Τρείς μόνο μέρες μετά την έναρξη της μάχης του Βερντέν, το οχυρό Douaumont πέφτει στα χέρια μιας μικρής ομάδας Γερμανών επιδρομέων.
Το Βερντέν ήταν κατ’ ουσία μια πόλη-φρούριο περιτριγυρισμένη από μια διπλή σειρά οχυρών, που έφραζε την είσοδο των Γερμανών προς το Παρίσι. Στα μέσα Φεβρουαρίου το γερμανικό αυτοκρατορικό επιτελείο έθεσε το Βερντέν ως στόχο «ψυχολογικής» προτεραιότητας, θεωρώντας ότι η απειλή κατάληψής του θα εξανάγκαζε τον γαλλικό στρατό σε μεγάλες θυσίες οπότε θα κλόνιζε το ηθικό των Γάλλων.
Η κατάληψη του Douaumont, του μεγαλύτερου και καλύτερα τοποθετημένου οχυρού, έμοιαζε να σπάει την άμυνα του Βερντέν και το σχέδιο των Γερμανών εμφανιζόταν να πετυχαίνει. Η αλήθεια είναι ότι τα προηγούμενα χρόνια η γαλλική διοίκηση είχε αποδυναμώσει την άμυνα του Βερντέν απογυμνώνοντας τα οχυρά από οπλισμό και προσωπικό. Τη στιγμή της επίθεσης η φρουρά του οχυρού ήταν μόλις 56 άνδρες υπό την διοίκηση εφέδρου υπαξιωματικού. Το μεγαλύτερο μέρος της φρουράς βρισκόταν στα κατώτερα πατώματα λόγω των βομβαρδισμών και οι παρακείμενες μεραρχίες πεζικού είχαν απομακρυνθεί από αυτό γιατί είχε την κακή συνήθεια να «μαγνητίζει» τις οβίδες του γερμανικού πυροβολικού. Πολυβολεία και παρατηρητήρια είχαν μείνει κενά και κανείς αξιωματικός δεν ήταν παρών.
Έτσι, στις 25 Φεβρουαρίου, ο Γερμανός λοχίας Μηχανικού Κούντσε (Kunze) και μια ομάδα αναγνώρισης 10 ανδρών δεν πίστευαν στα μάτια τους, όταν πλησίασαν χωρίς να πέσει τουφεκιά. Ο Κούντσε παρατήρησε έκπληκτος ότι οι σκοπιές παρατήρησης δεν ήταν επανδρωμένες και η τάφρος δεν καλύπτοταν από πολυβόλα. Ο ίδιος μπήκε μόνος στο οχυρό, γιατί οι υπόλοιποι άνδρες του φοβήθηκαν ενέδρα. Αφού περιπλανήθηκε στους άδειους διαδρόμους για ώρα «ανακάλυψε» την ομάδα πυροβολητών ενός πυροβόλου των 155 που έβαλλε εναντίον μακρυνών στόχων και τη συνέλαβε.
Τη στιγμή εκείνη, λόχος του 24ου συντάγματος πεζικού Brandenburger πλησίασε και μπήκε και αυτός στο οχυρό. Η ανακατάληψη του οχυρού από τους Γάλλους θα αργούσε άλλους εννέα μήνες, με σκληρότατες μάχες που θα κοστίσουν τη ζωή σε 150.000 από αυτούς.