Μέσα σε πνεύμα μυστικότητας ως προς τις προετοιμασίες, η Βουλή του τουρκοκυπριακού ψευδοκράτους ανακηρύσσει την ίδρυση της “Τουρκικής Δημοκρατίας της Βορείου Κύπρου”. Με ανακοίνωση, κατόπιν, του “ισοβίου” προέδρου της, Ραούφ Ντενκτάς, αρχηγού του Εκτελεστικού ως τότε, η ανακήρυξη επικυρώνεται με τα παρακάτω λόγια:
«Κάτω από το φως των πραγματικοτήτων και δυσκολιών των πιο πάνω πεποιθήσεων, ως μεταφραστές της αναπότρεπτης και νόμιμης επιθυμίας και βούλησης του τουρκοκυπριακού λαού, ανακηρύσσουμε ενώπιον της ιστορίας και ολόκληρης της ανθρωπότητας την Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου, ως ανεξάρτητου κράτους».
Τα όργανα της προσωρινής τουρκοκυπριακής αυτοδιοίκησης υπήρχαν από το 1974. Ενώ, ένα περίπου χρόνο μετά την τουρκική εισβολή, το Φεβρουάριο του 1975, ο Ντενκτάς ανακήρυξε την ίδρυση του «Τουρκικού Ομόσπονδου Κράτους της Κύπρου» σφυγμομετρώντας τις διεθνείς αντιδράσεις και επικαλούμενος οικονομική ασφυξία από το αμερικανικό εμπάργκο, όπως και τη διεθνή απομόνωση.
Φθάνοντας στο 1983, έτος εκλογών για την Κυπριακή Δημοκρατία, που ανέδειξαν στην Προεδρία τον Σπύρο Κυπριανού, ο οποίος ανέλαβε σημαντικές πρωτοβουλίες για τη διεθνοποίηση του κυπριακού ζητήματος και την καταδίκη της τουρκικής εισβολής. Ο Κυπριανού πέτυχε το στόχο του με την έγκριση στη σύνοδο κορυφής των ‘Αδεσμεύτων’ το Μάρτιο και δυο μήνες μετά στην 37η Τακτική Σύνοδο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, σχετικού ψηφίσματος (37/253). Το οποίο καταδίκαζε την εισβολή, καλούσε σε απόσυρση των στρατευμάτων κατοχής και ζητούσε την αποκατάσταση της κυριαρχίας της Δημοκρατίας σε όλο το εύρος του νησιού. Η ψήφιση του 37/253 έφερε την Λευκωσία σε πλεονεκτική θέση που η Τουρκία όφειλε να ανατρέψει.
Και για την Τουρκία το 1983 ήταν κρίσιμο έτος καθώς στις 6 Νοεμβρίου έγιναν και εθνικές εκλογές, όπου ανέδειξαν νικητή τον Τουργκούτ Οζάλ. Αντιδρώντας στην απόφαση 37/253 η Τουρκία την χαρακτήρισε άκυρη, ενώ τον Ιούνιο, η τουρκοκυπριακή ηγεσία διακήρυξε σε συναυλία «το αναπαλλοτρίωτο και μη δυνάμενο να καταργηθεί δικαίωμα της αυτοδιάθεσης του τουρκικού λαού της Κύπρου», ένα προοίμιο δηλαδή της επερχόμενης διακήρυξης ανεξαρτησίας.
Στις 14 Νοεμβρίου, ο Ντενκτάς κάλεσε όλους τους “βουλευτές” και τους ανακοίνωσε πως η επομένη ήταν ημέρα ψηφοφορίας για τη διακήρυξη της ανεξαρτησίας του ψευδοκράτους, κάνοντας σαφές πως είχε την αδιαφιλονίκητη στήριξη και εντολή του καθεστώτος της Άγκυρας. Την επομένη, η ψευδοβουλή ψήφισε ομόφωνα ‘ναι’. Κανείς, ούτε οι πιο σκεπτικιστές, δεν τόλμησαν να αρνηθούν την “πρόσκληση” του Ντενκτάς.
Μόνο η Τουρκία θα αναγνωρίσει το ψευδοκράτος, ενώ χώρες που εκδήλωσαν σχετική πρόθεση (Γκάμπια, Αζερμπαϊτζάν, Παραγουάη) δεν το έκαναν μετά από διαμαρτυρίες της Κυπριακής Δημοκρατίας. Ακόμη, το Πακιστάν και το Μπαγκλαντές απέσυραν την αναγνώριση τους, μετά την αποδοκιμαστική απόφαση 541 του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, τρεις μέρες μετά.
Η διακήρυξη της 15ης Νοεμβρίου του 1983 ήταν μια ξεκάθαρη δήλωση της Τουρκίας πως ούτε την διεθνή νομιμότητα σέβεται, ούτε δέχεται να παραιτηθεί από τις κεκτημένες της θέσεις, όσο κι αν αυτές βασίζονται στην παρανομία. Παρά την επίφαση αυτονομίας, η ψευδοκυβέρνηση παραμένει το αντίθετο όσων διακηρύσσει: ένα όργανο στα χέρια της Άγκυρας από την οποία εξαρτάται στρατιωτικά, οικονομικά και πολιτικά.