Η συμμαχική αεροπορική διοίκηση εξαπολύει την επιχείρηση “Argument”, με σκοπό την καταστροφή της γερμανικής αεροπορικής βιομηχανίας. ‘Ωστε η Luftwaffe να βρεθεί χωρίς υποστήριξη μέχρι τη D-Day -την απόβαση στις γαλλικές ακτές- αφήνοντας το Γ’ Ράιχ χωρίς αξιόλογη αεροπορική κάλυψη.
Έτσι, από τις 20 μέχρι τις 25 Φεβρουαρίου 1944 – η λεγόμενη “Big Week”- η διοίκηση βομβαρδιστικών της βρετανικής RAF και οι 8η και 15η Διοικήσεις Βομβαρδισμού της αμερικανικής USAF πραγματοποίησαν πάνω από τέσσερις χιλιάδες εξόδους και έριξαν πάνω από 10.000 τόνους βομβών σε εργοστασιακές μονάδες σε όλη τη Γερμανία.
Οι απώλειες ήταν σημαντικές: 131 βρετανικά και 226 αμερικανικά βομβαρδιστικά καταστράφηκαν, έναντι απωλειών 262 μαχητικών της Luftwaffe. Όμως ο αντίκτυπος στην απόδοση της γερμανικής αεροπορικής βιομηχανίας ήταν ελάχιστος, αφού το 1944 έφτασε στο απόγειο της παραγωγικότητάς της. Η έλλειψη πρώτων υλών και εκπαιδευμένων πιλότων ήταν αυτό που «λύγισε» τελικά την γερμανική αεράμυνα.
Ορισμένοι ιστορικοί μετά τον πόλεμο ισχυρίστηκαν πως ο πραγματικός σκοπός την επιχείρηση της “Big Week” δεν ήταν τα γερμανικά εργοστάσια αλλά η ίδια η Luftwaffe και συγκεκριμένα η δύναμη καταδιωκτικών της.
Κατά τους προηγούμενους μήνες είχε παρατηρηθεί το φαινόμενο, οι “κυνηγοί” της Luftwaffe να αποφεύγουν να εμπλέκονται σε μονομαχίες με συμμαχικά καταδιωκτικά, παρακάμπτοντάς τα για να επιτεθούν στους μεγάλους σχηματισμούς βομβαρδιστικών, που αργοκίνητα και σε κλειστό σχηματισμό, ήταν πιο εύκολος στόχος. Ο μεγάλος αριθμός αμερικανικών και βρετανικών βομβαρδιστικών που καταρρίπτονταν συνηγορούσε σε αυτή την τακτική. Προκειμένου να αντιμετωπίσουν αυτή την κατάσταση, οι Σύμμαχοι κινητοποιούσαν καταδιωκτικά συνοδείας μεγάλης εμβέλειας, που έμεναν στενά προσκολλημένα στα βομβαρδιστικά.
Η αιρετική ιστορική άποψη θεωρεί πως για να δοθεί ένα ισχυρό χτύπημα στη διοίκηση δίωξης της Luftwaffe και να μειωθεί ο φόρος αίματος που πλήρωναν τα πληρώματα βομβαρδιστικών, στοχοποίησαν για μια εβδομάδα τα γερμανικά εργοστάσια αεροσκαφών, στόχος που η Luftwaffe δεν θα μπορούσε να αγνοήσει. Ταυτόχρονα, τα συμμαχικά καταδιωκτικά έλαβαν εντολές να αποσπαστούν από τους σχηματισμούς βομβαρδιστικών και να καταδιώξουν ελεύθερα τα γερμανικά αεροσκάφη προξενώντας τους μεγάλες απώλειες. Ήταν μια τακτική όπου τα βομβαρδιστικά χρησιμοποιούνταν ως δόλωμα και οι απώλειες που μοιραία θα υφίσταντο θεωρήθηκαν αποδεκτές για το μικρό διάστημα που θα διαρκούσε η επιχείρηση.
Η έμπνευση του σχεδίου αποδόθηκε στον υποπτέραρχο Τζαίημς Ντούλιτλ, διοικητή της 8ης αμερικανικής Διοίκησης Βομβαρδισμού αλλά το σκεπτικό προκαλεί προβληματισμό για τα δεδομένα της εποχής. Ένα σχέδιο που θα έθετε σε κίνδυνο ολόκληρη τη δύναμη κρούσης της Συμμαχικής Αεροπορίας και τα μαχητικά συνοδείας της, με σκοπό να αποσπάσει μια νίκη σε εχθρικούς αιθέρες έχει κορυφαίο ρίσκο. Γεγονός είναι πως το σχέδιο είχε προταθεί από τον Ντούλιτλ το 1943 αλλά δεν είχε εγκριθεί. Το να θεωρούμε πως το σχέδιο που κρίθηκε ακατάλληλο λίγους μήνες πριν, προωθήθηκε ως γενικό στρατηγικό σχέδιο ενώ η κρίσιμη απόβαση στην Ευρώπη ήταν λίγους μήνες μακρυά, είναι σίγουρα παρακινδυνευμένο.
Στην πράξη, η “Big Week” παρήγαγε αποτελέσματα από πλευράς κατάρριψης εχθρικών καταδιωκτικών, απομειώνοντας τη δύναμη δίωξης της Luftwaffe κατά 14% περίπου, αν και οι 8η και 15η Διοικήσεις της USAF και η Διοίκηση Βομβαρδισμού της RAF “μάτωσαν” εξίσου. Οι Σύμμαχοι, ωστόσο, είχαν την ικανότητα αναπλήρωσης των απωλειών τους. Οι Γερμανοί την είχαν χάσει πολύ καιρό πριν.
Μελανό σημείο ήταν οι απώλειες μεταξύ του αμάχου πληθυσμού, ειδικά στο βομβαρδισμό της ολλανδικής πόλης Nijmegen, ύστερα από την ακύρωση βομβαρδισμού του εργοστασίου στη Gotha. Ακόμα στοχοποιήθηκαν οι Λειψία, Στουτγάρδη, Brunswick, Regensburg, Schweinfurt, Augsburg και Steyr, όλες πόλεις-κέντρα παραγωγής κρισίμων υποσυστημάτων της αεροπορικής βιομηχανίας του Ράιχ ή σημαντικοί κόμβοι μεταφορών.