Μεσούντος του Ρωσοτουρκικού Πολέμου, που είχε ξεκινήσει με επέμβαση της Ρωσίας το 1828 και της Ελληνικής Επανάστασης, που διένυε ήδη τον 8ο χρόνο της, υπογράφεται βιαστικά στο Λονδίνο μεταξύ εκπροσώπων των Μεγάλων Δυνάμεων (Αγγλία, Γαλλία, Ρωσία) στις 22 Μαρτίου (10 Μαρτίου με το παλιό Ιουλιανό ημερολόγιο) το πρωτόκολλο του Λονδίνου.
Πρόκειται για το δεύτερο πρωτόκολλο των τριών Δυνάμεων για το μέλλον του ελληνικού κράτους. Τον Οκτώβριο του 1827, οι στόλοι των Δυνάμεων, έχοντας εντολές να επιφέρουν την ειρήνευση μεταξύ των εμπολέμων, εισήλθαν στον κόλπο του Ναυαρίνου, όπου ναυλοχούσε ο Τουρκο-Αιγυπτιακός και Τυνησιακός στόλος και μετά από επεισόδια, άνοιξαν πυρ καταστρέφοντάς τον. Αυτή ήταν μια ανέλπιστη τύχηςγια την ελληνική επανάσταση.
Τον Ιανουάριο του 1828, έφτασε στην Ελλάδα ο νεοεκλεγείς από την Τρίτη Εθνοσυνέλευση Ιωάννης Καποδίστριας που αναλαμβάνοντας διευρυμένα καθήκοντα κυβερνήτη, εκκίνησε αμέσως έντονες διπλωματικές προσπάθειες με το κλιμάκιο διπλωματών των Δυνάμεων, που συνεδρίαζε αρχικά στα αγγλοκρατούμενα Επτάνησα και κατόπιν στον Πόρο.
Ο Καποδίστριας πρότεινε ως σύνορο της Ελλάδος τη γραμμή Δέλβινου-Θεσσαλονίκης (μια ιδιαίτερα αισιοδόξη απαίτηση δεδομένου πως μεγάλο μέρος των εδαφών δεν ελεγχόταν σε καμία φάση από ελληνικές επαναστατικές δυνάμεις). Οι ξένοι πρεσβευτές επηρεάστηκαν ως ένα βαθμό, στέλνοντας προτάσεις για σύνορα μεταξύ Λαμίας-Πρέβεζας αλλά να περιλαμβάνεται σε αυτά η Εύβοια, η Σάμος και οι Κυκλάδες ίσως ακόμα και η Κρήτη. Οι θέσεις αυτές περιορίστηκαν στη γραμμή Βόλου-Άρτας, απορρίπτοντας άλλη, μειονεκτικότερη πρόταση να τελειώνει η Ελλάδα στον Ισθμό της Κορίνθου.
Τον Νοέμβριο του 1828, υπεγράφη το πρώτο Πρωτόκολλο στο Λονδίνο που αναγνώριζε στην Ελλάδα καθεστώς αυτονομίας, με την χώρα να παραμένει οθωμανική επαρχία υπό την ψιλή κυριότητα του σουλτάνου, περιλαμβάνοντας μόνο την Πελοπόννησο και την Κρήτη. Υπό την πίεση του Βρετανού πρωθυπουργού, Άρθουρ, δούκα του Γουέλινγκτον (νικητή του Ναπολέοντα στο Βατερλώ) οι προτάσεις των πρεσβευτών που ασχολούνταν με το ζήτημα αγνοήθηκαν πλήρως. Ο Γουέλινγκτον είπε πως ανέλαβε να ειρηνεύσει την επαρχία κι όχι να ενδώσει στις ρωσικές φαντασιώσεις για μεσογειακό κράτος-επίνειο τους. Μεγάλη ήταν η απογοήτευση όλων των ενδιαφερομένων, ενώ ο Βρετανός πρεσβευτής στο Πόρο, που είχε αναπτύξει έντονη δράση υπέρ της “ελληνικής υπόθεσης” παραιτήθηκε αηδιασμένος.
Το καλοκαίρι, ο νέος τσάρος Νικόλαος ο Ι εξαπέλυσε για άλλη μια φορά τον στρατό του, που πέρασε το Δούναβη και άρχισε να πολιορκεί σημαντικές οθωμανικές πόλεις στα νότια. Η κατάσταση ενέπνευσε κάποια ανησυχία αλλά μέχρι το Δεκέμβριο, οι Ρώσοι αντιμετώπισαν προβλήματα ανεφοδιασμού και πολλοί στρατιώτες τους πέθαναν από ασθένειες. Ο ρωσικός στρατός αποσύρθηκε στη Βεσσαραβία για ανασυγκρότηση με τους Τούρκους να πανηγυρίζουν. Ήταν, όμως, προσωρινό.
Τον Φεβρουάριο, νέα προσπάθεια ανατέθηκε στον στρατάρχη φον Ντίμπιτζ του ρωσικού στρατού. Οι Ρώσοι θα επιστρέψουν πολιορκώντας την πόλη της Σιλιστρίας, στις όχθες του Δούναβη. Οι Τούρκοι θα αναστείλουν το καθεστώς αποστρατιωτικοποίησης των Παραδουναβίων ηγεμονιών και θα στείλουν δεκάδες χιλιάδες στρατού προς συνάντησή τους αλλά χωρίς αποτέλεσμα.
Οι εξελίξεις προκάλεσαν κινητικότητα και στο διπλωματικό πεδίο. Αντιμετωπίζοντας το ενδεχόμενο ρωσικής κυριαρχίας στα Βαλκάνια, με τους Σέρβους και Βουλγάρους να έχουν ήδη συνταχθεί με το μέρος τους, το “ελληνικό ζήτημα” επανεξετάστηκε. Μια ελεύθερη Ελλάδα με φιλοδυτικό προσανατολισμό θα αποτελούσε το κατάλληλο εφαλτήριο των Μεγάλων Δυνάμεων για την αναχαίτιση είτε της φιλόδοξης Ρωσίας, είτε της οπισθοδρομικής Τουρκίας.
Έτσι, με τις εξελίξεις να ανατρέπουν τα προηγούμενα σχέδιά τους, οι Τρείς Δυνάμεις θα συμφωνήσουν στην ίδρυση αυτόνομου Ελληνικού κράτους, φόρου υποτελούς στον Οθωμανό σουλτάνο, με σύνορα από τον Παγασητικό μέχρι τον κόλπο της Άρτας και τις Κυκλάδες (αλλά όχι την Κρήτη ή τη Σάμο). Η Οθωμανική Πύλη αρχικά απέρριψε το πρωτόκολλο αλλά η προέλαση του ρωσικού στρατού και η κατάληψη της Αδριανούπολης τον επόμενο μήνα θα τους πανικοβάλει και θα κάνει τους Ευρωπαίους να κινηθούν προς νέα συμφωνία για την πλήρη ανεξαρτησία της Ελλάδας.