ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ – 28 Νοεμβρίου 1899: Μάχη του ποταμού Μόντερ, οι Μπόερς δίνουν σκληρό μάθημα στους Βρετανούς

Στη Νότια Αφρική, μια φάλαγγα του βρετανικού στρατού πέφτει σε ενέδρα των Μπόερ καθώς διασχίζει μια ποτάμια διακλάδωση, κατά το Δεύτερο Πόλεμο των Μπόερς. Οι τελευταίοι ήταν απόγονοι λευκών αποίκων, κυρίως Ολλανδών, Γερμανών και Σκανδιναβών, που εγκαταστάθηκαν στη Νότια Αφρική αρχικά γύρω από το ακρωτήρι της Καλής Ελπίδος. Πολλοί ήταν υπάλληλοι της Ολλανδικής Εταιρείας Ανατολικών Ινδιών που χορηγούσε γη και αφορολόγητη διαμονή, στην κατά μεγάλο μέρος ακατοίκητη γη.

Μαζί με δούλους που εισήγαγαν από τις ολλανδικές αποικίες, οι 60.000 περίπου έποικοι Μπόερς έζησαν για 50 χρόνια ως αγρότες και κτηνοτρόφοι, μετακινούμενοι συχνά και αντιμετωπίζοντας το δύσκολο περιβάλλον.

Το 1795, με την έναρξη των πολέμων της γαλλικής επανάστασης στην Ευρώπη, η Γαλλία κατέλαβε την αποικία και εγκατέστησε φρουρά, θεωρώντας τη μέρος της Ολλανδικής επικράτειας με την οποία βρισκόταν σε πόλεμο. Η γαλλική διοίκηση δεν κράτησε παρά μερικούς μήνες. Βρετανικά πλοία αποβίβασαν στρατιωτικές δυνάμεις και εκδίωξαν τους Γάλλους, βλέποντας την παρουσία τους στο “Ακρωτήριο”, ως κίνδυνο για την επικοινωνία της Βρετανίας με την Ινδία.

Με τη συνθήκη της Αμιένης, η αποικία του Ακρωτηρίου επέστρεψε στην Ολλανδία αλλά το 1814, η μικρή ημιαυτόνομη δημοκρατία εκχώρησε την κυριαρχία των παραλίων περιοχών στους Βρετανούς, με τους λευκούς γηγενείς κατοίκους της να αποσύρονται στην ενδοχώρα, όπου οργανώθηκαν σε δύο αυτόνομες δημοκρατίες: τη Νοτιοαφρικανική Δημοκρατία (Τρανσβάαλ) και το Ελεύθερο Κράτος της Οράγης, που δήλωναν και τα δύο την απεξάρτησή τους από τα βασιλόφρονα κράτη της Ευρώπης.

Για δεκαετίες οι σχέσεις Βρετανών και Μπόερς ήταν τυπικές και σχεδόν ανύπαρκτες. Οι πρώτοι ήταν ικανοποιημένοι να ελέγχουν τα παράλια και τους ενδιάμεσους εμπορικούς λιμένες για τα πλοία που έπλεαν μεταξύ Ευρώπης και Ασίας και οι δεύτεροι συνέχισαν να διαμένουν στην αγροτική ενδοχώρα ως κτηνοτρόφοι, αγρότες και συχνά πολεμιστές κατά των γηγενών φυλών.

Η ανακάλυψη, ωστόσο, κοιτασμάτων διαμαντιών και χρυσού άλλαξε τα πάντα. Οι Βρετανοί προσπάθησαν μονομερώς να κυριαρχήσουν στα περισσότερα κράτη της νότιας αφρικανικής ηπείρου, συγκεντρώνοντάς τα υπό μία χαλαρή συνομοσπονδία κάτω από την εξουσία τους. Οι Μπόερς αντιστάθηκαν σε αυτή τη δεύτερη προσπάθεια να τους υποτάξουν και επαναστάτησαν το 1880. Έτσι ο τακτικός βρετανικός στρατός εξεστράτευσε βαθιά στο έδαφος των Μπόερς, που απάντησαν με έναν μοναδικής έντασης και αποτελεσματικότητας ανταρτοπόλεμο, οργανωμένοι σε ομάδες (τα Kommandos).

Χαρακτηριστικά, οι Μπόερς αρνούνταν να πολεμήσουν “ορθόδοξα” συναντώντας τους Βρετανούς στο ανοιχτό πεδίο, αλλά συγκεντρώνονταν γύρω από ηγετικές μορφές, με χαλαρή αλλά ευσυνείδητη πειθαρχία και χτυπούσαν φάλαγγες και απομονωμένες φρουρές, που ήταν πιο ευάλωτες σε ενέδρες, κάνοντας καλή χρήση του εδάφους και αιφνιδιάζοντας τον αντίπαλο. Η μέθοδος των Kommandos ήταν η πρώτη ευρωπαϊκή μορφή ανορθοδόξου πολέμου που αποδείχθηκε απρόσμενα αποτελεσματική.

Είκοσι σχεδόν χρόνια μετά, το 1899, οι Βρετανοί προσπάθησαν ξανά να κυριαρχήσουν στην πλούσια νοτιοαφρικανική ενδοχώρα. Αυτή τη φορά ενέπλεξαν σημαντικές δυνάμεις, οργάνωσαν ένα ευρύ σύστημα επικοινωνιών και συγκέντρωσαν τον άμαχο πληθυσμό των δύο ανεξαρτήτων δημοκρατιών σε στρατόπεδα κράτησης, τα πρώτα μαζικά στρατόπεδα συγκέντρωσης πολιτών στην ιστορία.

Τα Kommandos απάντησαν αποκλείοντας και πάλι οδούς πρόσβασης και φρουρές ή πόλεις, γεγονός που εξανάγκασε τον βρετανικό στρατό σε σημαντικές και συχνά εργώδεις προσπάθειες διάσπασης των κλοιών με μεγάλη φθορά. Μία από αυτές ήταν η προσπάθεια ανακούφισης της πόλης Κίμπερλεϋ, σημαντικού συγκοινωνιακού κέντρου και κέντρο αδαμαντορύχων, που πολιορκείτο στενά από δυνάμεις της Οράγης και του Τρανσβάαλ. Οι Μπόερς είχαν σκάψει χαρακώματα στα γύρω υψώματα και οχυρώθηκαν περιμένοντας. Η θέση τους παρείχε ένα μοναδικό πλεονέκτημα αφού είχαν καθαρό πεδίο για τα ευθύβολα τυφέκια Mauser που διέθεταν, ενώ είχαν και 6 πυροβόλα και ένα ταχυβόλο Pom-Pom QF-1 των 37 mm.

Σε βοήθεια της πόλης έσπευσε η 1η βρετανική Μεραρχία υπό τον Αντιστράτηγο Methuen (Ταξιαρχία των Φρουρών και 9η Ταξιαρχία Πεζικού, δύο έφιππα συντάγματα, τρεις πυροβολαρχίες και αριθμός πυροβόλων της ταξιαρχίας ναυτικού), που προήλασε κατά μήκος της σιδηροδρομικής γραμμής, προσκρούοντας και απωθώντας σε δύο περιπτώσεις τους Μπόερς.

Δείγμα πυροβόλου Pom-Pom QF αυτόματης βολής, σε κιλλίβαντα κατά τον πόλεμο των Μπόερς. Αποτελούσαν μια σημαντική καινοτομία της πολεμικής τεχνολογίας στα τέλη του 19ου αιώνα αλλά οι συχνές βλάβες που παρουσίαζαν έκαναν πολλούς στρατιωτικούς με παραδοσιακό τρόπο σκέψης να τα απεχθάνονται. Αξιοποιήθηκαν από τους Μπόερς, που έκαναν χρήση κάθε τύπου υλικού που έπεφτε στα χέρια τους και μετά τους πολέμους στην Αφρική υιοθετήθηκαν από το Βρετανικό Ναυτικό. Θα γνώριζαν μεγάλη δράση στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ως αντιαεροπροικά.

Σε αυτό το σημείο ένας σημαντικός διοικητής Kommando, ο Koos De la Rey, πρότεινε να αλλάξουν οι Μπόερς το στρατηγικό τους σχέδιο. Στο παρελθόν, οι Μπόερς έσκαβαν οχυρές θέσεις στις κορυφές των λόφων εξαπολύοντας πυρά κατά των Βρετανών από εποπτικό σημείο. Αν οι τελευταίοι είχαν μόνο πεζικό και ιππικό, η τακτική λειτουργούσε, αλλά με τη χρήση πυροβολικού οι Μπόερς απωθούντο εύκολα από τις θέσεις τους. Ο De la Rey πρότεινε να σκάψουν χαρακώματα κοντά στην κοίτη του ποταμού Μοντέρ, στο ίδιο επίπεδο με τον εχθρό, τον οποίο να εμπλέξουν με απευθείας βολές από απόσταση, εκμεταλλευόμενοι την ευθυβολία του τυφεκίου Mauser.

Οι υπόλοιποι αρχηγοί συμφώνησαν και στις 28 Νοεμβρίου 1899, με το απόσπασμα του στρατηγού Methuen σε απόσταση 1.200 γιαρδών (1.100 μέτρα) οι Μπόερς άνοιξαν πυρ ομαδόν μέσα από τα ψηλά χόρτα του ποταμού. Οι Βρετανοί πεζοί θερίστηκαν. Όλη η φάλαγγα καθηλώθηκε για ολόκληρη τη μέρα στο ανοιχτό λιβάδι κάτω από τον καυτό ήλιο, χωρίς κανένας από τους δύο αντιπάλους να μετακινείται, γιατί δεχόταν αμέσως πυρά.

Ο Koos De la Rey, ένας από τους διοικητές-στρατηγούς Kommandos των Μπόερ. Φανατικός θιασώτης της ανεξαρτησίας των περιοχών Μπόερ, ακολούθησε καριέρα πολιτικού μετά τους πολέμους αποτελώντας έναν από τους “πατέρες” του κράτους της Νοτίου Αφρικής. Τάχθηκε κατά της συμμετοχής της χώρας στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο με τη Βρετανία κατά της Γερμανίας, αλλά περιορίστηκε από τον πρωθυπουργό Λούις Μπόθα.

Οι Βρετανοί στάθηκαν ανίκανοι να απαντήσουν αποτελεσματικά στα πυρά, αφού όλοι οι άνδρες τους βρίσκονταν με την κοιλιά στο χώμα όλη μέρα, ανίκανοι να δουν ή να κινηθούν προς τον εχθρό. Τελικά, το βράδυ οι Μπόερς αποσύρθηκαν. Οι απώλειες των Βρετανών ανήλθαν σε 480 άνδρες (επί 8.000) αλλά η φθορά τους καθυστέρησε για 10 μέρες, μέχρι να μετακινήσουν τους τραυματίες τους και να ενισχυθούν.

Ο Methuen χαρακτήρισε τη μάχη στην αναφορά του ως “μια από τις δυσκολότερες και πιο απαιτητικές συγκρούσεις που χρειάστηκε να δώσει ο Βρετανικός Στρατός στην ιστορία του”. Οι Μπόερς έχασαν κάπου 80 άνδρες, μεταξύ τους και τον γιό του De la Rey, που πληγώθηκε θανάσιμα από μια οβίδα, αλλά η καθυστέρηση που προκάλεσαν έδωσε τον απαραίτητο χρόνο για να ολοκληρώσουν τις οχυρωματικές θέσεις πλησίον της Κίμπερλεϋ που θα αξιοποιηθούν στη μάχη του Μαγκερσφοντέιν, λίγες μέρες μετά.

Most Popular