Κατά τον Αμερικανικό Εμφύλιο, οι δυνάμεις του στρατηγού των Νοτίων, Νέηθαν Μπέντφορντ Φόρεστ, αναχαιτίζουν το 1864 μια ισχυρή δύναμη Βορείων που είχε διεισδύσει στην περιοχή του Μισσισσιππή και κατευθυνόταν προς την Ατλάντα.
Αυτή η κίνηση των Βορείων ήταν ιδέα του νέου αρχιστρατήγου Γκράντ, που ανέλαβε επιθετικές επιχειρήσεις προς το Ρίτσμοντ εναντίον της στρατιάς της Βόρειας Βιρτζίνια (στρατηγός Λη). Την ίδια ώρα ο στρατηγός των Βορείων Σέρμαν θα αναλάμβανε δράση κατά της Στρατιάς του Τενεσί (στρατηγός Τζόνστον) με αντικειμενικό σκοπό την Ατλάντα, κέντρο ανεφοδιασμού όλων των δυτικών Νοτίων Πολιτειών.
Στις 9 το πρωΐ της 10ης Ιουνίου 1864, η μεραρχία ιππικού του στρατηγού των Βορείων, Σάμιουελ Στάρτζις (3.300 ιππείς και 4.800 πεζοί), έφτασε κλιμακωτά στη διασταύρωση του Brice, μια δασωμένη και διακοπτόμενη από χαντάκια στενή διάβαση μετά τη γέφυρα του ποταμού Τισομίνγκο Κρηκ. Εκεί, τον αντιμετώπισε ο στρατηγός Νέηθαν Φόρεστ με την ταξιαρχία του των 3.500 ιππέων.
Αρχικά ο Φόρεστ έφραξε το δρόμο στα πρώτα στρατεύματα των Βορείων ιππέων εκθέτοντάς τα σε πυρ από το δάσος, ενώ άπλωνε τα άλλα δύο τρίτα της δύναμής του δεξιά και αριστερά κυκλώνοντας τους επερχόμενους Βορείους. Οι ιππείς των Βορείων κλονίστηκαν σοβαρά αλλά ενισχυμένοι με νέες δυνάμεις αντεπιτέθηκαν κατά μέτωπο. Οι Νότιοι κράτησαν τις θέσεις τους μέχρι που η άφιξη επιπλέον Βορείων πεζών ανέτρεψε τις ισορροπίες.
Τότε ο Φόρεστ ενέπλεξε επιθετικά τους άνδρες του στα πλάγια ωθώντας τους Βορείους προς το πυροβολικό του που συγκεντρώθηκε και υπό τη διοίκησή του και έβαλε από μικρή απόσταση με βολιδοφόρα προς το συνωθούμενο εχθρικό πεζικό. Η δύναμη των Βορείων κομματιάστηκε και με μια γενική επίθεση διασκορπίστηκε και υποχώρησε άτακτα.
Περίπου 620 Βόρειοι σκοτώθηκαν ή τραυματίστηκαν και 1.600 αιχμαλωτίστηκαν έναντι μόλις 400 Νοτίων ενώ καταλήφθηκαν και 22 κανόνια. Η μάχη έκανε γνωστό το όνομα του Φόρεστ που στο εξής θα αποκαλείται “διάβολος Φόρεστ” ή “Μάγος της σέλας”.