Η Luftwaffe εξαπολύει επίθεση καταστροφής των συμμαχικών αεροδρομίων στο Δυτικό μέτωπο. Πρόκειται για το εναέριο σκέλος της γερμανικής επιθετικής πρωτοβουλίας “Βόρειος Άνεμος”, που είχε ξεκινήσει υπό συνθήκες αιφνιδιασμού την προηγούμενη μέρα, 31 Δεκεμβρίου του 1944.
Οι Γερμανοί είχαν επιτεθεί αρχικά στις 16 Δεκεμβρίου με σημαντικούς τεθωρακισμένους σχηματισμούς μέσα από το πυκνό δάσος των Αρδεννών και σε εξαιρετικά δυσμενείς καιρικές συνθήκες πετυχαίνοντας τον απόλυτο αιφνιδιασμό. Συμπληρωματική αυτής της μεγάλης επίθεσης των Αρδεννών, ήταν ο “Βόρειος Άνεμος”.
Η ιδέα του αεροπορικού χτυπήματος βασιζόταν σε μια παλιότερη εισήγηση του υποπτεράρχου (Generalleutnant) της Αεροπορίας, Adolf Galland, διοικητή της Δύναμης Καταδιωκτικών. Άσσος της δίωξης και ο ίδιος με 100 περίπου καταρρίψεις στο ενεργητικό του, ο Galland είχε επισημάνει από νωρίς το άσκοπο να επιτίθενται η Luftwaffe στη συνοδεία καταδιωκτικών των συμμαχικών βομβαρδιστικών που εφορμούσαν κατά των γερμανικών πόλεων και υποδομών. Αντί αυτού, πρότεινε με επίταση να εστιάσουν τα γερμανικά καταδιωκτικά απευθείας στα συμμαχικά βομβαρδιστικά και μάλιστα στο έδαφος.
Με αφορμή την εξαπόλυση της χερσαίας επίθεσης του “Βορείου Ανέμου” και την απαίτηση να παρέχει η αεροπορία τη βέλτιστη κάλυψη, ο Galland επανέφερε την παλιά του πρόταση. Αν η Luftwaffe δεν ήταν ισχυρή στον αέρα, όπως το καλοκαίρι του 1940, τουλάχιστον ένα χτύπημα που θα παρέλυε τις υποδομές των Συμμάχων και θα κατέστρεφε τα περισσότερα αεροσκάφη στο έδαφος θα έφερνε όχι την αεροπορική υπεροχή αλλά τουλάχιστον μια ισορροπία στους αριθμούς. Το Ισχυρό Χτύπημα (Grosser Schlug) που περιέγραφε ο Galland στην αναφορά του, ανέλαβε να μετουσιώσει σε επιτελικό σχέδιο ο τριαντάχρονος Ταξιάρχος της Αεροπορίας (Generalmajor) Ντήτριχ Πέλτς (Dietrich Peltz), διοικητής του 2ου Αεροπορικού Σώματος Δίωξης (II. Jagdkorps).
Το σχέδιο προέβλεπε κύριο λόγο μονοκινητήρια και δικινητήρια καταδιωκτικά της Luftwaffe, Messerschmitt Bf 109, Focke-Wulf Fw 190 αλλά και Junkers Ju 88 να καταφέρουν ένα αποφασιστικό χτύπημα στα συμμαχικά προκεχωρημένα αεροδρόμια και τις βάσεις ανεφοδιασμού.
Έτσι μονάδες αεροσκαφών από όλη την έκταση του Ράιχ μετακινήθηκαν εν κρυπτώ προς το Δυτικό Μέτωπο Επιχειρήσεων μαζί με φόρτους βομβών, καυσίμων, χειριστών και πληρωμάτων υποστήριξης. Το μεγάλο, όμως, πρόβλημα της Luftwaffe το 1944 δεν ήταν μόνο η έλλειψη μέσων όσο η τραγική πλέον απουσία έμπειρων χειριστών για να τα επανδρώσουν. Ο σμήναρχος Johannes “Macky” Steinhoff δήλωνε χαρακτηριστικά, “Μας έστελναν νεαρούς πιλότους που ήταν διστακτικοί, άπειροι και φοβισμένοι […] εντελώς ανέτοιμοι για μάχη. Ήταν ήδη πολύ δύσκολο να έχουμε στον αέρα αεροσκάφη σε σφιχτούς σχηματισμούς με έμπειρα πληρώματα. Με τους νέους ήταν απλά αδύνατο”. Ο σμήναρχος Günther Lützow προσέθεσε “…οι νέοι μας πιλότοι επιβίωναν το πολύ σε δύο ή τρεις αποστολές υπεράσπισης του Ράιχ προτού σκοτωθούν”.
Παρόλα αυτά, το πρωί της 1ης Ιανουαρίου 1945, οι πιλότοι των γερμανικών σμηνών (Geschwarder) απογειώθηκαν για άλλη μια φορά, για την επιχείρηση Bodenplatte, όπως είχε ονομαστεί. Εκμεταλλευόμενοι τη ραστώνη της Πρωτοχρονιάς, με τις συμμαχικές δυνάμεις να έχουν χαλαρώσει και ξενυχτίσει καταναλώνοντας ποσότητες αλκοόλ, οι Γερμανοί πιλότοι σάρωσαν τα τακτικά και προκεχωρημένα αεροδρόμια του Βελγίου, της Ολλανδίας και της δυτικής Γαλλίας.
Έχοντας κατορθώσει να μην διαρρεύσουν οι πληροφορίες για την επιχειρήση ο αιφνιδιασμός πέτυχε. Κάπου 305 αεροσκάφη της αμερικανικής, βρετανικής και καναδικής αεροπορίας καταστράφηκαν στο έδαφος ή σε αερομαχίες πάνω από τα αεροδρόμια, ενώ άλλα 190 υπέστησαν ζημιές.
Οι απώλειες, όμως, της Luftwaffe ήταν αδύνατον να αναπληρωθούν. 143 χειριστές νεκροί και αγνοούμενοι, 70 αιχμάλωτοι και 21 τραυματίες καθώς και 280 αεροσκάφη κατεστραμμένα και 69 με ζημιές, αποτέλεσαν την πιο κοστοβόρα μέρα για τη Γερμανική Αεροπορία κι έκαναν τον Άντολφ Γκάλαντ να πει ότι “θυσιάσαμε την ψυχή μας” με αυτή την αποστολή.
H Luftwaffe, που είχε ήδη χάσει 644 μαχητικά (με άλλα 277 με ζημιές) και 480 περίπου χειριστές εκτός μάχης κατά τις προηγούμενες έξι εβδομάδες του πολέμου, υπέστη και τη φθορά της Πρωτοχρονιάς του 1945. Απο την άλλη πλευρά οι συμμαχικές απώλειες αναπληρώθηκαν εντός δύο εικοσιτετραώρων και σε πολλές περιπτώσεις εντός ελαχίστων ωρών.