Στην πρώτη επιτυχημένη μαζική χρήση πυροβόλων όπλων σε μάχη στην Ιαπωνία, οι δυνάμεις του νταϊμιο (ανώτερος άρχοντας) Τακέντα Κατσουγιόρι, συντρίβονται από το πειθαρχημένο πυρ των μουσκέτων του αντιπάλου του, Όγκα Γιασίρο.
Οι 15.000 άνδρες του Τακέντα πολιορκούσαν το κάστρο του Ναγκασίνο, που άντεξε σε όλες τις προσπάθειές τους να το καταλάβουν, περιλαμβανομένης επίθεσης από το ποτάμι, υπονόμευση των τειχών και έφοδο με σκληρό αγώνα σώμα με σώμα. Η εμφάνιση του στρατού του Όγκα, δύναμης 38.000 ανδρών, έδειξε πως ήταν το τέλος αλλά ο Τακέντα αποφάσισε να πολεμήσει.
Η αυτοπεποίθηση του Τακέντα βασιζόταν στον χαρακτήρα του αλλά και σε κάποια αντικειμενικά δεδομένα. Ήξερε πως ο Όγκα βασιζόταν στους 3.000 αρκεβουζιοφόρους του ως «πυροβολικό» και αποφάσισε να τους ανατρέψει με μια επέλαση ιππικού. Μια καταρακτώδης βροχή που είχε σαρώσει το πεδίο την προηγούμενη νύχτα, τον έκανε να πιστεύει πως η πυρίτιδα των όπλων τους θα ήταν υγρή κι άχρηστη.
Επιπλέον, οι αρκεβουζιοφόροι ήταν πολεμιστές “ασιγκάρου” που επιστρατεύονταν από κατώτερες τάξεις και υποχωροήυσαν εύκολα αν βρίσκονταν υπό επίθεση. Μια επέλαση ιππικού θα τους σάρωνε εύκολα ειδικά αν η απόσταση που θα έπρεπε να διανύσει ήταν μικρή.
Ο Τακέντα επέλεξε να στείλει το ιππικό του να διασχίσει το ποτάμι και να επιτεθεί από εκεί για αυτούς τους λόγους. Ο Όγκα από την άλλη τον άφησε ανενόχλητο να το κάνει. Κατασκεύασε ένα πλέγμα από μπαμπού που άφηνε μεγάλα κενά κοντά στην όχθη και έταξε τους πυροβολητές του πίσω από αυτό. Τους χώρισε σε ομάδες πυρός διατάσσοντάς τους να βάλλουν κατά τμήματα, διασφαλίζοντας ένα κυλιόμενο πυρ αντί ασυντόνιστων πυρών κατά βούληση, που ίσχυε ως τότε. Ενώ έθεσε τα τμήματα υπό τη διοίκηση αξιωματικών σαμουράι για να διατηρήσουν την πειθαρχία, πράγμα πρωτάκουστο τότε, αφού οι σαμουράι δεν δέχονταν να διοικήσουν κατώτερα στρατεύματα ασιγκάρου.
Το ιππικό του Τακέντα πέρασε το ποτάμι με μικρά προβλήματα και τάχθηκε στην όχθη ξεκινώντας την επέλασή του. Μέχρι στιγμής, κανένας πυροβολισμός δεν είχε έρθει από τη μεριά του στρατού του Όγκα, ενισχύοντας την άποψη του Τακέντα πως η πυρίτιδα των αρκεβουζίων είχε βραχεί. Όμως, σύντομα οι ιππείς του δέχτηκαν μια ομοβροντία βολών από το φράχτη των μπαμπού. Κι αμέσως μετά κι άλλη κι άλλη. Η επέλαση απέτυχε αλλά η μάχη κράτησε μέχρι αργά το απόγευμα. Ο Τακέντα έχασε πάνω από 10.000 από τους 15.000 άνδρες του έναντι 6.000 του Όγκα.
Μεταξύ των απωλειών του Τακέντα ήταν και σημαντικά ονόματα του στρατού του, πολλοί στρατηγοί και ευγενείς που έκαναν την προσπάθεια αναδιοργάνωσης σχεδόν αδύνατη. Ο ίδιος ο Τακέντα θα πέθαινε λίγα χρόνια αργότερα.
Αν και πολλοί αποδίδουν μέχρι και σήμερα την νίκη του Όγκα μόνο στη μαζική χρήση πυροβόλων όπλων που νίκησαν τους ευγενείς σαμουράι -μια θέση δημοφιλής μεταξύ ιστορικών του 20ού αιώνα για να δείξει πως η σύγχρονη τεχνολογία επέτρεπε στις “μάζες” να διεκδικήσουν ανατρεπτικό ρόλο στον πόλεμο και στην κοινωνία- δεν ήταν ακριβώς έτσι. Τα αρκεβούζια χρησιμοποιούντο από τους Ιάπωνες σε μάχες ήδη από το 1550, που είχαν αντιγράψει πορτογαλικά δείγματα (αποκαλούνταν Tanegashima). Καινοτόμος ήταν η κατασκευή του φράχτη και η τακτική του κυλιομένου πυρός, που έκτοτε θα διαδοθεί και στην Ιαπωνία.