Ήταν η «…ημέρα που θα θυμόμαστε (ως μέρα) ατιμίας» σύμφωνα με τον Αμερικανό Πρόεδρο Ρούζβελτ στον “Φιλιππικό” του, για την ιαπωνική αιφνιδιαστική επίθεση στο Pearl Harbor στη Χαβάη.
Με την ένταση στην περιοχή του Ειρηνικού να έχει φτάσει στο αποκορύφωμα και με το εμπάργκο πετρελαίου κατά της Ιαπωνίας να έχει φέρει την αυτοκρατορία στα όριά της, οι επιλογές της ηγεσίας της ήταν ή υποταγή στις θελήσεις των ΗΠΑ ή ολομέτωπη επίθεση. Επέλεξαν το δεύτερο, βασισμένοι στις διαβεβαιώσεις του ναυάρχου Γιαμαμότο, ότι ένα ισχυρό, αιφνιδιαστικό χτύπημα, που θα ακρωτηρίαζε τις δυνατότητες των Αμερικανών για αντίδραση στο μέτωπο του Ειρηνικού ήταν δυνατό.
Ο Γιαμαμότο δεν είχε ψευδαισθήσεις. Έχοντας περάσει χρόνο στις ΗΠΑ γνώριζε τις κολοσσιαίες βιομηχανικές δυνατότητες, τις πρωτοπόρες τεχνολογικές κατακτήσεις και τους σχεδόν ανεξάντλητους πόρους που η μεγάλη χώρα της Αμερικής κατείχε. Το χτύπημα που σχεδίασε θα εξαγόραζε πολύτιμο χρόνο, που θα επέτρεπε έναν έντιμο συμβιβασμό στην περιοχή του Ειρηνικού.
Έτσι, μια μεγάλη ομάδα μάχης με έξι αεροπλανοφόρα και τον ανθό των πιλότων του αυτοκρατορικού ναυτικού έπλευσε ανεντόπιστη, μέχρι τα νησιά της Χαβάης, όπου έδρευε ο αμερικανικός στόλος του Ειρηνικού. Ελπίζοντας πως καταστρέφοντας τον, θα προλάβαιναν να ολοκληρώσουν τις κατακτήσεις τους στην ΝΑ Ασία, πριν οι Αμερικανοί αναλάβουν.
Στη δύναμη περιλαμβάνονταν δύο θωρηκτά, τρία καταδρομικά, εννέα αντιτορπιλικά και οκτώ πετρελαιοφόρα ανεφοδιασμού, ενώ εικοσιτρία υποβρύχια δημιουργούσαν έναν κλοιό που θα απέτρεπε αντεπιθέσεις του αμερικανικού ναυτικού. Μαζί τους μεταφέρονταν και πέντε υποβρύχια-νάνοι με πλήρωμα δύο ατόμων, που αποστολή είχαν να διεισδύσουν στον αμερικανικό ναύσταθμο για το πρώτο χτύπημα.
Στις 07:48 π.μ. της 7ης Δεκεμβρίου 1941, 353 ιαπωνικά αεροσκάφη επέπεσαν με ακρίβεια στον ανυποψίαστο αμερικανικό στόλο. Όλη η δύναμη των οκτώ αμερικανικών θωρηκτών βυθίστηκε ή τέθηκε εκτός μάχης μαζί με τρία καταδρομικά και τρία αντιτορπιλικά. Μαζί τους καταστράφηκαν 188 αεροσκάφη ενώ τους 2.403 έφτασαν οι νεκροί και τους 1.178 oι τραυματίες. Από τύχη γλύτωσαν τα αεροπλανοφόρα του στόλου, καθώς κανένα δεν βρισκόνταν στο λιμάνι, ενώ σημαντικές ήταν οι ζημιές σε κάθε είδους λιμενικές εγκαταστάσεις, αποθήκες καυσίμων και άλλων υλικών και στην πόλη.
Πολλά έχουν γραφεί κατά καιρούς για “το μυστήριο της απουσίας των αεροπλανοφόρων από το Perl εκείνο το πρωϊνό”, διαιωνίζοντας μύθους και ευφάνταστα σενάρια αναλυτών πως απουσίαζαν επίτηδες και πως ο στόλος του Ειρηνικού θυσιάστηκε για να δοθεί η αφορμή στις ΗΠΑ να εισέλθουν στον Β΄ Παγκόσμιο. Τέτοιες απόψεις από μετά Χριστόν προφήτες δεν έχουν θέση στην ιστορική επιστήμη. Έτσι, λοιπόν:
- Τα USS Enterprise και USS Lexington έλειπαν γιατί μετέφεραν αεροσκάφη για να ενισχύσουν τις φρουρές στα νησιά-βάσεις Γουέηκ Άηλαντ και Μιντγουέη. Το πρώτο, μάλιστα, ήταν προγραμματισμένο να επιστρέψει στο Περλ Χάρμπορ το ίδιο το πρωΐ της 7/12 αλλά καθυστέρησε λόγω κακοκαιρίας.
- Το USS Hornet ήταν στο Νόρφολκ για επισκευές.
- Το USS Saratoga βρισκόταν στο Σαν Ντιέγκο επιστρέφοντας από προγραμματισμένο δεξαμενισμό.
- Το USS Yorktown ήταν επίσης στο Νόρφολκ, προγραμματισμένο να φτάσει επίσης στις 7/12.
- Το USS Ranger περιπολούσε εκείνη την περίοδο στον Ατλαντικό ενώ
- Το USS Wasp ήταν, κι αυτό στον Ατλαντικό αγκυροβολημένο. Οι Αμερικανοί χρειάζονταν τα αεροπλανοφόρα τους στον Ατλαντικό για να καλύψουν τις νηοπομπές προς Αγγλία, γιατί βάσει συμφωνίας τις συνόδευαν μέχρι τη μέση της διαδρομής.
Κατά ειρωνεία της τύχης, το γεγονός ότι οι Ιάπωνες επικεντρώθηκαν στα αμερικανικά θωρηκτά, τα οποία θεωρούσαν ακόμα ως κύριο μέσο προβολής ισχύος, αποτέλεσε την αιτία της καταστροφής τους. Ο αμερικανικός στόλος αναγκάστηκε να βασιστεί στα αεροπλανοφόρα του, αλλάζοντας έτσι τον τρόπο μάχεσθαι στην ανοιχτή θάλασσα από αναμέτρηση με πυροβόλα σε αεροναυμαχίες, όπου οι αντίπαλοι στόλοι δεν έβλεπαν ποτέ ο ένας τον άλλο. Αλλά και μέσα στους επόμενους μήνες τα έξι από τα οκτώ αμερικανικά θωρηκτά ανελκύστηκαν και επέστρεψαν στη μάχη.
Η αμερικανική κοινωνία, που μέχρι εκείνη τη στιγμή ήταν αποστασιοποιημένη και διχασμένη ανάμεσα σε απομονωτιστές και οπαδούς της επέμβασης στον Δεύτερο Παγκόσμιο, μεταστράφηκε και συσπειρώθηκε μαζί με τον πρόεδρο Ρούζβελτ, που ήδη από το 1939 βοηθούσε τις δημοκρατικές χώρες της Ευρώπης. Έτσι, το χαστούκι που δέχτηκαν οι ΗΠΑ τις αφύπνισε και δεν τις αποθάρρυνε, όπως εύχονταν οι Ιάπωνες, αλλά αντίθετα τις έκανε πρωταγωνιστή του Πολέμου και στα δύο μέτωπα, Ειρηνικού και Ευρώπης. Οπότε η «μέρα της ατιμίας» άφησε μια βαριά διεθνή παρακαταθήκη, τόσο εκείνη των χρόνων του 2ου Παγκοσμίου, όσο και μεταπολεμικά, όπου η ηγεμονία των ΗΠΑ συνεχίστηκε.