Σε μια κομβική στιγμή του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, γαλλικά και αμερικανικά στρατεύματα της Συμμαχικής Δύναμης θεάτρου επιχειρήσεων Ευρώπης, εισέρχονται στο Παρίσι που ήδη οι Γερμανοί έχουν εγκαταλείψει, σηματοδοτώντας την απελευθέρωση της γαλλικής πρωτεύουσας. Την ίδια μέρα, ο εμβληματικός αρχηγός των “Ελεύθερων Γάλλων”, στρατηγός Σαρλ ντε Γκωλ θα φτάσει στην πόλη και θα εξαγγείλει λόγο, εξυμνώντας τον αγώνα του παρισινού και γενικότερα του γαλλικού λαού “που απελευθερώθηκε μόνος του” από τον κατακτητή ξεκινώντας τη διαιώνιση ενός πολιτικού μύθου.
Το καλοκαίρι του 1944, πέρασε με συνεχείς μάχες μεταξύ των γερμανικών στρατευμάτων κατοχής της Γαλλίας και των Συμμάχων. Η απόλυτη υλική και κυρίως αεροπορική υπεροχή των Αμερικανών, Βρετανών, Γάλλων και άλλων και η εμπλοκή των γερμανικών δυνάμεων στο Ανατολικό Μέτωπο, άφηναν μηδενικό περιθώριο γερμανικής επιτυχίας.
Πέρα, όμως από τα αρχικά προβλήματα εφοδιασμού, τον Αύγουστο του 1944 οι συμμαχικές δυνάμεις είχαν κατορθώσει να ελέγξουν το μεγαλύτερο μέρος της βόρειας Γαλλίας και οι δυνάμεις τους πλησίαζαν το μεγάλο έπαθλο: τη γαλλική πρωτεύουσα. Το Παρίσι ήταν πόλη σύμβολο και σημαντικός κόμβος συγκοινωνιών που έπρεπε να παρθεί. Κυρίως αποτελούσε το επιστέγασμα της εκστρατείας: με την ιστορική πρωτεύουσα της Γαλλίας στην κατοχή τους, οι Σύμμαχοι θα αποδείκνυαν στον κόσμο πως η ώρα της ελευθερίας είχε φτάσει.
Παρά τη φιλολογία που επικράτησε μεταπολεμικά, η Γαλλία ήταν μια δύναμη βαθιά διχασμένη πριν το 1940. Υποστηρικτές της ουδετερότητας και αρνητές της Αγγλο-Γαλλικής προσέγγισης υπήρχαν πολλοί και κατά καιρούς είχαν κυριαρχήσει πρόσκαιρα στο γαλλικό κοινοβούλιο ή ως ισχυρή μερίδα της αντιπολίτευσης προξενώντας πολιτική αστάθεια, πτώσεις κυβερνήσεων και συχνά αιματηρές διαδηλώσεις και απεργίες κατά τις δεκαετίες του 1920 και 1930.
Η γερμανική επίθεση τον Μάιο του 1940 προσέφερε μια στιγμή ομοψυχίας, αλλά η ήττα και μάλιστα ο εκκωφαντικός πάταγος της κατάρρευσης του γαλλικού στρατού και του πανάκριβου συστήματος αμύνης που είχε οικοδομηθεί, επανέφεραν τις φωνές αυτές στην επιφάνεια και ενισχυμένες. Η βρετανική στάση στη Δουνκέρκη, όπου δόθηκε η εντύπωση της εγκατάλειψης του γαλλικού στρατού μαζί και η καταστροφή του γαλλικού στόλου της Αφρικής, χρωμάτισαν τους Συμμάχους με πολύ μελανά χρώματα. Ενώ η φωνή του στρατηγού Ντε Γκωλ από το Λονδίνο φάνταζα ως φερέφωνο των Βρετανών για πολλούς.
Για τους Γερμανούς, το Παρίσι παρέμενε εξίσου μια πόλη-σύμβολο. Διακαής πόθος και από ένα σημείο και μετά, στρατηγικός στόχος του γερμανικού Αυτοκρατορικού Στρατού στον Πρώτο Παγκόσμιο, το Παρίσι παρέμεινε θέση στη φαντασία των Γερμανών στρατιωτών και ο Χίτλερ -ένας από αυτούς στα χαρακώματα του Μεγάλου Πολέμου- το θυμόταν καλά. Έτσι η πόλη αποτέλεσε το τέρμα της εκστρατείας του 1940 και καύχημα της ναζιστικής γερμανικής ηγεσίας.
Ο Χίτλερ είχε ζητήσει επίμονα να μην παραδοθεί το Παρίσι άθικτο στους προελαύνοντες Συμμάχους. Αν δεν μπορούσε να το κρατήσει ο ίδιος, θα το παρέδιδε κατεστραμμένο συθέμελα. Η τελευταία εντολή είχε εκφραστεί με τον πλέον επίσημο και κατηγορηματικό τρόπο προς τον στρατηγό Dietrich von Choltitz, διοικητή της πόλης. Η ζοφερή πραγματικότητα, όμως, ήταν αμείλικτη. Ο Γερμανικός στρατός, αποδυναμωμένος και υποστελεχωμένος από τις ανάγκες άλλων μετώπων και από τη διαρκή μάχη φθοράς, είχε καταστεί ανίκανος να κρατήσει την πόλη. Η εγκατάλειψη ήταν αναπόφευκτη και -υπακούοντας στις σκληρές διαταγές άνωθεν- το ίδιο και η καταστροφή της.
Στο μεταξύ, στους Συμμάχους υπήρχαν διχογνωμίες. Καθώς το Παρίσι και όλα όσα αντιπροσώπευε ήταν μια δρασκελιά, ζωηρές αντιρρήσεις ανέκυψαν για το έπαθλο: ποιός θα ήταν ο πρώτος που θα περνούσε τις πύλες του; Οι Αμερικανοί με το μεγαλύτερο μέρος της συμμαχικής προσπάθειας να βασίζεται στην υλική και αριθμητική τους στήριξη, θεωρύσαν πως η τιμή έπρεπε να είναι δική τους. Γαλλικές, Βρετανικές, Καναδικές και Πολωνικές δυνάμεις προσέγγιζαν την πόλη με αμερικανικά φορτηγά, τζιπ και άρματα μάχης, κρατούσαν συχνά αμερικανικά όπλα και φορούσαν αμερικανικές στολές και αρβύλες. Οι Βρετανοί είχαν τους δικούς τους λόγους να είναι αυτοί πρώτοι, ενώ οι Γάλλοι με τον Ντε Γκωλ έβλεπαν -όχι άδικα- το Παρίσι ως αποκλειστικό τους λάφυρο, που θα τους επανέφερε στη συνείδηση του κόσμου ως την εγχώρια απελευθερωτική δύναμη.
Ο “αγώνας” εξελίχθηκε με λογομαχίες και κινήσεις εντυπωσιασμού εντός του Συμμαχικού Επιτελείου και εκτός. Πραγματικά, ο μόνος που δεν βιαζόταν να μπει στο Παρίσι ήταν ο Ανώτατος Συμμαχικός Διοικητής του ευρωπαϊκού θεάτρου επιχειρήσεων, Στρατηγός Αϊζενχάουερ: που θεωρούσε πως με τη μάχη στον θύλακα της Φαλαίζ να έχει μόλις τελειώσει, προτεραιότητα ήταν η καταδίωξη και καταστροφή των γερμανικών δυνάμεων πριν υποχωρήσουν στο Ρήνο κι όχι το Παρίσι, που η πτώση του ήταν θέμα χρόνου. Η πολιτική, όμως, έρχεται συχνά πριν τον πόλεμο, ειδικά όταν οι συγκυρίες είναι τόσο κρίσιμες για το μέλλον.
Στις 15 Αυγούστου, ξέσπασε στη Γαλλία μεγάλη απεργία στους σιδηροδρόμους, την αστυνομία και τη χωροφυλακή με αφορμή τη μετακίνηση 1.700 περίπου πολιτικών κρατουμένων και αιχμωλώτων πολέμου σε στρατόπεδα συγκέντρωσης στη Γερμανία. Εκατοντάδες άλλοι εργάτες πύκνωσαν σύντομα την απεργία κατεβαίνοντας σε διαδηλώσεις. Την επομένη, ο δήμαρχος του Παρισιού, Πιερ Ταιτανζέρ, επισκέφθηκε τον στρατηγό von Choltitz εκφράζοντας τους φόβους του για τις φήμες που κυκλοφορούσαν πως το Παρίσι θα δυναμιτιζόταν από τη γερμανική φρουρά. Στην απάντηση πως ο στρατηγός σκόπευε να καθυστερήσει τους Συμμάχους με κάθε τρόπο, ξέσπασε σε διαμαρτυρίες, τις οποίες με πιο ήπιο τρόπο προσπάθησε να ενισχύσει και ο Σουηδός πρεσβευτής, Ραούλ Νόρντλινγκ, σε μια προσπάθεια να πεισθεί ο στρατηγός να αγνοήσει τις παράλογες εντολές του. Ο τελευταίος ήταν ανένδοτος. Ανυπακοή στις διαταγές ήταν ανήκουστη για αξιωματικούς της παλιάς πρωσσικής σχολής αλλά για να είναι απόλυτα βέβαιοι, οι παράγοντες της ναζιστικής ηγεσίας είχαν προσθέσει και τον φόβο των αντιποίνων. Όποιος δεν υπάκουε σε διαταγές θα τυφεκιζόταν με συνοπτικές διαδικασίες και η οικογένειά του θα φυλακιζόταν.
Στις 19 Αυγούστου, η γαλλική αντίσταση οργάνωσε σειρά αψιμαχιών και ενεδρών παρενοχλώντας τις γερμανικές δυνάμεις της πόλης. Η ισχύς της αντίστασης ήταν μικρή και η παρενόχληση σχεδόν ασήμαντη, αλλά η προπαγάνδα της εποχής την διόγκωσε σημαντικά εξισώνοντάς την με γενική εξέγερση του πληθυσμού του Παρισιού. Αυτό δεν ήταν αλήθεια. Οι περισσότεροι κάτοικοι του Παρισιού πέρασαν εκείνες της μέρες κρυμμένοι στα σπίτια τους. Στο μεταξύ, όμως, η “προσωρινή κυβέρνηση του Παρισιού” μια οργάνωση που δεν είχε ξανακούσει κανείς, καλούσε μέσω του σταθμού της Εθνικής Ραδιοφωνίας (Radiodiffusion Νationale), του σταθμού του καθεστώτος Βισύ που πλέον είχε περάσει στα χέρια των Ελεύθερων Γάλλων, σε γενική εξέγερση των γαλλικών ενόπλων δυνάμεων εντός της περιοχής του Παρισιού και “κάθε πατριώτη Γάλλο” να συμβάλλει στην εκδίωξη των Γερμανών.
Οι Γερμανοί ήδη αποχωρούσαν με φάλαγγες οχημάτων να εγκαταλείπουν την πόλη. Μικρές ομάδες γάλλων ενόπλων πυροβολούσαν από στέγες και οδοφράγματα δεχόμενες το απαντητικό πυρ των Γερμανών. Το ίδιο βράδυ, ο στρατηγός von Choltitz δέχτηκε απρόθυμα να έλθει σε συμφωνία κατάπαυσης του πυρός και αποχώρησης των γερμανικών δυνάμεων χωρίς να γίνουν καταστροφές και εκτελέσεις κρατουμένων. Στα απομνημονεύματά του που εκδόθηκαν μετά τον πόλεμο (“Καίγεται το Παρίσι;”) παρουσίασε τον εαυτό του ως σωτήρα της πόλης, αλλά η αλήθεια είναι πως σε εκείνο το σημείο οι λιγοστές δυνάμεις που είχε είχαν χάσει τον έλεγχο της κατάστασης και μπορούσαν μόνο να ελπίζουν στη γρήγορη αποχώρηση.
Στις 24 Αυγούστου, η φάλαγγα της 2ης Τεθωρακισμένης Μεραρχίας των Ελεύθερων Γάλλων (2eme Division Blindée ή “Division Leclerc”), υπό τον στρατηγό Φιλίπ Λεκλέρκ, αγνόησε τις εντολές της διοίκησης του V αμερικανικού Σώματος Στρατού στο οποίο υπαγόταν, και κινήθηκε προς το Παρίσι. Λίγο πριν τις 9 και μισή το βράδυ η πρώτη μονάδα της “Σιδηράς Μεραρχίας”, όπως επίσης αποκαλείτο, συγκεκριμένα ο 9ος λόχος του εμπέδου συντάγματος του Τσαντ (σημαντικό μέρος των στρατευμάτων των Ελεύθερων Γάλλων αποτελείτο από αποικιακά στρατεύματα της Αφρικής), υπό τον λοχαγό Ντρον (απόσπασμα Ντρον) έφτασε στην κεντρική πλατεία της πόλης.
Ήταν η πρώτη συμμαχική μονάδα που εισήλθε στο Παρίσι και ενεπλάκη σε ανταλλαγές πυρών με μονάδες των Γερμανών που αποχωρούσαν. Σύντομα, μετά τα μεσάνυχτα, νέες γαλλικές μονάδες πέρασαν εντός του αστικού ιστού και κατέλαβαν στρατηγικές θέσεις. Ακολουθήθηκαν από επίλεκτες βρετανικές (30ό Commando) και αμερικανικές δυνάμεις (4η Μεραρχία). Ο λοχαγός Ντρον ήταν ο πρώτος αξιωματικός των Συμμάχων που επεδίωξε και συναντήθηκε μέσα στο βράδυ με τον Στρατηγό von Choltitz απαιτώντας την έγγραφη παράδοση των τελευταίων γερμανικών δυνάμεων. Ο Στρατηγός υπέγραψε το συμφωνητικό στις 03:30 σε ένα ξενοδοχείο, ενώ οι συμμαχικές συνάμεις εγκατέστησαν το στρατηγείο τους στο σιδηροδρομικό σταθμό του Μονπαρνάς.
Η μάχη του Παρισιού είχε λήξει. Η πόλη είχε σωθεί από την καταστροφή και οι Σύμμαχοι διεκδίκησαν όλοι κομμάτι του επάθλου, τόσο οι αντιστασιακοί, όσο και οι εθελοντές, οι στρατιώτες των Ελεύθερων Γάλλων, οι Αμερικανοί και Βρετανοί. Ο Ντε Γκωλ έφτασε την επομένη κι όλας, στις 25 Αυγούστου και εγκατέστησε το αρχηγείο του στο υπουργείο Πολέμου, ενώ έκανε πολλές εμφανίσεις μπροστά από κάμερες πριν εκφωνήσει τον γνωστό του λόγο για το “Παρίσι που απελευθερώθηκε μόνο του” ενόψει της συμμαχικής προέλασης.
“Για ποιό λόγο να κρύψουμε το συναίσθημα που μας κυριεύει όλους, άνδρες και γυναίκες, πως βρισκόμαστε εδώ, στο σπίτι μας, στο Παρίσι, που ξεσηκώθηκε για να απελευθερωθεί και που το πέτυχε με τα χέρια του; Οχι! Δεν θα κρύψουμε αυτό το βαθύ και ιερό συναίσθημα ….Παρίσι! Το Παρίσι στέκει εξοργισμένο! Το Παρίσι στέκεται τσακισμένο! Το Παρίσι μαρτύρησε! Αλλά το Παρίσι απελευθερώθηκε! Απελευθερώθηκε από μόνο του, απελευθερώθηκε από τους ανθρώπους του με τη βοήθεια των γαλλικών όπλων, με την υποστήριξη και τη βοήθεια όλης της Γαλλίας, της Γαλλίας που μάχεται, της μοναδικής Γαλλίας, της πραγματικής Γαλλίας, της αιώνιας Γαλλίας!
…Η Γαλλία επιστρέφει στο Παρίσι, στο σπίτι της. Επιστρέφει ματωμένη, αλλά αποφασισμένη. Ο εχθρός είναι κλονισμένος, αλλά δεν έχει νικηθεί ακόμη. Παραμένει στο χώμα μας. Δεν θα είναι καν αρκετό που, με τη βοήθεια των αγαπημένων και αξιοθαύμαστων Συμμάχων μας, τον διώξαμε από το σπίτι μας ικανοποιημένοι μετά από αυτό που συνέβη. Θέλουμε να μπούμε στο έδαφός του όπως αρμόζει, ως νικητές….Αυτό το καθήκον πολέμου, όλοι οι άνθρωποι που είναι εδώ και όλοι όσοι μας ακούνε στη Γαλλία γνωρίζουν ότι απαιτεί εθνική ενότητα. Εμείς, που ζήσαμε τις μεγαλύτερες ώρες της ιστορίας μας, δεν έχουμε τίποτα άλλο να ευχηθούμε από το να φανούμε, μέχρι το τέλος, αντάξια τέκνα της Γαλλίας. Ζήτω η Γαλλία!”
Ο μύθος του Παρισιού που απελευθερώθηκε μόνο του, έχτισε το μεταπολεμικό ήθος των γαλλικών όπλων και την πολιτική καριέρα του Ντε Γκωλ. Αποτέλεσε παράγοντα εθνικής ενότητας και ομοψυχίας. Μύθος αναγκαίος, που θα ανύψωνε τον Ντε Γκωλ και τη Γαλλία, φέρνοντας τους στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων μεταξύ των ισχυρών νικητριών δυνάμεων που θα οικοδομούσαν τον μεταπολεμικό κόσμο.
Η μάχη δεν ήταν αναίμακτη: 1.000 Γάλλοι αντιστασιακοί περίπου φέρεται να σκοτώθηκαν και 1.500 τραυματίστηκαν. Η 2α Γαλλική Τεθωρακισμένη Μεραρχία του Λεκλέρκ απώλεσε 300 περίπου άνδρες σε νεκρούς και τραυματίες, ενώ έχασε 35 άρματα μάχης και αυτοκινούμενα πυροβόλα και 111 άλλα οχήματα παντός τύπου, απώλειες ασυνήθιστα υψηλές δεδομένων των συνθηκών, που δείχνουν την ένταση των μαχών και την βιασύνη των Γάλλων να αρπάξουν πρώτοι το έπαθλο. Στις 26 του μήνα, οι άνδρες της “Σιδηράς Μεραρχίας” παρέλασαν κάτω από την αψίδα του Θριάμβου σε μια κίνηση συμβολισμού υπό τις επευφημίες του παρισινού πλήθους δεχόμενες ακόμα σποραδικά πυρά από Γερμανούς ελεύθερους σκοπευτές. Στις 28, οι άνδρες της 28ης Αμερικανικής Μεραρχίας έκαναν κι αυτοί μια εντυπωσίακή εμφάνιση στις λεωφόρους του Παρισιού, για να δείξουν ποια ήταν η πραγματική δύναμη πίσω από το εγχείρημα.