Ο Τάσος Ισαάκ από την Αμμόχωστο δολοφονείται από τις τουρκικές κατοχικές δυνάμεις και τις παρακρατικές οργανώσεις του ψευδοκράτους, στη διάρκεια αντικατοχικής πορείας στην Πράσινη Γραμμή της Κύπρου.
Το 1996 ήταν ιδιαίτερα έντονη χρονιά για τα Ελληνοτουρκικά. Η κρίση στα Ίμια έληξε το Φεβρουάριο του ίδιου έτους, με τις δύο χώρες να φτάνουν μια ανάσα από την έναρξη πολεμικών επιχειρήσεων, αφήνοντας μια πικρή γεύση ταπείνωσης στην ελληνική πλευρά και μια αίσθηση υπεροχής στην τουρκική.
Τα πάθη συνέχισαν να είναι οξυμένα με δηλώσεις πολιτικών παραγόντων και από τις δύο πλευρές. Την ίδια στιγμή, στην Κύπρο που συνέπασχε σε κάθε κρίση Αθηνών-Αγκύρας με την ελληνική πλευρά, η εντύπωση της τουρκικής υπεροψίας και θράσους, προσέθεσε μια επιπλέον νότα στην αγανάκτηση για τη μακρόχρονη κατοχή του νησιού.
Με πρωτοβουλία της Κυπριακής Ομοσπονδίας Μοτοσικλετιστών, ξεκίνησε η οργάνωση πορείας διαμαρτυρίας για την τουρκική κατοχή, με στόχο την εκ νέου ενημέρωση της διεθνούς κοινής γνώμης για το κυπριακό ζήτημα. Η οργάνωση έκανε επαφές με τις πολιτικές αρχές της Κύπρου για να δώσουν την έγκριση και στήριξή τους στην εκδήλωση που θα ξεκινούσε από το Βερολίνο, θα διέσχιζε τη μισή Ευρώπη και θα έφτανε ως την Πράσινη Γραμμή. Μεταξύ των μοτοσικλετιστών υπήρχε ενθουσιασμός, που έφτανε σε σημείο να φιλοδοξούν πως η ειρηνική αυτή διαδήλωση θα περνούσε στα υπό κατοχή εδάφη και θα κατέληγε στην Κερύνεια. Η πολιτική ηγεσία της Κύπρου χαιρέτισε σε γενικές γραμμές την πρωτοβουλία ως κίνηση που θα βοηθούσε την κυπριακή θέση στον τομέα των δημοσίων σχέσεων, ενώ άλλοι πολιτικοί χώροι αδιαφόρησαν.
Έτσι στις 2 Αυγούστου του 1996, μια πορεία 200 περίπου μοτοσικλετιστών ξεκίνησε από την Πύλη του Βραδεμβούργου -σύμβολο του άλλοτε διχοτομημένου Βερολίνου- και συνέχισε μέσω της Πράγας, της Βουδαπέστης, του Βελιγραδίου, του Βόλου ώσπου επιβιβάστηκε σε πλοία στον Πειραιά για την Κύπρο. Η πορεία συγκέντρωσε σταδιακά περισσότερους μοτοσυκλετιστές από όλη την Ευρώπη και στην Κύπρο έγινε ενθουσιώδης υποδοχή. Εκεί πύκνωσε τις τάξεις της με ντόπιους φτάνοντας τους 7 χιλιάδες (12 χιλιάδες σύμφωνα με ορισμένες πηγές). Στις 10 Αυγούστου όπως λέχθηκε ήταν αδύνατον να βρει κανείς δίκυκλο στην Κύπρο.
Ο παλμός ήταν τόσο δυναμικός που προκάλεσε σοβαρή ανησυχία στην κυπριακή κυβέρνηση. Ο Πρόεδρος Γλαύκος Κληρίδης, που αρχικά υποστήριξε την κίνηση της Ομοσπονδίας, κάλεσε εκτάκτως τον πρόεδρό της, κ. Γ. Χατζηκώστα, ζητώντας του να ακυρώσει την πορεία προς τα οδοφράγματα. Την ίδια στιγμή, η τουρκική πλευρά είχε ήδη διακηρύξει πως θα “κόψει τα πόδια” σε όποιον τολμήσει να περάσει στην Πράσινη Γραμμή. Δυνάμεις παρακρατικών των Γκρίζων Λύκων είχαν ήδη μετακινηθεί στα κατεχόμενα και οργάνωναν αντιδιαδηλώσεις, με την κάλυψη της αστυνομίας του ψευδοκράτους, οπλισμένοι με λοστούς και ρόπαλα.
Μετά από διεργασία, ο κ. Χατζηκώστας ανακοίνωσε στις 11 Αυγούστου πως για σοβαρούς λόγους που συνδέονταν με την εθνική ασφάλεια η πορεία προς τα κατεχόμενα δέον θα ήταν να μην πραγματοποιηθεί. Οι διαδηλωτές, στο απόγειο του ενθουσιασμού τους τον “έλουσαν” με μια βροχή από πέτρες και κέρματα… Η διαδήλωση, τεράστια σε έκταση και ασυγκράτητη σε παλμό, κινήθηκε ακέφαλη και χωρίς σχέδιο ή έλεγχο.
Οι δυνάμεις των διαδηλωτών κατευθύνθηκαν προς τα οδοφράγματα της Λήδρας, στο εγκαταλελειμμένο εργοαστάσιο του ΣΟΠΑΖ, στη Λευκωσία, όπου οι μοτοσικλετιστές πέρασαν στην Νεκρή Ζώνη και οι κατοχικές δυνάμεις άναψαν φωτιές για να τους αποτρέψουν. Χειρότερη ήταν η κατάσταση στη Δερύνεια, όπου οι διαδηλωτές ήρθαν αντιμέτωποι με τουρκικές αστυνομικές και στρατιωτικές δυνάμεις αλλά και αντιδιαδηλώσεις των Γκρίζων Λύκων που κινήθηκαν εναντίον τους. Οι διαδηλωτές απάντησαν και αυτοί με πέτρες και σε πολλές περιπτώσεις υπήρξαν συμπλοκές, που ούτε η κυπριακή αστυνομία ούτε οι δυνάμεις των Κυανοκράνων μπόρεσαν να ελέγξουν.
Σε μία από αυτές, κατά τη διάρκεια καταδίωξης από τις ομάδες των Γκρίζων Λύκων και Τουρκοκυπρίων αστυνομικών, ένας διαδηλωτής, ο 24χρονος Τάσος Ισαάκ από την περιοχή της Αμμοχώστου, ενώ καθυστερούσε για να βοηθήσει έναν άλλο Ελληνοκύπριο διαδηλωτή να απελευθερωθεί από ένα συρματόπλεγμα, κυκλώνεται από μια μεγάλη ομάδα Τούρκων. Οι Τούρκοι παρακρατικοί αλλά και αστυνομικοί χτυπούσαν με λύσσα για ώρα τον Τάσο στο έδαφος με ρόπαλα, λοστούς, κλωτσιές μέχρι που άνδρες της UNFICYP επενέβησαν και τον απέσπασαν σέρνοντάς τον μακρυά. Ήταν όμως αργά. Η έκταση των τραυμάτων του θα τον οδηγήσει στο θάνατο που θα διαπιστωθεί λίγο μετά στο νοσοκομείο του Παραλιμνίου. Η κηδεία του έγινε τρεις μέρες μετά.
Η δολοφονία του Τάσου Ισσάκ προκάλεσε αποτροπιασμό σε Κύπρο και Ελλάδα αλλά και σε πολλές χώρες στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα. Όσο κι αν οι Τούρκοι προσπάθησαν να κρυφτούν πίσω από δικαιολογίες για νόμιμη άμυνα, παραβίαση των συμφωνηθέντων περί της ουδετερότητας της Νεκρής Ζώνης, απειθαρχία προς τις αρχές της Κύπρου και της Ειρηνευτικής Δύναμης, η ουσία ήταν πως ένα κύμα δίκαιης οργής κατέκλυσε τους χιλιάδες διαδηλωτές που μετείχαν σε μια συμβολική πορεία για μια παράνομη και βάναυση εισβολή και κατοχή ξένων εδαφών.
Ο θάνατος του Τάσου Ισαάκ πυροδότησε νέο κύμα οργής. Τις επόμενες μέρες, στην κηδεία του, διαδήλωση στην ελεύθερη Αμμόχωστο, θα οδηγήσει τον Σολομώντα Σολωμού να προβεί σε μια ενέργεια δυσθεώρατης παλικαριάς: θα ορμήσει μέσα από τις γραμμές των κυανοκράνων και θα σκαρφαλώσει στον ιστό της σημαίας του τουρκικού φυλακίου για να πάρει την τουρκική σημαία, μόνο για να γαζωθεί από τα πυρά των Τούρκων στρατιωτών και αστυνομικών.