξευσης πυραύλων V-1 και V-2 στις Κάτω Χώρες εξαπολύοντας την επιχείρηση “Crossbow”. Είχε προηγηθεί η επιχείρηση “Hydra”, η αεροπορική επιδρομή εναντίον του γερμανικού κέντρου ερευνών Νέων Όπλων στο Πεενεμούντε, όπου αναπτυσσόνταν η πυραυλική τεχνολογία του Γ΄ Ράιχ.

Το 1943, οι Σύμμαχοι είχαν σημειώσει σημαντικές επιτυχίες κλείνοντας το Μέτωπο της Αφρικής αναγκάζοντας το Afrika Korps σε παράδοση, ενώ στη συνέχεια αποβιβάστηκαν στη Σικελία και μετά στην Ιταλική χερσόνησο οδηγώντας την Ιταλία να περάσει στο συμμαχικό στρατόπεδο. Ακόμη σχέδια γίνονταν για αποβάσεις στα Βαλκάνια και στη νότιο και βόρειο Γαλλία. Με την παράδοση μεγάλων ποσοτήτων αεροσκαφών και τη συνδυασμένη δράση της Αμερικανικής και Βρετανικής Αεροπορίας, οι ουρανοί πάνω από τη Βρετανία είχαν ησυχάσει από τη γερμανική παρουσία και μεγάλοι βομβαρδισμοί γίνονταν στις γερμανικές πόλεις. Η πλάστιγγα έγερνε σαφώς στο Συμμαχικό στρατόπεδο.

Πύραυλος V-1 ετοιμάζεται για εξαπόλυση

Η Γερμανία απάντησε με την ανάπτυξη μιας σειράς όπλων υψηλής τεχνολογίας: τα μαχητικά με κινητήρες τζετ, και τα ραντάρ που επέτρεπαν στα αεροσκάφη να πετούν τη νύχτα εντοπίζοντας και καταστρέφοντας εχθρικά βομβαρδιστικά. Στον τομέα του βομβαρδισμού, οι έρευνες για τις ιπτάμενες βόμβες V-1, που συνδύαζαν κινητήρες τζετ και αεροχήματα ανεμοπορίας, σκόπευαν να αντικαταστήσουν τα συμβατικά βομβαρδιστικά χωρίς να χρειάζεται να διακινδυνεύουν πληρώματα.

Το πρώτο V-1 πέταξε στο πεδίο του Πεενεμούντε στις 28 Οκτωβρίου 1942 αλλά οι πρώτες μονάδες δεν θα ήταν έτοιμες πριν τις αρχές του 1944. Ένα V-1 αποτελείτο από μια άτρακτο που μετέφερε καύσιμο και 850 κιλά εκρηκτικής ύλης, ένα κινητήρα τζετ Argus και μια απλή πτέρυγα για ανεμοπορία. Εξαπολυόταν από έναν καταπέλτη ατμού στο έδαφος. Οι πρώτες εγκαταστάσεις εκτόξευσης άρχισαν να κατασκευάζονται με εντολή του Χέρμαν Γκέρινγκ, αρχηγού της Luftwaffe, στη Γαλλία κοντά στο Καλαί και στην Ολλανδία.

Επιπλέον, οι Γερμανοί ετοίμαζαν και μια νέα γενιά πυραύλων, στη μορφή των V-2. Οι βαλλιστικοί V-2 ήταν μεγαλύτεροι, με αυξημένη εμβέλεια και καταστρεπτικότητα, καθώς και με εξελιγμένο σύστημα κατεύθυνσης, άρα και πιο επικίνδυνοι καλύπτοντας μεγαλύτερη έκταση της Βρετανίας.

Η λύση που προκρίθηκε από τους Συμμάχους για την αντιμετώπιση των νέων γερμανικών όπλων ήταν ένα προληπτικό χτύπημα για να καταστραφούν οι πύραυλοι και οι εγκαταστάσεις εξαπόλυσής προτού καταστούν επιχειρησιακοί. Τον Αύγουστο του 1943, η Βρετανική Αεροπορία έστειλε ένα κύμα βομβαρδιστικών στο Κέντρο Ανάπτυξης στο Πεενεμούντε αλλά χωρίς σημαντική επιτυχία. Το Δεκέμβριο του 1943, μια νέα επιχείρηση, η Crossbow, ήταν έτοιμη με τη συμμετοχή και της Αμερικανικής Αεροπορίας, για να σαρώσει τις γερμανικές εγκαταστάσεις πυραύλων που αναπτύσσονταν ραγδαία.

Αν και το συμμαχικό αεροπορικό επιτελείο ήταν αντίθετο σε τέτοιες επιθέσεις, θεωρώντας πως αποσπούσαν δυνάμεις από την κύρια στρατηγική προσπάθεια –την καταστροφή της ναζιστικής βιομηχανικής υποδομής- η απειλή έκανε την πολιτική ηγεσία να πιέζει για την εξάρθρωση των βάσεων εκτόξευσης των “V”.

Οι ανησυχίες των επιτελών δεν ήταν χωρίς αντίκρισμα αλλά το ενδιαφέρον των πολιτικών είχε στέρεα βάση: στα επόμενα δύο χρόνια (1944 και 1945) 9.000 περίπου άμαχοι θα σκοτωθούν από τις επιθέσεις των “ιπταμένων βομβών” V-1 και τους πυραύλους V-2, που είχαν και υπερηχητική ταχύτητα και δεν αντιμετωπίζονταν από κανένα σύστημα αεράμυνας.

Στους επόμενους μήνες, η συμμαχική αεροπορία θα κάνει σειρά βομβαρδισμών με στόχο τις βάσεις εκτόξευσης των V-1, τα αποθέματα βλημάτων στη Γαλλία και τις εργοστασιακές μονάδες που παρείχαν υποσυστήματα των βλημάτων στη Γερμανία, αλλά με μικτά αποτελέσματα. Τεράστιος ήταν ο όγκος των βομβών που έπεσαν μέχρι τα μέσα του 1944, αφού η καταστροφή του δικτύου εξαπόλυσης των “V” έλαβε προτεραιότητα.

Κατά τη διάρκεια των επιχερήσεων, κεφαλαιώδη ρόλο έπαιξαν οι πληροφορίες τόσο από το κατασκοπευτικό δίκτυο στο έδαφος όσο και -κυριότερα- από την εναέρια φωτοαναγνώριση. Η ανάγκη λεπτομερών πληροφοριών για τις εγκαταστάσεις που θα κατέστρεφαν και το ανάγλυφο του εδάφους, οδήγησαν στην ανάπτυξη νέων τεχνολογιών στην ανάλυση φωτογραφιών και στη λήψη των πρώτων τρισδιάστατων φωτογραφιών (3D). Ακόμη στην ανάπτυξη νέων καμερών υψηλής ανάλυσης και νέων τακτικών φωτοαναγνώρισης με ταχέα κινούμενα Spitfire, το ταχύτερο φωτοαναγνωριστικό, μέχρι την έλευση από τη Luftwaffe του Me-262.

Most Popular