Ο ιταλικός στρατός υφίσταται τη μεγαλύτερη ήττα στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν αυστριακά στρατεύματα ενισχυμένα με επίλεκτες γερμανικές δυνάμεις επιτέθηκαν στο μέτωπο κοντά στην πόλη Κόμπαριτ (σημ. Σλοβενία) στο χωριό Καπορέττο.
Όπου με τη χρήση τμημάτων εφόδου και αερίων χλωρίνης και φωσγενίου, κατόρθωσαν να αιφνιδιάσουν και να διασπάσουν τη γραμμή των ιταλικών στρατευμάτων που σε μεγάλο βαθμό ήταν στατικά και δεν τηρούσαν εφεδρείες. Οι Αυστρο-Γερμανοί διεισέδυσαν περί τα 100 χιλιόμετρα βαθιά στις ιταλικές γραμμές, αλλά δεν κατόρθωσαν να διασπάσουν τη γραμμή αντίστασης που οργανώθηκε στον ποταμό Πιάβε.
Η μονολιθικότητα του ιταλικού στρατού επιδεινώθηκε από την απαράδεκτη συμπεριφορά του γενικού διοικητή του, Στρατάρχη Λουίτζι Καντόνα. Αυτός είχε κάκιστες σχέσεις με τους αξιωματικούς του επιτελείου του και είχε απολύσει συνολικά 827 διοικητές από το βαθμό του ταγματάρχη και άνω, για κακή συμπεριφορά ενώ ήταν και αντιπαθής στους απλούς στρατιώτες.
Σημαντικές προσπάθειες αναδιάρθρωσης του ιταλικού στρατού έγιναν μετά από την ήττα, με πρώτη την αντικατάσταση του Καντόνα από τους Αρμάντο Ντίαζ και Πιέτρο Μπαντόλιο, ενώ 11 γαλλικές και βρετανικές μεραρχίες με ικανή δύναμη αεροσκαφών, έφτασαν για να αποτρέψουν την κατάρρευση του νεαρού ιταλικού μετώπου (η Ιταλία είχε συμπράξει προπολεμικά με τις Κεντρικές Αυτοκρατορίες στο Χαλύβδινο Σύμφωνο, αλλά απέφυγε να μπει στον πόλεμο και άλλαξε στρατόπεδο τασσόμενη με την Entente το 1917).
Η ήττα προκάλεσε σοκ στην κοινή γνώμη λόγω της απώλειας 10.000 νεκρών, 30.000 τραυματιών και 265.000 αιχμαλώτων πολέμου. Επαναστατικές επιτροπές στήθηκαν στις πόλεις κοντά στο μέτωπο καλώντας τους στρατιώτες να λιποτακτήσουν. Από γερμανικής πλευράς έλαψε το άστρο ενός ικανού αξιωματικού των αλπινιστών (Alpenkorps), του υπολοχαγού Έρβιν Ρόμελ.