1945: Ο πόλεμος έχει ήδη κριθεί. Η Τουρκία διατηρούσε παραδοσιακά άριστες σχέσεις με τη Γερμανία ήδη από τα μέσα του 19ου αιώνα. Γερμανικές εταιρίες είχαν αναλάβει μεγάλα κατασκευαστικά έργα στη χώρα από την οθωμανική περίοδο και στρατιωτική αποστολή είχε αναλάβει την αναδιοργάνωση των ενόπλων δυνάμεων με βάση τα γερμανικά πρότυπα (και φροντίζοντας να κατευθύνει τα μεγάλα εξοπλιστικά προγράμματα σε γερμανικές βιομηχανίες και ναυπηγεία).
Οι σχέσεις αυτές τους έφεραν σε απόλυτη συμμαχία στον 1ο παγκόσμιο πόλεμο και άγαστη συνεργασία που συνεχίστηκε και με το καθεστώς της ναζιστικής Γερμανίας (σχέσεις οικονομικές και εμπορικές). Το 1941 υπέγραψαν Σύμφωνο Μη Επίθεσης, ενώ τα επόμενα χρόνια η Τουρκία ήταν μεγάλος εμπορικός συνεργάτης του Βερολίνου, εξάγοντας σημαντικές ποσότητες πρώτων υλών και διατηρώντας μεγάλες χρηματοπιστωτικές σχέσεις.
Η θέση του πρώην καγκελαρίου φον Πάπεν ως πρεσβευτή στην Τουρκία και τα μεγάλα αποθεματικά χρυσού που διακινήθηκαν μέσω του χρηματιστηρίου Κωνσταντινουπόλεως έδωσαν λαβές για θεωρίες που ενέπλεκαν την Τουρκία στο «ξέπλυμα» των περιουσιών των εγκλείστων στα στρατόπεδα συγκέντρωσης.
Τον Αύγουστο του 1944 ο Κόκκινος στρατός μπήκε στη γειτονική Βουλγαρία και η Άγκυρα διέκοψε κάθε επαφή με το Βερολίνο. Δεν θα κηρύξει όμως τον πόλεμο μέχρι τον επόμενο Φεβρουάριο.