Η αυτοκρατορία των Σιχ, μιας φυλής στο Παντζάμπ της Ινδίας, με μεγάλο πολεμικό σθένος και πειθαρχία, περνούσε σοβαρή κρίση λίγα χρόνια μετά τον θάνατο του ιδρυτή της, μαχαραγιά Ρανζίτ Σιχ. Η αναταραχή εντεινόταν από το ενδιαφέρον που επεδείκνυε η Βρετανική Εταιρία Ανατολικών Ινδιών, που συγκέντρωνε στρατό στα σύνορα της.
Μη θέλοντας να αφήσουν τους Βρετανούς την πρωτοβουλία, οι Σιχ επιτέθηκαν εισβάλλοντας στις βρετανικές περιοχές. Η εισβολή οδήγησε στην μάλλον ισόπαλη μάχη της Φεροζεσάχ, που αν και ανάγκασε τους Σιχ σε αναδίπλωση, άφησε τους δύο αντιπάλους με σοβαρές απώλειες και οδήγησε σε αντικατάσταση των στρατιωτικών διοικητών. Ο νέος Βρετανός διοικητής, στρατηγός σερ Χάρι Σμιθ, οδήγησε 12.000 άνδρες βαθιά στην περιοχή των Σιχ, κοντά στον ποταμό Σάτλεϊ, όπου εξουθενωμένοι και υπό διαρκή παρενόχληση από ιππικό ατάκτων, παρατάχθηκαν για μάχη.
Ο στρατός των Σιχ, διπλάσιος σε μέγεθος, κατείχε μια πλαγιά μεταξύ των χωριών Αλιγουάλ και Σάτλεϊ. Μετά από κανονιοβολισμό, ο Σμιθ αποφάσισε ότι το Αλιγουάλ ήταν το αδύναμο σημείο της ινδικής παράταξης και επιτέθηκε. Καθώς οι Σιχ προσπάθησαν να αναδιοργανωθούν για να κρατήσουν το χωριό, οι Βρετανοί προώθησαν το 16ο Σύνταγμα λογχοφόρων. Οι Σιχ, έχοντας λάβει εκπαίδευση από Ευρωπαίους στρατιωτικούς προσπάθησαν να σχηματίσουν τετράγωνο για να αποκρούσουν το ιππικό αλλά οι λογχοφόροι κατόρθωσαν να τους διασκορπίσουν, αν και με μεγάλες απώλειες (144 σε σύνολο 300). Οι Σιχ επιχείρησαν εκ νέου να ελιχθούν αλλά το πεζικό του Σμιθ τους ανάγκασε να βγουν στο ανοιχτό πεδίο, όπου αποδεκατίστηκαν από το πυροβολικό.
Η νίκη των Βρετανών στο Αλιγουάλ έκρινε την τύχη του πολέμου, με τους Σιχ μετά από μία ακόμα ήττα να αποζητούν ειρήνη στις αρχές Μαρτίου. Ο Σμιθ δέχτηκε τα συγχαρητήρια για την “αλάνθαστη μάχη” που διεξήγαγε, λέγοντας πως “ποτέ ξανά δεν ήταν μια νίκη τόσο απόλυτη και ποτέ δεν δόθηκε μια μάχη κάτω από συνθήκες πιο ευχερείς”.