Το θωρηκτό HMS Prince of Wales και το καταδρομικό HMS Repulse βυθίζονται από ιαπωνικά βομβαρδιστικά και τορπιλοπλάνα έξω από τη Μαλαισία, παρασύροντας στο θάνατο 840 μέλη των πληρωμάτων τους.
Στα τέλη του 1941, η κατάσταση στη Νοτιοανατολική Ασία δεν εξελισσόταν καλά για τους Συμμάχους, αφού το αυτοκρατορικό Ιαπωνικό Ναυτικό σημείωνε τη μία επιτυχία μετά την άλλη. Η πρώην γαλλική Ινδοκίνα έχει καταληφθεί από τον Ιαπωνικό Στρατό από το καλοκαίρι. Στις 7 Δεκεμβρίου, ισχυρή μοίρα του Ιαπωνικού Ναυτικού χτυπά τον προκεχωρημένο ναύσταθμο του Ναυτικού των ΗΠΑ στο Περλ Χάρμπορ οδηγώντας τις ΗΠΑ και τη Βρετανία με όλη την Κοινοπολιτεία να κηρύξουν τον πόλεμο στην Ιαπωνία. Από τις 8 Δεκεμβρίου, οι Ιάπωνες ξεκίνησαν νέο κύκλο επιθέσεων στην περιοχή βομβαρδίζοντας στρατιωτικές εγκαταστάσεις των ΗΠΑ στις Φιλιππίνες, καταλαμβάνοντας τα νησιά Gilbert, με στρατιωτικές κινήσεις κατά της Μαλαισίας, της Ταϋλάνδης και της Σιγκαπούρης.
Στις 10 Δεκεμβρίου, Μοίρα του Βρετανικού Στόλου (δύναμη “Ζ”) έπλεε στην περιοχή της Νότιας Κινεζικής Θάλασσας. Το θωρηκτό HMS Prince of Wales και το καταδρομικό μάχης HMS Repulse μαζί με 4 αντιτορπιλικά συνοδείας, είχαν σαν αποστολή να εντοπίσουν και να αποτρέψουν τη δύναμη εισβολής του ιαπωνικού στόλου που κατευθυνόταν στις ακτές της Μαλαισίας. Μετά από μια συνάντηση με ιαπωνικά πλοία επιφανείας, η δύναμη παραπλανήθηκε οπότε ο αποβατικός στόλος της διέφυγε. Επιστρέφοντας στη Σιγκαπούρη για ανεφοδιασμό δέχθηκαν επίθεση 88 ιαπωνικών βομβαρδιστικών μακράς εμβέλειας, που απογειώθηκαν από αεροδρόμια ξηράς.
Σχεδιασμένη ως μια κλασσική αποστολή θαλάσσιας άρνησης, η βρετανική δύναμη «Ζ» όχι απλά απέτυχε στην αποστολή της -τον εντοπισμό και αναχαίτιση του ιαπωνικού στόλου εισβολής- αλλά αποδείχθηκε και ανίκανη να προστατέψει τον εαυτό της από τα εχθρικά αεροσκάφη. Επακόλουθο η απώλεια των δύο σημαντικότερων μονάδων επιφανείας των Βρετανών στην περιοχή, μεταξύ τους το ολοκαίνουριο θωρηκτό “Prince of Wales”, που είχε παραδοθεί μόλις τον Ιανουάριο του ίδιου έτους.
Σημαντική κριτική θα δεχόταν ο επικεφαλής της επιχείρησης, Ναύαρχος Sir Tom Phillips, για την απόφασή του να μην συμπεριλάβει αεροσκάφη για την κάλυψη από αέρος. Ο Phillips είχε αρνηθεί με την αιτιολογία πως τα υπεριπτάμενα αεροσκάφη θα πρόδιδαν τη θέση της Μοίρας, αφαιρώντας της το στοιχείο του αιφνιδιασμού. Όμως η ύπαρξη αεροσκαφών θα βοηθούσε τόσο στον έγκαιρο εντοπισμό των ιαπωνικών πλοίων, ίσως ακόμα και του ιαπωνικού υποβρυχίου που παρακολούθησε τη δύναμη «Ζ» επί 5 ώρες χωρίς να γίνει αντιληπτό, ενώ θα αντιμετώπιζε ως ένα βαθμό τα εχθρικά αεροσκάφη.
Ο Phillips δεν έζησε για να ακούσει την κριτική αυτή καθώς πνίγηκε μαζί με το “Prince of Wales” και έγινε ο πλέον ανώτερος αξιωματικός του Βρετανικού Ναυτικού, που χανόταν από πολεμική ενέργεια στο Β΄ Παγκόσμιο. Ήταν φανερό τόσο από τα παραδείγματα του Περλ Χάρμπορ όσο και από τις μάχες στην Κρήτη και στη Νορβηγία το προηγούμενο έτος, πως αρκετοί ανώτατοι αξιωματικοί των Συμμάχων αδυνατούσαν ακόμη να συλλάβουν τον κομβικό ρόλο των αεροσκαφών στον σύγχρονο πόλεμο.
Αντίθετα, οι Ιάπωνες είχαν κατανοήσει πλήρως την αξία των αεροσκαφών στον ναυτικό αγώνα. Η επίθεση, μέρες μόνο μετά από την επιδρομή στο Περλ Χάρμπορ, κατέδειξε ξανά την απειλή που αποτελούσε πλέον το αεροπλάνο για τα συμβατικά πλοία επιφανείας.
Με τη βύθιση των δύο κυρίων μονάδων του Βρετανικού Στόλου, δεν υπήρχε εκείνη τη στιγμή άλλο μεγάλο πλοίο των Συμμάχων σε ολόκληρη την περιοχή του δυτικού Ειρηνικού, ενώ τα κύρια πλοία μάχης των Αμερικανών κάπνιζαν ακόμα στο Περλ Χάρμπορ, με όσα είχαν διαφύγει να μετακινούνται εσπευσμένα στις ακτές της Καλιφόρνια. Η γύμνια αυτή φάνηκε στην πτώση της Σιγκαπούρης το Φεβρουάριο, ενώ μήνες αγωνίας έζησαν η Αυστραλία και η Νέα Ζηλανδία, που είχαν τις μεγαλύτερες μονάδες στόλου τους σε αποστολές στον Ινδικό Ωκεανό και τις Μεραρχίες του στρατού τους να πολεμούν στη Βόρεια Αφρική και στην Κρήτη.