ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ – 25 Σεπτεμβρίου 1396: Μάχη της Νικοπόλεως, η τελευταία Σταυροφορία

Οι δυνάμεις του Οθωμανού σουλτάνου Βαγιαζήτ νικούν αποφασιστικά τις συνασπισμένες χριστιανικές δυνάμεις Γερμανών, Γάλλων, Ούγγρων, Βλάχων, Ενετών, Γενοβέζων, Βουλγάρων και Ιωαννιτών ιπποτών που προσπάθησαν να λύσουν την πολιορκία της βουλγαρικής πρωτεύουσας.

Οι εποχές των μεγάλων σταυροφοριών είχαν παρέλθει. Περισσότερο από την αδυναμία των Ευρωπαίων να οργανωθούν και να συνεργαστούν μεταξύ τους, οι δυνάμεις που συγκεντρώνονταν αφιερώνονταν περισσότερο σε τοπικούς και γενικότερους ευρωπαϊκούς πολέμους παρά στην απώθηση του ισλαμικού κινδύνου από τις περιοχές των Αγίων Τόπων, στόχος που φαινόταν πλέον τόσο μακρυνός όσο και απίθανος.

Στη διάρκεια του 13ου αιώνα αναλήφθηκαν πολλές προσπάθειες που έλαβαν τον χαρακτηρισμό “σταυροφορίες” αλλά στην πραγματικότητα ήταν μικρές ομάδες μεμονωμένων ιπποτών και ακολούθων με μηδενική απήχηση. Η κατάσταση αυτή επέτρεψε στο τουρκικό στοιχείο, που είχε κυριαρχήσει πλέον στην κεντρο-δυτική Ασία, να εγκατασταθεί στην μικρασιατική Aνατολή, στα κουρέλια πλέον του Ανατολικού Ρωμαϊκού Ιμπέριουμ και να περάσει σταδιακά στη Βαλκανική χερσόνησσο χτυπώντας ανοιχτά πια τις πύλες της Ευρώπης. Η ήττα των χριστιανικών δυνάμεων στην κομβική μάχη του Κοσσυφοπεδίου (1389) εγκατέστησε σταθερά τους Οθωμανούς στα Βαλκάνια προμηνύοντας την επέκτασή τους στην Ουγγαρία και στην Κεντρική Ευρώπη.

Mε την Ουγγαρία πλέον στην πρώτη γραμμή, ο Πάπας Βονιφάτιος ο 9ος κήρυξε ακόμα μια σταυροφορία ευρωπαϊκών εθνών για τη σωτηρία της χριστιανικής Ευρώπης από το Ισλάμ αλλά το γεγονός ότι ο Εκατονταετής Πόλεμος κυρίως μεταξύ Αγγλίας και Γαλλίας όπως και οι διάφοροι τοπικοί πόλεμοι στην Ιταλική χερσόνησο συνεχιζόταν κράτησαν πολλούς εκτός του καλέσματος, κάτι που είχε συνέπειες. Τη σταυροφορία στήριξαν τόσο οι αυτόνομοι Βούλγαροι ηγεμόνες, που γνώριζαν ότι η σειρά τους είχε έρθει όσο και η Βενετία, που αισθανόταν πια κοντά την ανάσα του οθωμανικού κινδύνου. Αν και 600 χρόνια τώρα οι αντιλογίες μεταξύ μαρτύρων και ιστορικών παραμένουν, γενικά δεχόμαστε πως 15-20.000 σταυροφόροι συγκεντρώθηκαν έναντι 20.000 περίπου Οθωμανών.

Πρωταρχικός στόχος ήταν η κατάληψη της Νικοπόλεως (σημερινό Nikopol, στη νότια όχθη του Δουνάβεως στη Βουλγαρία) που έλεγχε τον δρόμο προς την Βουλγαρία και από εκεί προς την Κωνσταντινούπολη. Οι σταυροφόροι πολιόρκησαν το κάστρο που με τα ισχυρά του τείχη και την εξαιρετικά οχυρή του θέση δέσποζε πάνω τον Δούναβη αλλά χωρίς πολιορκητικές μηχανές μόνο η πείνα μπορούσε να κάνει την τουρκική φρουρά να υποκύψει και ο φρούραρχος είχε προετοιμαστεί καλά. Για καιρό οι σταυροφόροι περνούσαν νωχελικά τον χρόνο τους περιμένοντας την πτώση της πόλης ενώ την ίδια στιγμή ο τουρκικός στρατός του σουλτάνου Βαγιαζήτ πλησίαζε από τα νότια και ο σερβικός του υποτελούς του πρίγκηπα Στεφάν Λαζάρεβιτς από τα δυτικά.

Πληροφορούμενοι την προσέγγισή τους από ανιχνευτές, οι σταυροφόροι προτοιμάστηκαν να τους αντιμετωπίσουν ενώ μια ομάδα 1.000 Γάλλων ιπποτών έστησε ενέδρα στην τουρκική εμπροσθοφυλακή που κατασφάχτηκε. Ενθαρρυμένοι οι Γάλλοι ιππότες απέρριψαν τις προτάσεις τόσο του ηγεμόνα Μιρτσέα του πρεβύτερου όσο και του αρχιστρατήγου Σιγισμούνδου να απασχολήσουν τους Τούρκους με ελαφρά στρατεύματα εξαπολύοντας την ισχυρή επέλαση των θωρακισμένων ιπποτών τους, όταν ο εχθρός θα είχε κουραστεί και εμπλέξει τις εφεδρείες του. “Δεν θα λάβομεν θέση πίσω από τους χωρικούς ατιμάζοντας το όνομα και την θέσιν μας εκθέτοντας τους εαυτούς μας στην καταφρόνηση όλου του κόσμου”, δήλωσε χαρακτηριστικά στο συμβούλιο ο κόμης Φίλιππος του Αρτουά, που θα αιχμαλωτιζόταν στη μάχη.

Όταν οι Οθωμανοί έφτασαν πάνω από το στρατόπεδο των σταυροφόρων λαμβάνοντας τα δεσπόζοντα υψώματα, οι Γάλλοι ιππότες επιτέθηκαν αχαλίνωτοι ποδοπατώντας την πρώτη γραμμή των Τούρκων από άτακτα και ανεκπαίδευτα στρατεύματα. Στη συνέχεια έφτασαν στη δεύτερη γραμμή με πιο καλά εξοπλισμένο πεζικό που στεκόταν πίσω από αμυντικούς αιχμηρούς πασσάλους. Πολλοί έπεσαν από τα άλογα ή καρφώθηκαν πάνω τους αλλά σταδιακά απώθησαν τους Τούρκους και παραμέρισαν τα εμπόδια. Βλέποντας τους Τούρκους να σκορπίζουν οι νεώτεροι ιππότες έσπευσαν να τους καταδιώξουν μην ακούγοντας τη συμβουλή των μεγαλύτερων να περιμένουν τους πεζούς Ούγγρους και Βλάχους για να τους ενισχύσουν και να καλύψουν τα νώτα τους. Εκείνη τη στιγμή ο Βαγιαζήτ εξαπέλυσε το ιππικό των Σπαχήδων που χτυπώντας τα τύμπανα επέπεσε πάνω τους με την κραυγή “ο Θεός είναι μεγάλος”. Οι ιππότες, πεζοί ή έφιπποι, τους αντιμετώπισαν όσο καλύτερα μπορούσαν αλλά οι αριθμοί και η κούραση ήταν εναντίον τους. Πολλοί έπεσαν μεταξύ τους ονόματα όπως ο ναύαρχος ντε Βιέν, ο Ζαν ντε Καρούζ, ο Φίλιππος ντε Μπαρ κι ο Ορντάν ντε Σασερόν. Άλλοι αναζήτησαν τη σωτηρία στη φυγή κι άλλοι αιχμαλωτίστηκαν. Οι Τρανσυλβανοί και Βλάχοι αποφάσισαν πως η μάχη είχε χαθεί και υποχώρησαν στα ενετικά καράβια που έκλειναν την πολιορκία από τον Δούναβη ενώ ο Σιγισμούνδος με τους Γερμανούς ιππότες πολεμούσε με λύσσα για να αποτρέψει την κύκλωση και εκμηδένιση του υπολοίπου στρατού. Η έγκαιρη άφιξη του Στεφάν Λαζάρεβιτς έδωσε την νίκη στους Οθωμανούς σαρώνοντας με το βαρύ ιππικό του τους σταυροφόρους.

Η μάχη είχε λήξει και μαζί της και η ίδια η σταυροφορία. Ο Βαγιαζήτ περιέτρεξε το πεδίο της μάχης και ανακάλυψε τα διαμελισμένα πτώματα της τουρκικής φρουράς της Αράχωβας του Δουνάβεως, που οι χριστιανοί είχαν συλλάβει νωρίτερα και κρατούσαν αλλά κατέσφαξαν καθώς οι Τούρκοι προσέγγιζαν το στρατόπεδο. Οργισμένος διέταξε να σφαγούν όλοι οι αιχμάλωτοι εκτός από τους ευγενείς που θα αντάλλασσαν με λύτρα. Ο αφανισμός του χριστιανικού στρατεύματος θα φέρει το τέλος του βουλγαρικού κράτους και θα αυξήσει την πίεση στα βαλκανικά βασίλεια, την Κωνσταντινούπολη και την Ευρώπη. Ο ίδιος ο Σιγισμούνδος επιβίωσε για να ανέλθει αργότερα στη θέση του αυτοκράτορα της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας αλλά έλεγε πάντα πως η Νικόπολη ήταν η μεγαλύτερη ήττα του, που ήταν ταυτόχρονα και αχρείαστη: “χάσαμε τη μάχη από την περηφάνεια και την έπαρση αυτών των Γάλλων. Αν άκουγαν τη συμβολή μου είχαμε αρκετούς άνδρες για να κερδίσουμε τους εχθρούς μας” και είχε πιθανότατα δίκαιο.

Οι Ευρωπαίοι δεν ανέλαβαν άλλη μεγάλη σταυροφορία μετά από τη Νικόπολη. Οι Οθωμανοί ήταν ελεύθεροι να καταβάλουν την Ουγγαρία, αν το ήθελαν, αν και επικεντρώθηκαν στην πολιορκία της Κωνσταντινούπολης. Μόνο η επέμβαση του Ταμερλάνου στη Μικρά Ασία έκανε τον Βαγιαζήτ να λύσει την πολιορκία και να αντιμετωπίσει τον μογγολικό κίνδυνο στα ανατολικά, χάνοντας τελικά τη ζωή του. Στα Βαλκάνια, η Βλαχία έστεκε πλέον μόνη της αντιστεκόμενη στους Οθωμανούς και θα οργανώσει την εσχάτη προσπάθεια απόκρουσής τους με τη βοήθεια των Ούγγρων και των Πολωνών το 1444, που όμως θα λήξει άδοξα στη Βάρνα. Δέκα χρόνια μετά θα πέσει και η Κωνσταντινούπολη και 7 χρόνια μετά από το δεσποτάτο του Μωρέως θα υποκύψει με τη σειρά του και η αυτοκρατορία της Τραπεζούντας το επόμενο χρόνο.

Most Popular