Σαν Σήμερα: Η πρώτη πτήση του Supermarine Spitfire

«Ήταν ένα ανοιξιάτικο πρωινό του ’36. O καιρός γύρω από το αεροδρόμιο Ίστλη, κοντά στο Σαουθάμπτον της Αγγλίας, ήταν μουντός. H βροχή της προηγούμενης νύχτας είχε ξεπλύνει για τα καλά τα λίγα κτίρια του αεροδρομίου, που με τα κόκκινά τους τούβλα έδιναν έναν τόνο ευθυμίας στο γκρίζο τοπίο. Δύο αγριόπαπιες πλατσούριζαν σ’ ένα ρυάκι μπροστά στο μεγάλο κτίριο που έμοιαζε με φάμπρικα. Ξαφνικά σταμάτησαν το παιχνίδι τους και πέταξαν μακριά. Ένας άνδρας με φόρμα μηχανουργείου έσπρωχνε τη μεταλλική πόρτα του κτιρίου, που όπως κυλούσε, έσκουζε από τη σκουριά. Σε δευτερόλεπτα το λιγοστό φως του ήλιου είχε τρυπώσει στο εσωτερικό, αποκαλύπτοντας ένα ασημί αεροπλάνο. Καμιά δεκαριά μηχανικοί το έσπρωχναν έξω. Ένας ψηλός άνδρας με καλοχτενισμένα μαλλιά και πλατύ μέτωπο, τους έλεγε προς τα πού να το τσουλήσουν. Ήταν ο σχεδιαστής του αεροπλάνου. Ονομαζόταν Ρέτζιναλντ Μίτσελ και σε λιγότερο από μισή ώρα θα έβλεπε το δημιούργημά του να βρίσκεται πρώτη φορά στον αέρα. Λίγες βδομάδες νωρίτερα, οι βοηθοί του είχαν δώσει στο αεροπλάνο αυτό το περίεργο αλλά και προφητικό συνάμα όνομα SPITFIRE, χωρίς βέβαια να ξέρουν πως έτσι ονόμαζαν το πιο επιτυχημένο καταδιωκτικό ενός παγκοσμίου πολέμου, που δεν θ’ αργούσε να ξεσπάσει…
Το αεροπλάνο με τ’ ασημένια φτερά σπρώχθηκε στην άκρη του διαδρόμου με το ρύγχος του αντίθετα στον άνεμο. Εκείνη τη στιγμή στο αεροδρόμιο του Ίστλη επικρατούσε απόλυτη ησυχία. Ακόμα και οι λίγοι αργόσχολοι, που έτυχε να βρίσκονται εκεί, είχαν σωπάσει. Κοίταζαν παραξενεμένοι το μονοπλάνο, που έτσι όπως γυάλιζε στον ήλιο, έμοιαζε σαν να είχε βγει από βιβλίο επιστημονικής φαντασίας του Φλας Γκόρντον. Στα πλαϊνά της ατράκτου και του πηδαλίου διευθύνσεως ήταν τυπωμένος με μαύρα γράμματα ο αριθμός σειράς K5054. Ξαφνικά, την ησυχία του πρωινού διέκοψε το βήξιμο του κινητήρα και μαύρος καπνός βγήκε από τις εξαγωγές στο μπροστινό τμήμα της ατράκτου. Τότε ο δοκιμαστής πιλότος Ματ Σάμερς με μια κίνηση του δεξιού του χεριού, έκλεισε την καλύπτρα του Σπιτφάιρ και έδωσε πλήρη στοιχεία στον κινητήρα. Μεμιάς τα 750 άλογα της μηχανής έκαναν τον ξύλινο έλικα να περιστρέφεται δαιμονισμένα και μ’ ένα τράνταγμα το κομψό αεροπλάνο κινήθηκε προς τα εμπρός. O πιλότος του, καθώς τροχοδρομούσε, έριξε μια φευγαλέα ματιά σ’ όλα τα όργανα του αεροπλάνου και όταν η βελόνα του ταχύμετρου έφτασε στην επιθυμητή ένδειξη, τράβηξε το χειριστήριο.

Τώρα το Σπιτφάιρ βρισκόταν στον αέρα. Αφού ο Σάμερς έκανε το γύρο του αεροδρομίου για να κερδίσει ύψος, κατευθύνθηκε ανατολικά. Μετά από ένα λεπτό ήταν μια κουκίδα στον ουρανό του Χαμσάιρ. O κινητήρας Ρολς-Ρόις PV.12 δούλευε στην εντέλεια και καθώς το Σπιτφάιρ πλησίαζε τα 480 χλμ./ώρα, ο δοκιμαστής πιλότος μ’ έκπληξη διαπίστωσε πως το χειριστήριο γινόταν πιο ελαφρύ και περισσότερο υπάκουο. Δεν άργησε να εκτελέσει κλειστές στροφές για να διαπιστώσει την ευελιξία του νέου καταδιωκτικού. Αξίζει να σημειωθεί ότι σ’ αυτήν την παρθενική πτήση δεν είχε ανασυρθεί το σύστημα προσγειώσεως του Σπιτφάιρ, για το φόβο κάποιας απρόβλεπτης εμπλοκής στην προσγείωση. O Σάμερς αφού ολοκλήρωσε μια σειρά ελιγμών κατευθύνθηκε δυτικά προς το αεροδρόμιο. Από το μικροσκοπικό του κόκπιτ έβλεπε τα καταπράσινα λιβάδια του Χαμσάιρ και του Σάσεξ. Δεν ήξερε βέβαια πως τέσσερα χρόνια αργότερα στη Μάχη της Αγγλίας, πάνω από αυτά τα λιβάδια, θα ξετυλίγονταν οι σκληρότερες αερομαχίες των Σπιτφάιρ με τη γερμανική Λουφτβάφε.
Φθάνοντας πάνω από το αεροδρόμιο έκανε ακόμα μερικούς ελιγμούς προς τέρψη των θεατών και προσγειώθηκε μαλακά στο χορτάρι. Όλα είχαν δουλέψει στην εντέλεια. Το Σπιτφάιρ τσούλησε για λίγο στο γρασίδι με σβηστό κινητήρα και ακινητοποιήθηκε στην άκρη του διαδρόμου. O Σάμερς μ’ έναν αναστεναγμό ανακούφισης έσπρωξε πίσω την καλύπτρα και φρέσκος αέρας μπήκε στο κόκπιτ. Άρχισε αμέσως να λύνει τη ζώνη του. Πριν προλάβει να ελευθερωθεί απ’ αυτή, οι μηχανικοί είχαν περικυκλώσει το Σπιτφάιρ.
«Μην αγγίξει κανείς τίποτα», τους είπε. Με μια κίνηση άνοιξε την πορτούλα στ’ αριστερά του, πάτησε στο φτερό και βρέθηκε στο χορτάρι. O Ρέτζιναλντ Μίτσελ, ο αεροναυπηγός, ήταν εκεί λάμποντας από χαρά.
«Τα πήγες περίφημα» του είπε, χτυπώντας τον στην πλάτη.
«Τα συγχαρητήρια ανήκουν σε σένα Ρέτζιναλντ, που σχεδίασες ένα τέτοιο αεροπλάνο» του είπε ο Σάμερς.
Ήταν μεσημέρι λίγο πριν από τις δώδεκα, της 5ης Μαρτίου 1936. Το πρωτότυπο του Σπιτφάιρ είχε εκτελέσει την πρώτη του πτήση».
Το παραπάνω απόσπασμα γράφτηκε από τον Βασίλη Πια στο άρθρο με τίτλο «60 Χρόνια από τη Γέννηση Ενός Θρύλου – Supermarine Spitfire» και δημοσιεύτηκε στο τεύχος 134, τον Απρίλιο του 1996. Η Ελλάδα ήταν μια από τις χώρες που χρησιμοποίησαν τον βρετανικό θρύλο των αιθέρων, αν και η ίδια δεν απέκτησε ποτέ τα αεροσκάφη που παρήγγειλε αρχικά από το Ηνωμένο Βασίλειο. Σύμφωνα με τα βρετανικά αρχεία, παραγγέλθηκαν 24 Spitfire το φθινόπωρο του 1938. Λόγω της έκρηξης του ΒΠΠ τα 24 αεροσκάφη δεν έφτασαν ποτέ στην Ελλάδα. Τα πρώτα Spitfire θα μεταβιβάζονταν στις Μοίρες της Ερήμου το 1943. Το τελευταίο Spitfire αποσύρθηκε το 1954.

Επτά δεκαετίες μετά η Πολεμική Αεροπορία έχει ξανά ένα Spitfire ικανό για πτήσεις, σε μια προσπάθεια που απέδωσε καρπούς χάρη στη συνδρομή του κοινωφελούς Ιδρύματος «Ίκαρος». Γι’ αυτό το Spitfire, το Supermarine Spitfire «MJ755» της ΠΑ, μπορείτε να διαβάσετε στο τεύχος της «Π&Δ» που κυκλοφορεί.

Η καινούργια «ΠΤΗΣΗ» ΜΑΡΤΙΟΣ 2020

Most Popular