Ο Οθωμανός σουλτάνος Μεχμέτ ο 2ος ξεκινά την έσχατη έφοδο κατά των Θεοδοσιανών Τειχών της βασιλίδας των πόλεων. Μετά από πολιορκία 53 ημερών, τα υπερχιλιετή τείχη, μισοκατεστραμμένα από τον βομβαρδισμό των νέων πυροβόλων και πολιορκητικών μηχανών, με ελάχιστους και εξαντλημένους υπερασπιστές, πλημμυρίζουν με τουρκικά σαρίκια. «Η Πόλις εάλω».
To 1453 η Κωνσταντινούπολη ήταν σκιά του παλιού εαυτού της. Όλα τα εδάφη της Μικράς Ασίας και της Νότιας Βαλκανικής είχαν πέσει στα χέρια των Τούρκων. Μόνο η Κωνσταντινούπολη και το Δεσποτάτο του Μυστρά έστεκαν ακόμα θυμίζοντας την παλιά κραταιά αυτοκρατορία.
Ο βυζαντινός στρατός είχε απομειωθεί αντίστοιχα, η αριστοκρατία είχε εκπέσει και οι δεσπότες πλήρωναν τα χρέη τους με εδάφη και προπύργια στο Αιγαίο και την Πελοπόννησο πλειστηριάζοντάς τα στους Ενετούς ή τους Γενοβέζους. Το εμπόριο είχε παραλύσει. Ο στόλος είχε διαλυθεί χρόνια πριν και η ναυτική ισχύς είχε εκχωρηθεί στους ξένους «για οικονομία», ενώ η αριστοκρατία και ο κλήρος ήταν βυθισμένοι στις ίντριγκες, την απελπισία και τη διαπλοκή.
Ο τελευταίος αυτοκράτορας Κωνσταντίνος ο 11ος των Παλαιολόγων, είχε στεφθεί στο Μυστρά μόλις δύο χρόνια πριν (αλλά όχι στην Αγία Σοφία Κωνσταντινούπολης όπως οι «νόμιμοι» προκάτοχοί του, γεγονός που έκανε κάποιους να λένε με κακεντρέχεια ότι ήταν σφετεριστής και ψευδο-αυτοκράτορας).
Αφού έκανε πολλές αλλά άκαρπες προσπάθειες να συγκεντρώσει συμμάχους από βαλκανικούς ηγεμόνες, βασιλείς του Καυκάσου, Φράγκους, τον Πάπα και τις Ιταλικές Δημοκρατίες τάσσοντας τα πάντα (γάμο, γη, προνόμια, ένωση Εκκλησιών, μεταστροφή του στο καθολικό δόγμα), κατόρθωσε να συγκεντρώσει 7-8 χιλιάδες πολεμιστές, πολλούς από αυτούς μισθοφόρους και να πλεύσει στην πόλη των μόλις 50.000 κατοίκων.
Ο σουλτάνος Μεχμέτ δεν βιάστηκε. Αφού διέτρεξε όλη την Ασία σφάζοντας τους συγγενείς του για να σιγουρευτεί ότι δεν είχε ανταγωνιστές στην εξουσία του, έχτισε δύο κάστρα (το Αναντολού Χισάρ και το Ρούμελι Χισάρ) που επιτηρούσαν το πέρασμα προς την Πόλη.
Συγκέντρωσε κάπου 120.000 ασκέρι, τους περισσότερους άτακτους με σπαθιά και λόγχες που ήρθαν για τη λεηλασία από την Ανατολή, αλλά και Σλάβους, Ρουμάνους, Αθίγγανους, Άραβες κ.α. 10.000 Γενιτσάρους επίλεκτο πεζικό, σπαχήδες Τουρανικό ιππικό, πληρώματα πυροβολικού και βοηθητικούς, 120 πλοία και 70 πυροβόλα και κίνησε για την Πόλη.
Η πολιορκία άρχισε στις 6 Απριλίου 1453, και αφού περιέσφιξε τις άμυνες γύρω από τα τείχη, έστησε τα κανόνια και άρχισε τον βομβαρδισμό τους. Χτισμένα για επιθέσεις μιας άλλης εποχής, τα πέτρινα τείχη γκρεμίζονταν αλλά τη νύχτα οι υπερασπιστές τα επισκεύαζαν. Οι Οθωμανοί δοκίμασαν κι άλλες τεχνικές, υπονόμευση, καταπέλτες αλλά κι εκεί οι Βυζαντινοί υπό την καθοδήγηση ενός μισθοφόρου, του Τζιοβάνι Τζουστινιάνι οργάνωναν αντίμετρα. Οι επιθέσεις των Τούρκων έσπαγαν πάνω στην οργανωμένη και ψυχωμένη αντίσταση των υπερασπιστών.
Στις 20 Απριλίου, ο πλοίαρχος Φλαντανελάς οδηγεί έναν στολίσκο από ένα βασιλικό καράβι και τρεις γενοβέζικες γαλέρες με εφόδια, περνά τον αποκλεισμό και αφού εμπλέκεται με τα τουρκικά πλοία σε μια άνιση ναυμαχία, κατορθώνει να μπει στον Κεράτιο κόλπο υπό τις επευφημίες του πληθυσμού.
Όμως, ο χρόνος μετρά αντίθετα. Στις 22 Απριλίου ο Μεχμέτ θα εκτελέσει την μεταφορά δια ξηράς 70 πλοιαρίων του στόλου του, παρακάμπτοντας την αλυσίδα που μπλόκαρε τον Κεράτιο κόλπο κυκλώνοντας την Πόλη από τρεις πλευρές. Οι Κωνσταντινουπολίτες υποπτεύονταν τους Ενετούς, Γενοβέζους και Φλωρεντίνους εμπόρους του Πέραν για προδοσία.
Λίγο πριν την τελική έφοδο, ο Μεχμέτ κάλεσε τον Κωνσταντίνο να αποχωρήσει με τους θησαυρούς, την οικογένεια και όσους άρχοντες και φίλους του επιθυμούσε. Ήταν μια πολύ γενναιόδωρη προσφορά αλλά ο Κωνσταντίνος την απέκρουσε με αυταπάρνηση.
Στις 29 Μαΐου, η τελική επίθεση ξεκίνησε και μετά από ώρες μάχης, οι λιγοστοί πλέον υπερασπιστές κατέρρευσαν. Έχοντας λιγοστέψει δραματικά και με δύο διαβάσεις στα κατεστραμμένα τείχη, οι Οθωμανοί είχαν υπεροχή 100:1. Δεν υπήρξε κερκόπορτα. Δεν υπήρξε προδοσία. Οι Έλληνες έπεσαν πολεμώντας.
Ο πρωτοστράτωρ Τζιουστινιάνι (Giovanni Giustiniani Longo ή Ιωάννης Ιουστινιάνης στις ελληνικές πηγές) πολέμησε γενναία τα κύματα των Τούρκων αλλά και τις τραγικές αντιλήψεις των Ελλήνων αρχόντων εντός της Πόλης. Πολέμησε ακόμα κι όταν θεώρησε πως η πορεία της μάχης δεν ήταν αναστρέψιμη και αποσύρθηκε τελικά μετά από τον σοβαρό τραυματισμό του (μοιραίος, όπως αποδείχθηκε τελικά).
Ο αυτοκράτορας βλέποντας τους Τούρκους να ορμάνε ασυγκράτητοι έσυρε το σπαθί του και όρμησε στο πλήθος των εχθρών. Το σώμα του δεν ανευρέθηκε ποτέ. Πώς να αναγνωριστεί όταν οι Τούρκοι αποκεφάλισαν και κομμάτιασαν όλα τα πτώματα των πολεμιστών;
Η Πόλη λεηλατήθηκε άγρια. Ο Μεχμέτ έταξε τους ανθρώπους και τα λάφυρα στους στρατιώτες αλλά απαγόρευσε την εκ θεμελίων καταστροφή της Πόλης κρατώντας την για τον εαυτό του. Πολλοί σφαγιάστηκαν μέσα στις εκκλησίες. Άλλοι σύρθηκαν σκλάβοι, γυναίκες και παιδιά βιάστηκαν, ακόμα και καλόγριεςστα αντίσκηνα του οθωμανικού στρατοπέδου.
Μετά το θάνατο του Κωνσταντίνου, ανώτερος Βυζαντινός άρχοντας στην Πόλη ήταν Μεγαδούκας Λουκάς Νοταράς. Ο Μεχμέτ τον κάλεσε και του πρόσφερε τη θέση του Βεζύρη και συμβούλου του, αν ασπαζόταν το Ισλάμ και του έδινε το μικρότερο γιό του για την ευχαρίστησή του. Ο Νοταράς αρνήθηκε και το κεφάλι του κύλισε στο πάτωμα, όπως και των υιών του.
Ο Μεχμέτ θα μετατρέψει την Αγία Σοφία σε τζαμί και θα καλέσει τον εκδιωχθέντα λόγω των ανθενωτικών του αισθημάτων Γεννάδιο Σχολάριο αποκαθιστώντας τον ως Πατριάρχη. Η Κωνσταντινούπολη γίνεται Ισταμπούλ, πόλη αντάξια της ισχυρότατου πλέον Οθωμανικού Χαλιφάτου, που από περιοδεύουσα νομαδική ορδή θα εξελιχθεί στη μεγαλύτερη ισλαμική αυτοκρατορία, και με εξισλαμισμένους Βυζαντινούς άρχοντες.
Η πτώση της Κωνσταντινούπολης είναι το μεγαλύτερο γεγονός στην ιστορία του ύστερου Μεσαίωνα. Το 1453 είναι το έτος που χάνεται οριστικά η Βυζαντινή και γεννιέται η Οθωμανική αυτοκρατορία. Η φυγή των Βυζαντινών λογίων στη Δύση θα πυροδοτήσει την ιταλική Αναγέννηση, ο δυτικός πολιτισμός αφυπνίζεται αλλά και στη Ρωσία γεννιέται η έννοια της Τρίτης Ρώμης, της κοινωνίας του πνεύματος της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας.