ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ – 23 Απριλίου/5 Μαΐου 1827: Ο θάνατος του Καραϊσκάκη

Πεθαίνει ο «αητός της Ρούμελης», αρχιστράτηγος των επαναστατικών στρατευμάτων, Γεώργιος Καραϊσκάκης, από μοιραίο τραυματισμό που δέχθηκε την προηγούμενη μέρα κατά τη μάχη του Φαλήρου, ενώ διοικούσε έφιππος.

Ο Καραϊσκάκης είχε επιστρέψει στην περιοχή του Φαλήρου για να αναλάβει τις επιχειρήσεις κατά των τουρκικών δυνάμεων που περιέσφιγγαν την Ακρόπολη των Αθηνών. Πριν από αυτό, είχε αναλάβει επιχειρήσεις σε ολόκληρη την περιοχή της Στερεάς Ελλάδος, ενισχύοντας φρoυρές και περάσματα και χτυπώντας και αποδυναμώνοντας καίρια τις τουρκικές και αλβανικές ενισχύσεις. Με τα νώτα των τουρκικών δυνάμεων αποκομμένα μετά από τέσσερις μήνες επιχειρήσεων από το Μεσολόγγι ως την Αταλάντη, οι αριθμητικά λιγότεροι επανάστατες, που δεν διέθεταν ιππικό ή μεγάλες δυνάμεις πυροβολικού είχαν σίγουρα περισσότερες πιθανότητες επιτυχίας.

Ο Καραϊσκάκης ανέλαβε δράση με 1.000 περίπου έμπειρους άνδρες που οργανώθηκαν στην περιοχή του Κερατσινίου και απέκρουσαν επανειλημμένα τις τουρκικές επιθέσεις. Γρήγορα ενισχύθηκαν από σώματα Πελοποννησίων υπό τον Γενναίο Κολοκοτρώνη κι άλλους οπλαρχηγούς, που με την είδηση της άφιξής του και τις επιτυχίες των προηγουμένων μηνών (ειδικά τη μεγάλη νίκη στην Αράχωβα) έσπευσαν να πυκνώσουν τις τάξεις του. Ο Καραϊσκάκης υπέφερε ακόμα από πυρετό, μια κατάσταση που τον ταλαιπωρούσε στο μεγαλύτερο μέρος της ζωής του αλλά οι έντονοι ρυθμοί και οι πολεμικές υποχρεώσεις δεν του επέτρεπαν την ανάπαυλα. Μαζί με τις ενισχύσεις συνέλαβε ένα σχέδιο φθοράς του αντιπάλου, κινούμενος σε κλιμακωτά νέες οχυρές θέσεις, εμπλέκοντας τον εχθρό σε μικρές συμπλοκές.

ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ – 7/19 Δεκεμβρίου 1826: Ο Καραϊσκάκης χτυπά στο Τουρκοχώρι Βοιωτίας

Το σχέδιο απαιτούσε καλή διοίκηση στα χαμηλά κλιμάκια και πειθαρχία και αυτό δεν ήταν καθόλου εύκολο, ειδικά όσο τα άπειρα σώματα των επαναστατών πύκνωναν τις τάξεις του στρατού του και μετακινούντο όλο και σε πιο απομακρυσμένες τοποθεσίες. Συχνά, ο Καραϊσκάκης έφτανε στο σημείο να πρέπει να επεμβαίνει προσωπικά διευθύνοντας μικροσυμπλοκές ακόμα και σε μικρά ταμπούρια, εμπύρετος και εκτεθειμένος στα εχθρικά πυρά. Ο Κολοκοτρώνης και άλλοι οπλαρχηγοί τον προειδοποίησαν να αποφεύγει τέτοιες πρακτικές, καθώς ήταν πλέον αρχιστράτηγος αλλά ο Καραϊσκάκης δεν άκουγε και η αίσθηση του καθήκοντος τον έπσρωχνε πάντα στην πρώτη γραμμή.

Σαν να μην έφτανε αυτό, τον Απρίλιο, έφθασε στο στρατόπεδο του αντιπροσωπεία του Εκτελεστικού που του ανακοίνωσε πως η Εθνοσυνέλευση του αφαίρεσε την αρχιστρατηγία. Νέοι αρχιστράτηγοι είχαν διοριστεί δύο Εγγλέζοι, οι Ρίτσαρντ Τσέρτς (Richard Church) ως “διευθυντής χερσαίων δυνάμεων” και Τόμας Κόχραν (Thomas Cochrane) ως “στόλαρχος”. Οι Βρετανοί στρατιωτικοί ήταν μισθοφόροι κατ’ επάγγελμα. Βετεράνοι των ναπολεοντείων πολέμων με σημαντικές περγαμηνές, που με το τέλος των πολέμων στην Ευρώπη αναζητούσαν απασχόληση. Πολεμιστές σαν αυτούς υπήρξαν πολλοί στην Ελληνική επανάσταση και αν και οι εγχώριες πηγές τους αναφέρουν όλους ως “Φιλέλληνες”, δεν εμφορούνταν από ιδιαίτερα αγνά και ανιδιοτελή κίνητρα, όπως τόσοι άλλοι που έφτασαν και πολέμησαν, μάτωσαν ή πέθαναν στον αγώνα της ανεξαρτησίας μας.

Αναλαμβάνοντες την αρχιστρατηγία, οι δύο ξένοι παραμέρισαν αμέσως τους παλιούς οπλαρχηγούς, απέρριψαν τα σχέδιά τους και την προετοιμασία που είχαν κάνει επί μήνες και προέκριναν σχέδια που ανταποκρίνονταν στα ήθη και την πραγματικότητα του τακτικού πολέμου στην Ευρώπη, αλλά όχι στις ιδιαίτερες συνθήκες της Βαλκανικής. Ο Τσέρτς, εκπόνησε σχέδιο συγκεντρωτικής κατά μέτωπον επίθεσης κατά των υπέρτερων τουρκικών δυνάμεων με ελάχιστη ή καθόλου προετοιμασία, κάτι που βρήκε ενάντιους όλους τους οπλαρχηγούς. Η περιφρόνηση με την οποία τους αντιμετώπισε ψύχρανε πολλούς αλλά η απόφαση είχε ληφθεί.

ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ – 23 Νοεμβρίου/5 Δεκεμβρίου 1826: Μάχη της Αράχωβας, ο Καραϊσκάκης στήνει τρόπαιο με κεφάλια

Ο Καραϊσκάκης αποδέχτηκε το τετελεσμένο με χαρακτηριστική περιφρόνηση. Γράφοντας στον Κολοκοτρώνη αποκάλυψε πως σκόπευε να εγκαταλείψει το στρατόπεδο καθώς “δεν κάθομαι εγώ να με διοικεί το Τζιογλάνι και η Κουκούλα με τον αρχηγόν τον γκεμιτζήν” (“Τζιογλάνης” εννοείτο ο Μαυροκορδάτος, πρόεδρος της Συνέλευσης που προώθησε τον διορισμό των δύο Βρετανών, “Κουκούλα” ήταν ο Κουντουριώτης και ως γκεμιτζή, που σημαίνει ναύτης ή μούτσος, εννοεί τον Κυριάκο Σκούρτη, που αν και ναυτικός, διορίστηκε αρχηγός του στρατού από την κυβέρνηση για λόγους πολιτικής σκοπιμότητας).

Ωστόσο, τη νύχτα της 22ας Απριλίου (με το παλιό ημερολόγιο), μια αψιμαχία που ξεκίνησε μεταξύ τουρκικού φυλακίου και οχυρώματος Κρητικών οδήγησε σε γενίκευση των πυροβολισμών, απειλώντας να εγείρει το εχθρικό στρατόπεδο και να ακυρώσει τον αιφνιδιασμό μιας επίθεσης που είχε προγραμματιστεί για την επομένη. Αν και με υψηλό πυρετό, ο Καραϊσκάκης έτρεξε έφιππος για να σταματήσει τους πυροβολισμούς και δέχτηκε βολίδα στη βουβωνική χώρα.

Τραυματισμένος βαριά, μεταφέρθηκε στα μετόπισθεν έχοντας τις αισθήσεις του. Διαισθανόμενος το τέλος, έκανε ιδιόχειρη διαθήκη και μετέλαβε ανταλλάσσοντας τις τελευταίες κουβέντες με τους συνεργάτες του. Για να μην ρίξει το ηθικό του στρατού, τους ενθάρρυνε λέγοντας πως η πληγή του δεν ήταν σοβαρή και θα επέστρεφε από τη Σαλαμίνα σε πέντε μέρες για να πολεμήσει μαζί τους. Την επομένη, όμως, ανήμερα της ονομαστικής γιορτής του, εξέπνευσε. Το σώμα του μεταφέρθηκε από το εκκλησάκι του Αγίου Νικολάου Κερατσινίου στην εκκλησία του Αγίου Δημητρίου στη Σαλαμίνα για ταφή.

Ο στρατηγός Ρίτσαρντ Τσέρτς (ή Τσώρτς σε ελληνικές πηγές). Πριν αναλάβει την αρχιστρατηγία, είχε διατελέσει οργανωτής και διοικητής του ελληνκού συντάγματος ελαφρού πεζικού των Επτανήσων, από όπου και η ελληνική φορεσιά. Παρέμεινε στην Ελλάδα και κατέλαβε διάφορες πολιτικές και στρατιωτικές θέσεις μετά την απελευθέρωση.

Από την πρώτη στιγμή κυκλοφόρησαν φήμες για δολοφονία του από την κυβέρνηση, από συμπολεμιστές του ή τους Βρετανούς με τους οποίους είχε έρθει σε ανοιχτή αντιπαράθεση. Αν και η περίοδος της Επανάστασης δεν είναι ξένη στις δολοπλοκίες και τη διχόνοια και δολοφονίες διαφωνούντων είχαν συμβεί, σοβαρές πηγές της ιστορίας της ελληνικής Επανάστασης (Τρικούπης, Παπαρρηγόπουλος, Κόκκινος) σιωπούν για τις φήμες αυτές ενώ άλλες καταλογίζουν τον τραυματισμό του σε τυχαία έκθεση σε τουρκικά πυρά ή ανακαλύπτουν προδοσίες και δολοφονίες. Ο θάνατος πολλών ηγετικών στελεχών της επανάστασης από ελληνικά χέρια με πιο πρόσφατη τη δολοφονία του Οδυσσέα Ανδρούτσου είναι μια εκδοχή αλλά ο Καραϊσκάκης, με όλη την εκρηκτική του προσωπικότητα, είχε δείξει μάλλον συμπεριφορά πειθαρχίας προς την κυβέρνηση (που αποστρεφόταν) και είχε καταπνίξει την επανάσταση των Πελοποννησίων στα προηγούμενα χρόνια φέρνοντας τους Ρουμελιώτες του στο Μωριά. Τα τελευταία του λόγια έδειχναν πως χολωμένος με τη στάση των Βρετανών, ήταν έτοιμος να φύγει από το στρατόπεδο, προβλέποντας την καταστροφή και να σώσει ό,τι γινόταν να σωθεί με τη γνωστή τακτική αντάρτικου στα βουνά της Ρούμελης.

Ο θάνατος του Καραϊσκάκη έριξε το ελληνικό στρατόπεδο στο πένθος και άφησε το πεδίο ελεύθερο στους Βρετανούς “συμβούλους”. Ακολούθησε η καταστροφική μάχη του Αναλάτου που ο ελληνικός στρατός προέλασε σε ανοιχτό πεδίο, δέχτηκε καταιγιστικά πυρά, κυκλώθηκε και διαλύθηκε, όπως είχε προβλέψει ο Καραϊσκάκης. Οι Βρετανοί θα εγκατέλειπαν σύντομα την Ελλάδα έχοντας αποζημιωθεί για τις υπηρεσίες τους ενώ για τον άνθρωπο που αφιέρωσε την υγεία και τη ζωή του στον αγώνα απέμειναν δύο μέτρα γης,  ένα παράσημο του τάγματος του Σωτήρος από τον βασιλιά Όθωνα οκτώ χρόνια μετά (το 1835) και μια αποζημίωση για τις κόρες του από το ελληνικό κράτος.

Most Popular