Η Κυπριακή Δημοκρατία ανακηρύσσεται επίσημα ως ανεξάρτητο κράτος βάσει των Συμφωνιών Ζυρίχης-Λονδίνου του 1959, αποτινάσσοντας το αποικιακό της καθεστώς από τη Βρετανία. Οι συμφωνίες Ζυρίχης-Λονδίνου ήταν το αποτέλεσμα μια σειράς μεγάλων και επίπονων προσπαθειών να επιλυθεί το Κυπριακό ζήτημα. Μετά από πέντε χρόνια επιτυχημένου αντάρτικου από την Ε.Ο.Κ.Α. (Εθνική Οργάνωσις Κυπρίων Αγωνιστών), οι Βρετανικές δυνάμεις παραδέχθηκαν πως το πνεύμα της αντίστασης δεν λύγιζε παρά τις βάναυσες προσπάθειές τους. Με την επιμονή των Βρετανών, η Τουρκία προσήλθε και αυτή στο τραπέζι των συνομιλιών, μαζί με την Ελλάδα, για λόγους ισορροπίας.
Ύστερα από μια αρχική συμφωνία το Φεβρουάριο του 1959, συντάχθηκε Σύνταγμα της ανεξάρτητης Κύπρου το οποίο ακολούθησαν τρεις συνθήκες Συμμαχίας και Εγγυήσεως.
Η Συνθήκη Εγκαθιδρύσεως της Κυπριακής Δημοκρατίας, η Συνθήκη Εγγυήσεως και η Συνθήκη Συμμαχίας σχεδιάστηκαν για να βοηθήσουν το νέο κράτος να κάνει τα πρώτα του βήματα στον ελεύθερο κόσμο. Με βάση τους όρους τους, Ελλάδα, Τουρκία και Βρετανία χαρακτηρίζονταν «εγγυήτριες δυνάμεις», δεσμευόμενες να απωθήσουν κάθε εχθρική ενέργεια κατά της νήσσου. Οι Βρετανοί περιορίζονταν στις στρατιωτικές βάσεις Ακρωτηρίου και Δεκέλειας ενώ Ελληνικά και Τουρκικά τμήματα στρατού αναπτύσσονταν στο νησί με δύναμη αναλογική της κάθε κοινότητας.
Οι κρατικές και κυβερνητικές υπηρεσίες περνούσαν στον έλεγχο των Κυπρίων, η Τουρκοκυπριακή κοινότητα γινόταν συνδιοικούσα με 30% μερίδιο στην σύνθεση του κοινοβουλίου και στην επάνδρωση των κρατικών υπηρεσιών, όπως και δικαίωμα αρνησικυρίας (veto).
Τα ποσοστά αυτά κρίθηκαν από πολλούς υπερβολικά δεδομένου του μεγέθους της τουρκικής μειονότητας (μόλις 18,2% των τότε 553.566 κατοίκων του νησιού ήταν Τουρκοκύπριοι) αλλά και της στάσης της κατά τη διάρκεια του αγώνα της ανεξαρτησίας. Σκοπεύοντας στην διόρθωση της αδικίας και τον περιορισμό της τουρκοκυπριακής δύναμης, εκπονήθηκε από ελληνοκυπριακής πλευράς το σχέδιο «Ακρίτας», η ύπαρξη του οποίου θα εντείνει τις τουρκικές αντιδράσεις και θα οδηγήσει σε ρήξη τις δύο κοινότητες τρία χρόνια μετά. Το κύριο ζήτημα όμως είναι πως όσα προβλέπονται στις Συμφωνίες για την οργάνωση του νέου κράτους είναι ουσιαστικά ανεφάρμοστα και ενέτειναν τις διακοινοτικές διαφορές, παρήγαγαν μια Κύπρο υπό “τριπλή κηδεμονία”, σε ένα τελείως πρωτότυπο και δυσλειτουργικό σχέδιο “κατασκευής” κράτους.