Το σοβιετικό υποβρύχιο Β-67, κλάσης “Zulu” (Project 611), πραγματοποιεί την πρώτη εκτόξευση βαλλιστικού πυραύλου του σοβιετικού ναυτικού, ενός R-11FM Scud.
Ο πύραυλος Scud (“Zemlya”) ήταν ένα νέο απόκτημα των Σοβιετικών Ενόπλων Δυνάμεων. Προερχόμενος σχεδιαστικά από τους γερμανικούς V-2, αναπτύχθηκε μετά από απόφαση της λαϊκής επιτροπής αμυντικών βιομηχανιών με σκοπό να δημιουργηθεί ναυτική στρατηγική ισχύς. Ο “ναυτικός Scud” έλαβε την κωδικοποίηση R-11FM ή απλά D-1 και τοποθετείτο κάθετα στον πύργο του υποβρυχίου, το οποίο έπρεπε να αναδυθεί και να ανυψώσει τον πύραυλο για την εκτόξευση.

Ο R-11FM ήταν ένα απλό στην σχεδίαση και κατασκευή βαλλιστικό βλήμα ενός σταδίου, κινούμενο με στερεά καύσιμα ενώ ο επιταχυντής έφερε μίγμα υγρών καυσίμων και οξειδωτικού παράγοντα (κηροζίνη και νιτρικό οξύ) με κατανάλωση 7,9 χλγρ. καυσίμου και 30 χλγρ. οξειδωτικού ανά δευτερόλεπτο. Η κεφαλή ήταν πυρηνική RDS-4 ισχύος 10 κιλοτόνων. Εναλλακτικά, κάποια βλήματα θα μπορούσαν να εξοπλιστούν και με συμβατική κεφαλή αλλά η ύπαρξή τους στον σοβιετικό στόλο δεν επιβεβαιώνεται. Οι διαστάσεις του ήταν 10,4 μέτρα μήκος και 0,88 μέτρα διάμετρος ενώ το βάρος ήταν 5.350 κιλά εκ των οποίων τα 3.700 ήταν το καύσιμο και το οξειδωτικό. Ο πύραυλος μπορούσε να προωθηθεί για 90 περίπου δευτερόλεπτα, δίνοντάς του εμβέλεια από 46 ως 150 χλμ. σε νεότερες εκδόσεις.
Οι πρώτες δοκιμές έγιναν από σταθερές θέσεις στην ξηρά. Το υποβρύχιο Β-67 τροποποιήθηκε για να φέρει δύο βλήματα μέσα σε ειδικά σφραγισμένες θέσεις. Η διαδικασία εκτόξευσης απαιτούσε περίπου προετοιμασία 20 λεπτών, κατά τη διάρκεια των οποίων το υποβρύχιο μπορούσε να παραμείνει σε βάθος περισκοπίου. Μόλις οι διαδικασίες από το πλήρωμα είχαν ολοκληρωθεί, το υποβρύχιο αναδυόταν και μπορούσε να πραγματοποιήσει την εκτόξευση εντός περίπου πέντε λεπτών. Για το δεύτερο βλήμα απαιτούνταν άλλα πέντε λεπτά.

Έτσι, σαν σήμερα το 1955, στις 17:32 τοπική ώρα, στη Λευκή Θάλασσα του Βόρειου Παγωμένου Ωκεανού το Β-67, πραγματοποίησε την πρώτη επιτυχημένη εκτόξευση βαλλιστικού πυραύλου από υποβρύχιο του Σοβιετικού Ναυτικού. Δημιουργώντας έτσι και την στρατηγική “τριάδα” πυρηνικής αποτροπής της ΕΣΣΔ, μαζί δηλαδή με τους βαλλιστικούς πυραύλους ξηράς και τις βόμβες αεροσκαφών.
Μέχρι την εκπνοή του 1955 άλλες επτά εκτοξεύσεις πραγματοποιήθηκαν και ως το 1961, που ο R-11FM αντικαταστάθηκε από τον Ρ-13, 77 συνολικά δοκιμαστικές εκτοξεύσεις είχαν γίνει με τις 59 να θεωρούνται επιτυχείς. Με κυκλικό σφάλμα 1.000 περίπου μέτρων, η ακρίβεια ξεπέρασε τις αρχικές προσδοκίες που θεωρούσαν αποδεκτή μια απόκλιση έως τα 3 χλμ.