Με την κήρυξη του Β΄Παγκοσμίου Πολέμου, η ουσιαστικότερη βοήθεια προς την Πολωνία από τους Βρετανούς ήταν κάποιοι βομβαρδισμοί της Γερμανίας από αέρος, καθώς η αντιπαράθεση στο έδαφος, στα σύνορα με τη Γαλλία, ήταν για πολύ καιρό τόσο υποτονική που χαρακτηρίστηκε ως «Ψευτοπόλεμος» (Phoney War).
Έτσι, σε μια επιδρομή 22 βρετανικών βομβαρδιστικών της R.A.F. (Royal Air Force) στον όρμο της Ελιγολάνδης στη Βόρεια Θάλασσα, όπου ήταν πέρασμα του Γερμανικού ναυτικού και κυρίως των υποβρυχίων του, η γερμανική αεράμυνα λειτούργησε καλά συγκεντρώνοντας 44 καταδιωκτικά Bf-109 και Bf-110 από τέσσερις μοίρες δίωξης, εναντίον τους.
Συγκεκριμένα λίγο μετά τη μια το μεσημέρι της 18ης Δεκεμβρίου 1939, τα βρετανικά βομβαρδιστικά Wellington Mk I πέταξαν πάνω από τις λασπωμένες ακτές της Γερμανίας καθοδόν προς το Βίλελμσχάφεν και την Ελιγολάνδη για να βυθίσουν όσα γερμανικά πλοία μπορούσαν. Εκεί, δέχτηκαν τα πρώτα ανειαεροπορικά πυρά των πυροβολαρχιών προστασίας του Μπρέμερχαφεν και του Κούξχαφεν. Ταυτόχρονα, η γερμανική διοίκηση απογείωνε ταχύτατα καταδιωκτικά από κοντινούς καμουφλαρισμένους διαδρόμους, τόσο κοντά που τα βρετανικά πληρώματα έβλεπαν τα αεροπλάνα να τροχοδρομούν.
Στη 13:30, τα βρετανικά βομβαρδιστικά είχαν φτάσει πάνω από το στόχο τους, άφησαν τις βόμβες τους και απαγκιστρώθηκαν. Μόνο τα αεροσκάφη της 149ης Μοίρας βρήκαν κάποια πλοία για να στοχοποιήσουν αλλά και πάλι η βιασύνη ήταν κακός σύμμαχος. Τα υπόλοιπα σμήνη άφησαν τις βόμβες στην τύχη και προσπάθησαν να αναδιοργανωθούν στην επιστροφή, με τα περισσότερα να μην βλέπουν τον διοικητή τους στην κεφαλή του σχηματισμού.
Λίγα λεπτά μετά, τα γερμανικά καταδιωκτικά Bf-109 και Bf-110, όντας επιτέλους στον αέρα, έκαναν τις πρώτες τους επαφές. Στην πρώτη μεγάλη αερομαχία του Β΄Παγκοσμίου, δώδεκα βρετανικά βομβαρδιστικά και τρία γερμανικά καταδιωκτικά καταρρίφθηκαν και άλλα τρία βρετανικά και δώδεκα γερμανικά αεροσκάφη υπέστησαν ζημιές. Οι δύο αντίπαλοι διεκδίκησαν εξίσου τη νίκη, με τους Γερμανούς να λένε πως κατέρριψαν σαράντα βρετανικά βομβαρδιστικά και τους Βρετανούς εικοσιτέσσερα γερμανικά καταδιωκτικά.
Παρά τις θριαμβολογίες, όμως, η επιχείρηση ήταν μια αποτυχία και για τους δύο αντιπάλους. Οι Βρετανοί, εγκλωβισμένοι στη στρατηγική τους (ή καλύτερα στον ευσεβή πόθο) ότι “τα βομβαρδιστικά θα διασπούν πάντα τον κλοιό” των αντιαεροπορικών, επιτέθηκαν με μια μικρή δύναμη κατά σημαντικού στόχου στο φως της μέρας και αποδεκατίστηκαν. Πέρα από την προπαγάνδα, το συμπέρασμά τους ήταν πως για να αποφεύγονται οι μεγάλες απώλειες όφειλαν να επιτίθενται τη νύχτα, σε σφιχτούς σχηματισμούς βομβαρδιστικών για να υπάρχει πυκνότερη αλληλοκάλυψη από τα πολυβόλα των αεροσκαφών και βαθιά στην εχθρική ενδοχώρα, όπου η εχθρική άμυνα δεν θα τους περίμενε. Από την πλευρά τους, οι Γερμανοί “μέθυσαν” με το κρασί της νίκης, θεωρώντας πως έκαναν τα πάντα σωστά και ότι οι Βρετανοί επιτιθέμενοι σε τόσο καλά προστατευμένο στόχο έκαναν τεράστιο λάθος.
Η αλήθεια είναι πως υπό ιδανικές συνθήκες οι Γερμανοί θα έπρεπε να καταστρέψουν πλήρως τον εχθρό αλλά δεν το έκαναν. Βέβαια, τα αντιαεροπορικά τους “έσπασαν” τους εχθρικούς σχηματισμούς και αποπροσανατόλισαν πολλά αεροπλάνα, κάνοντας τη διείσδυση των καταδιωκτικών στα κενά εύκολη. Ωστόσο, η τακτική της υπερσυγκέντρωσης αεροπορικών μέσων στην πρώτη γραμμή του μετώπου δεν άφηνε αρκετή ισχύ για την κάλυψη της γερμανικής επικράτειας στα μετόπισθεν, μια πραγματικότητα που θα τους στοιχίσει στο άμεσο μέλλον.
Μια άλλη παράμετρος ήταν πως η επιτυχία των Γερμανών οδήγησε στον εφησυχασμό τους. Θεωρώντας ότι οι τακτικές και τα μέσα της δύναμης αναχαιτίσεως ημέρας ήταν επαρκή, δεν προέβησαν στις απαραίτητες αλλαγές. Σύντομα, η Βρετανική Διοίκηση Βομβαρδιστικών, ενισχυμένη και με την αμερικανική δύναμη λίγο μετά, θα αλλάξει πλήρως τους κανόνες του παιχνιδιού κάνοντας τη Luftwaffe να ακολουθεί ασθμαίνοντας.