ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ – 21 Απριλίου 1967: Πώς στρώθηκε ο δρόμος προς τα τανκς

Τις πρωϊνές ώρες της 21ης Απριλίου 1967 σημειώνεται κίνημα ανατροπής του δημοκρατικού πολιτεύματος στην Ελλάδα από ομάδα αξιωματικών με επικεφαλής τους συνταγματάρχες Γεώργιο Παπαδόπουλο, Νικόλαο Μακαρέζο και τον ταξίαρχο Στυλιανό Παττακό.

Οι ρίζες του πραξικοπήματος εντοπίζονται στα χρόνια της Κατοχής και τον ανταγωνισμό των ομάδων της Αντίστασης μεταξύ τους για το πολιτικό σκηνικό που θα επικρατούσε στην μεταπολεμική Ελλάδα (ο ανταγωνισμός αυτός, βέβαια, μπορεί να εντοπιστεί ακόμα πιο πίσω).

Το 1944, καθώς οι Γερμανοί αποχωρούσαν, ο ανταγωνισμός αυτός εντάθηκε μεταξύ μιας κυβέρνησης υποστηριζόμενης από τους Βρετανούς που επέστρεφε από την εξορία, ομάδων αντίστασης με μεγάλη οργάνωση και δίκτυο πληροφοριοδοτών σε λαϊκό επίπεδο, που προσδοκούσαν ένα κομμουνιστικής οργάνωσης καθεστώς και ενός μωσαϊκού μικρότερων αντιστασιακών οργανώσεων, οι περισσότερες από τις οποίες προέρχονταν από ομάδες πολιτικών και στρατιωτικών που υποστήριζαν μια σοσιαλιστική, αβασίλευτη δημοκρατία.

Σε αυτούς, προσθέτονται ομάδες πολιτικές και στρατιωτικές που συνεργάστηκαν με τους Γερμανούς και ήταν ακραιφνώς αντικομμουνιστικές. Οι οποίες έσπευσαν να συνεργαστούν με την εξόριστη κυβέρνηση κατά την επιστροφή της, που -αν και είχε την υποστήριξη των Βρετανών και άφθονα μέσα- στερείτο ανθρωπίνου δυναμικού και στήριξης στο εσωτερικό.

Μοιραία, η σύγκρουση το 1944 και κατόπιν ο Εμφύλιος Πόλεμος προκάλεσαν βαθιές ρήξεις στη συνοχή της ελληνικής κοινωνίας. Σύντομα, οι ομάδες ενδιαφέροντος χωρίστηκαν σε δύο μόνον παρατάξεις, της Δεξιάς και της Αριστεράς, παρόλο που καθεμία εγκόλπωσε ανθρώπους και δυνάμεις που δεν ασπάζονταν βασικές αρχές της παράταξης υπέρ της οποίας πολεμούσαν. Απότακτοι αξιωματικοί και εξόριστοι πολιτικοί της βενιζελικής παράδοσης ή οπαδοί του συνταγματικού σοσιαλισμού βρέθηκαν υπό την κομμουνιστική παράταξη ενώ αντίστοιχα ακραιφνείς βενιζελικοί αλλά και οπαδοί της απολυταρχίας βρέθηκαν στην παράταξη της Δεξιάς. Ιδιαίτερα, αξιωματικοί συγκρότησαν μια έντονα αντικομμουνιστική μυστική οργάνωση (τέτοιες με πολιτική ατζέντα ήταν πολύ συνηθισμένες στην Ελλάδα του 19ου αιώνα και στις και αρχές του 20ού), τον ΙΔΕΑ (Ιερός Δεσμός Ελλήνων Αξιωματικών).

Σε διεθνές επίπεδο, κυριαρχούσε ήδη ο ανταγωνισμός των υπερδυνάμεων. Από δυτικής πλευράς υπήρχε ο φόβος για σύγκρουση με τον Ανατολικό Συνασπισμό, οπότε από την ίδρυσή της, η αμερικανική CIA οργάνωσε σε κάθε χώρα της δυτικής Ευρώπης ένα μυστικό δίκτυο “εσωτερικού στρατού”. Οι μυστικές αυτές δομές παρέμεναν εν υπνώσει και υποτίθεται πως σε περίπτωση κατάληψης της χώρας από σοβιετικές δυνάμεις, θα οργάνωναν ένα δίκτυο πληροφόρησης και ανταρτικής δράσης. Το δίκτυο ονομαζόταν γενικά “Gladius” από το ξίφος των λεγεωναρίων της αρχαίας Ρώμης, αλλά είχε την ιδιαίτερη ονομασία του σε κάθε χώρα.

Στην Ελλάδα, μια χώρα που η κομμουνιστική πλευρά είχε ήδη προσπαθήσει να πάρει την εξουσία με τα όπλα, το δίκτυο ονομαζόταν “Κόκκινη Προβιά” και σε αυτό συμμετείχαν πολλά μέλη της νεοσύστατης Κεντρικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (ΚΥΠ), της Αστυνομίας, της Χωροφυλακής και του Στρατού όπως και πολιτικά πρόσωπα. Η συμμετοχή των ΛΟΚ (Λόχοι Ορεινών Καταδρομών-που πλέον οργανώνονταν σε Μοίρες και Συντάγματα) θεωρείτο κομβική για την ένοπλη αντίσταση σε περίπτωση πολέμου και ενεργοποίησης του δικτύου, λόγος για τον οποίο αρκετά μέλη τους συνδέθηκαν με το πραξικόπημα δίκαια ή άδικα. Συμμετοχή είχαν και μέλη του ΙΔΕΑ, όπως ο Γεώργιος Παπαδόπουλος, που υπηρέτησε τη νέα κατάσταση ως αξιωματικός πληροφοριών.

Άποψη του ξενοδοχείου Athens-Hilton το πρωΐ της 21ης Απριλίου 1967 εντός (αριστερά) και εκτός (δεξιά).

Η δεκαετία του 1960 ήταν περίοδος πολιτικής αστάθειας και διαρκών ζυμώσεων στην ελληνική πολιτική ζωή. Είχε προηγηθεί η οικονομική ανάπτυξη της προηγούμενης δεκαετίας, η ένταξη στο ΝΑΤΟ που συνοδεύτηκε με το άνοιγμα ξένων πολεμικών βάσεων και τον επανεξοπλισμό των Ενόπλων Δυνάμεων, αλλά ακολούθησε έντονες κοινωνικές διεργασίες που ζητούσαν μεγαλύτερη πολιτική συμμετοχή και έκφραση πιο φιλελεύθερων απόψεων, τάσεις που οι μυστικές ομάδες πίεσης αντιπάλεψαν με ένταση.

Οι τελευταίες άσκησαν ιδιαίτερη επιρροή μέσω του βασιλικού θεσμού, χρησιμοποιώντας τον ως μοχλό μέσω του οποίου εξώθησαν κυβερνήσεις πλειοψηφίας σε παραίτηση και διορισμό κυβερνήσεων συντηρητικών, που γρήγορα κατέρρεαν λόγω της απουσίας λαϊκής στήριξης. Παράγοντας έτσι νέα υπερένταση και αίτημα αλλαγής του Συντάγματος.

Στις 28 Μαΐου 1967 είχαν προκηρυχθεί νέες εκλογές και οι προβλέψεις έφερναν πρώτο κόμμα την Ένωση Κέντρου του Γεωργίου Παπανδρέου. Προλαμβάνοντας τις εξελίξεις, μια ομάδα αξιωματικών μεσαίων βαθμίδων, “αναθρεμένη” μέσα στον ΙΔΕΑ, την “Κόκκινη Προβιά”, τις ξένες μυστικές υπηρεσίες, στο γενικότερο κλίμα αντικομμουνισμού και με την παγιωμένη αντίληψη περί “στρατιωτικού ελέγχου της πορείας της χώρας”, έθεσε σε κίνηση υπάρχοντα ΝΑΤΟϊκά σχέδια σταθεροποίησης σε περίπτωση κομμουνιστικής ανταρσίας (το γνωστό επιτελικό σχέδιο «Προμηθεύς»). Κινητοποιώντας το βράδυ της 20ης προς την 21η Απριλίου μονάδες στρατού, που ασφάλισαν τις οδικές αρτηρίες, τις επικοινωνίες, τα λιμάνια και αεροδρόμια, κάνοντας και μαζικές συλλήψεις πολιτικών προσώπων και προσωπικοτήτων της χώρας.

Η ομάδα των συνωμοτών θα αναλάβει έτσι με τα όπλα την εξουσία, καταλύοντας το Σύνταγμα και τις πολιτικές ελευθερίες. Η “Χούντα των συνταγματαρχών”, όπως έμεινε γνωστή, θα επιβιώσει για 7 χρόνια, βάζοντας στον “γύψο” την ελληνική κοινωνία, ενώ  τελικά θα καταρρεύσει σε μια γοργή ακολουθία γεγονότων, που ξεκινά από τις αντιχουντικές φοιτητικές εξεγέρσεις του 1973 και καταλήγει -κυρίως- στην τουρκική εισβολή στην Κύπρο, τον Ιούλιο του 1974.

Most Popular