Εκδηλώνεται πραξικόπημα στην Ελλάδα, οργανωμένο από τον απόστρατο στρατιωτικό και πρώην υπουργό Γεώργιο Κονδύλη.
Η περίοδος του Μεσοπολέμου, ειδικά μετά την Μικρασιατική Εκστρατεία και Καταστροφή, υπήρξε εξαιρετικά ρευστή με πολλές και αντίρροπες πολιτικές δυνάμεις να διαγκωνίζονται όχι μόνο για τη διεκδίκηση της εξουσίας, αλλά και για τη μορφή του πολιτεύματος.

Σημαντικός παράγοντας στον πολυεπίπεδο ανταγωνισμό ήταν και ο Στρατός, με πολλούς δυσαρεστημένους αξιωματικούς και υπαξιωματικούς να εμπλέκονται ενεργά στην πολιτική ζωή απαιτώντας αλλαγές πορείας στα εθνικά θέματα, σε οικονομικά ζητήματα κ.α., άλλοτε υπέρ και άλλοτε κατά της Βασιλείας.
Το 1930, ο πρωθυπουργός Ελευθέριος Βενιζέλος ολοκλήρωσε την Ελληνο-Τουρκική συμφωνία της Άγκυρας, που ρύθμιζε τα ζητήματα μεταξύ Ελλάδος και νέας Τουρκικής Δημοκρατίας, τα σύνορα και το περιουσιακό των Μικρασιατών προσφύγων. Αυτό κινητοποίησε εξελίξεις αφού για τους συντηρητικούς και λαϊκούς εξίσου, ο Βενιζέλος εμφανιζόταν ανεπαρκής, εως και προδότης των θυσιών του Έθνους.

Η αντίδραση φάνηκε το 1932, όταν ο Βενιζέλος έχασε την εξουσία από το Λαϊκό κόμμα. Φιλελεύθερο στρατιωτικό πραξικόπημα ανέτρεψε το αποτέλεσμα, με τον νέο πρωθυπουργό Παναγή Τσαλδάρη να δηλώνει γραπτώς πως σεβόταν τη δημοκρατία, για να επιστρέψει με μια κυβερνητική συνεργασία Λαϊκού κόμματος-Εθνικού Ριζοσπαστικού-Ελευθεροφρόνων. Η κυβέρνηση ήταν βραχύβια αφού το επόμενο κι όλας έτος νέες εκλογές ανέδειξαν κυβέρνηση την Ηνωμένη Αντιπολίτευση.
Νέες εκλογές το 1933, θα αναδείξουν ξανά τον Παναγή Τσαλδάρη ως πρωθυπουργό, σε συνεργασία με τον απόστρατο Στρατηγό Γεώργιο Κονδύλη, που αναλαμβάνει αντιπρόεδρος. Το 1935 όμως εκδηλώνεται ακόμη ένα κίνημα, Βενιζέλου-Πλαστήρα, την 1η Μαρτίου, το οποίο όμως συντρίβεται. Ο Κονδύλης ζήτησε με επίταση την τιμωρία των πρωταιτίων του κινήματος, αλλά ο Τσαλδάρης, πιο συναινετικός, προέκρινε τη χορήγηση αμνηστίας. Η στάση αυτή προκάλεσε την αποχώρηση πολλών μελών της κυβέρνησής του και τη δυσαρέσκεια του Κονδύλη, ενώ την ίδια περίοδο σημειώθηκε νέα απόπειρα δολοφονίας του Βενιζέλου.

Με αυτό το κλίμα, τα ριζοσπαστικά στοιχεία εντός και εκτός της κυβέρνησης συνασπίζονταν απαιτώντας όλο και σκληρότερα μέτρα, αναγκάζοντας τον Τσαλδάρη τελικά σε κινήσεις που δεν επιθυμούσε, όπως την προσωρινή αναστολή άρθρων του Συντάγματος περί προσωπικών ελευθεριών και με διώξεις πολιτικών οργανώσεων και σχηματισμών που θεωρούνταν επικίνδυνα. Η κίνηση έγινε με πληροφορίες για προετοιμαζόμενο πραξικόπημα των Φιλελευθέρων. Αλλά και πάλι ο Κονδύλης θεώρησε αυτές τις κινήσεις ανεπαρκείς και άτολμες, αποζητώντας τη λύση στην επαναφορά του βασιλιά, με την προοπτική μιας νέας κυβέρνηση υπό την απόλυτη εξουσία του.
Προσεταιριζόμενος τους στρατιωτικούς, ανάμεσα τους τον Αρχηγό ΓΕΣ Αλέξανδρο Παπάγο, ο Κονδύλης εκδηλώνει ο ίδιος πλέον, κίνημα στις 10 Οκτωβρίου 1935, που υποχρεώνει σε παραίτηση την κυβέρνηση Τσαλδάρη. Την ίδια μέρα γίνεται σύγκλιση της Βουλής, με αίτημα τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος για την επαναφορά της Βασιλείας (είχε καταργηθεί από το 1924). Σε ένδειξη διαμαρτυρίας για το κίνημα 165 βουλευτές του Λαϊκού Κόμματος του Τσαλδάρη απείχαν και η ψήφιση έγινε από τους εναπομείναντες 82 βουλευτές, που στήριξαν τον Κονδύλη.

Η νέα κυβέρνηση επανέφερε το Σύνταγμα του 1911 και προκήρυξε δημοψήφισμα για τις 3 Νοεμβρίου. Ο Κονδύλης ορίστηκε αντιβασιλιάς ασκών ταυτόχρονα καθήκοντα πρωθυπουργού ενώ ο Πρόεδρος της δημοκρατίας, Αλέξανδρος Ζαΐμης, οδηγήθηκε σε παραίτηση. Τελικά, στο δημοψήφισμα της 3ης Νοεμβρίου προκρίθηκε η παλινόρθωση της μοναρχίας και η επιστροφή του Γεωργίου του Β΄με ποσοστό 98% (!). Μετά την άφιξη του Γεωργίου του Β’, ο Κονδύλης θα συγκρουστεί μαζί του, ξανά για το ζήτημα της αμνήστευσης των κινηματιών της 1ης Μαρτίου του ’35. Ο Βασιλιάς τον υποχρέωσε σε παραίτηση στις 30 Νοεμβρίου και ο παλαίμαχος στρατιωτικός και πολιτικός θα πεθάνει δύο μήνες μετά, τον Ιανουάριο του 1936, από ανακοπή.