Η τελευταία μάχη της Μικρασιατικής Εκστρατείας αρχίζει με ένα ισχυρότατο μπαράζ του τουρκικού πυροβολικού. Για ένα περίπου έτος μετά την άσκοπη μάχη φθοράς του Σαγγαρίου το μέτωπο παρέμεινε αμετάβλητο. Οι ελληνικές δυνάμεις υποχώρησαν στη γραμμή Εσκί Σεχήρ-Κιουτάχειας-Αφιόν Καραχισάρ και οργανώθηκαν σε αμυντικές οχυρώσεις αλλά χωρίς βάθος.
ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ – 10/24 Αυγούστου 1921: Ο Ελληνικός Στρατός επιτίθεται στο Σαγγάριο
Το ελληνικό μέτωπο εκτεινόταν σε μήκος 700 χλμ. στηριζόμενο σε μια σιδηροδρομική γραμμή για τον ανεφοδιασμό του. Ο διοικητής της στρατιάς Μικράς Ασίας στρατηγός Χατζηανέστης, άπειρος στον σύγχρονο πόλεμο, είχε επανέλθει μόλις πρόσφατα εξ εφεδρείας από την αποστρατεία του το 1913 και είχε αρχίσει να κάνει κινήσεις αναδιοργάνωσης. Eνώ το σχέδιο κατάληψης της Κωνσταντινούπολης από δυνάμεις μιας Μεραρχίας, πέτυχε μόνο να αποδυναμώσει τη Στρατιά από δυνάμεις που διαφορετικά θα μπορούσαν να προσφέρουν σημαντικά στην επερχόμενη μάχη.
Οι Τούρκοι συγκέντρωσαν τις δυνάμεις τους κατά του ελληνικού δεξιού ενισχύοντας υπέρμετρα την 1η Στρατιά τους. Επρόκειτο για μια ριψοκίνδυνη κίνηση, όπως παραδέχθηκαν οι Τούρκοι ιστορικοί και ο ίδιος ο Κεμάλ μετά τη μάχη, καθώς αν η ελληνική πλευρά επέλεγε μια πιο ενεργητική στρατηγική, επιτιθέμενη στο αντίθετα αδύναμο τουρκικό δεξιό, οι τουρκικές θέσεις θα ανατρέπονταν.
Ωστόσο, αυτό δεν έγινε. Με τους δύο αντιπάλους ισοδύναμους σε πυροβολικό, τους Έλληνες να υπερτερούν σε πεζικό (130.000 άνδρες έναντι 99.000 περίπου) και τους Τούρκους σε ιππικό (5.300 ιππείς έναντι 1.300) η μάχη ξεκίνησε με τον πάταγο των πυροβόλων κατά του ελληνικού Α΄ Σώματος Στρατού. Που εν μέσω κατακλυσμικού μπαράζ είδε τις μεραρχιακές μονάδες πυροβολικού του να καταστρέφονται και πολλά από τα τάγματα πρώτης γραμμής του να χάνουν το 50% του προσωπικού τους λόγω πρόχειρων οχυρωματικών έργων. Το Α΄ Σώμα δέχτηκε την επίθεση 7 τουρκικών Μεραρχιών Πεζικού, υπερκεράστηκε από το πολυάριθμο τουρκικό ιππικό (5 μεραρχίες διαθέσιμες έναντι μίας ελληνικής) και γρήγορα κατέρρευσε.
Η ελληνική αντίδραση ήταν -όπως και το σχέδιο επιχειρήσεων για την επικείμενη τουρκική επίθεση- συγκεχυμένη και αναιμική. Δεν βοήθησε το γεγονός ότι το στρατηγείο της Στρατιάς Μικράς Ασίας βρισκόταν στη Σμύρνη, εκατοντάδες χιλιόμετρα από την πρώτη γραμμή και τα μηνύματα έπρεπε να μεταφέρονται με τηλέγραφο μέσα από αναξιόπιστες γραμμές που συνεχώς ανατίνασσαν οι Τσέτες.
Μέχρι τις 23:00 το βράδυ το στρατηγείο δεν είχε ξεκάθαρη εικόνα της κατάστασης, ενώ τα ελληνικά Α΄ και Β΄ Σώματα Στρατού, που στην ουσία είχαν υπερφαλαγγιστεί, δεν μπορούσαν να αποφασίσουν με τα μέσα που είχαν ποιά ακριβώς ήταν η κατεύθυνση των τουρκικών δυνάμεων. Κι ενώ το Α΄ Σώμα ζητούσε επειγόντως βοήθεια από το Β΄ για να αποκαταστήσει τη γραμμή του μετώπου και να αποσύρει τις άσχημα δοκιμαζόμενες Ι και ΙV Μεραρχίες του, το Στρατηγείο διέτασσε τους σχηματισμούς του να κρατήσουν τις θέσεις τους και να αντεπιτεθούν στις 28 του μηνός για αποκατάσταση της γραμμής.
Φυσικά, οι Τούρκοι δεν περίμεναν για τέτοιες εξελίξεις. Λίγες ώρες μετά τη λήψη των μηνυμάτων αυτών, στις 02:00 το πρωί της 27ης, νέο μπαράζ πυροβολικού και διεισδύσεις προκάλεσαν την κατάρρευση στο ίδιο σημείο ένωσης της Ι και IV Μεραρχιών ανοίγοντας ένα σημαντικό ρήγμα. Στις 10 το πρωί το στρατηγείο διέταξε υποχώρηση και συγκέντρωση βορειότερα των δυνάμεων αυτών για να ενωθούν με τις άλλες δυνάμεις του Β΄Σώματος. Η εντολή δεν ελήφθη από την Ι Μεραρχία που έμεινε στη θέση της βαλλόμενη από παντού. Τελικά υποχώρησε μαζί με την VII Μεραρχία και μόνο η τύχη τις έσωσε από την καταστροφή.
Το βράδυ της 27ης το “απόσπασμα Φράγκου” (Ι και VII ΜΠ) υποχώρησε σε αταξία προς Τουμλού Μπουνάρ, υποθέτοντας ότι θα συναντηθεί με τις δυνάμεις του Β΄ΣΣ (“απόσπασμα Τρικούπη”). Ο τελευταίος ωστόσο υπολόγιζε να υποχωρήσει την επομένη το πρωί αφήνοντας ένα τεράστιο κενό μεταξύ τους. Κι ενώ οι δύο σχηματισμοί του ελληνικού στρατού αδυνατούσαν στη σύγχυση να συνεννοηθούν μεταξύ τους, το αρχηγείο της Σμύρνης τους διέταξε να επιτεθούν την επομένη.
Tις επόμενες μέρες οι Τούρκοι θα πιέσουν προς την κατεύθυνση των δύο συγκροτημάτων επιτείνοντας την αγωνία τους, πιέζοντας και προξενώντας μεγάλες απώλειες σε υλικό, νεκρούς και τραυματίες και διευρύνοντας χάσμα μεταξύ τους. Περίπου 35.000 Έλληνες στρατιώτες θα σκοτωθούν ή θα τραυματιστούν και 15.000 θα διασκορπιστούν, όταν οι οργανικές τους μονάδες θα διαλυθούν. Πολλοί από τους τελευταίους θα αιχμαλωτιστούν από τους Τούρκους με άγνωστη τύχη. Το Β΄ ΣΣ ουσιαστικά θα κομματιαστεί και θα πάψει να υφίσταται με τους διοικητές του, αντιστρατήγους Τρικούπη και Διγενή να παραδίδονται. Το απόσπασμα Φράγκου πιέστηκε εκ νέου υφιστάμενο κι αυτό σημαντική φθορά αλλά απέφυγε την ίδια τύχη.
Η μάχη είχε κρίνει ουσιαστικά το αποτέλεσμα της εκστρατείας στη Μικρα Ασία. Η πορεία τώρα γινόταν προς τα πίσω, με συνεχείς μάχες οπισθοφυλακών, πολλές απώλειες και χωρίς σχέδιο, εγκαταλείποντας τα εδάφη που με αίμα και ιδρώτα είχαν καταληφθεί τα προηγούμενα χρόνια.