Ανακηρύσσεται στο Αργυρόκαστρο η αυτονομία της Βορείου Ηπείρου, ως απάντηση στην απόδοση της περιοχής στο Αλβανικό κράτος από τις συνθήκες του Λονδίνου και το Πρωτόκολλο της Φλωρεντίας για τα Βαλκανικά σύνορα, το Δεκέμβριο του 1913.
Η Βόρειος Ήπειρος κατοικείτο από πλειονότητα ελληνικού πληθυσμού και είχε ήδη κηρυχθεί ελεύθερη από τον Νοέμβριο του 1912, λίγο μετά την έναρξη του 1ου Βαλκανικού Πολέμου με την απόβαση στο λιμάνι της Χειμάρας του Σπύρου Σπυρομήλιου. Κατά τις επιχειρήσεις στο μέτωπο της Ηπείρου, η Βόρεια Ήπειρος ελευθερώθηκε επίσημα από τον ελληνικό στρατό αλλά τα ελληνικά στρατεύματα αναγκάστηκαν να αποχωρήσουν μετά από πίεση των Μεγάλων Δυνάμεων.

Στις 13 Φεβρουαρίου 1914, η Πανηπειρωτική Συνέλευση αποφάσισε να προχωρήσει σε μονομερή ενέργεια αυτονόμησης σε περίπτωση που δεν επιτυγχνάνετο η ένωση με την Ελλάδα. Αυτό έγινε από τον Γεώργιο Χρηστάκη Ζωγράφο, ‘Ελληνα πολιτικό με καταγωγή από το Αργυρόκαστρο, για την προστασία των εδαφών και του αμάχου πληθυσμού από Αλβανούς ατάκτους. Στην περιοχή εντάσσονταν το Αργυρόκαστρο, η Χειμάρρα, το Δέλβινο, η Πρεμετή, οι Άγιοι Σαράντα, η Ερσέκα, όχι όμως και η Κορυτσά που παραδόθηκε στην Αλβανική χωροφυλακή.

Η κυβέρνηση της Β. Ηπείρου συγκροτήθηκε με υπουργεία Στρατιωτικών, Παιδείας, Οικονομικών και Εξωτερικών και η απόφαση της Συνέλευσης κοινοποιήθηκε στις Μεγάλες Δυνάμεις. Η Ελλάδα του Βενιζέλου κράτησε μάλλον εφεκτική στάση θέλοντας να δείξει ότι σέβεται τις διεθνείς συνθήκες.
Στα επόμενα χρόνια οι Βορειοηπειρώτες θα δεχθούν μεγάλη πίεση από ξένες δυνάμεις και Αλβανούς ενόπλους μέχρι τελικά, την επιδίκαση της περιοχής οριστικά στην Αλβανία το 1921. Σημαντικότατη συμβολή είχε η απώλεια κάθε ουσιαστικής υποστήριξης και βοήθειας από την Ελλάδα μεταξύ 1916 και 1920, λόγω του εθνικού διχασμού.