Μετά από την αποτυχία του -υποκινούμενου από την ελληνική χούντα- πραξικοπήματος στην Κύπρο να κερδίσει διεθνή αποδοχή και την ομιλία του Προέδρου της χώρας, Αρχιεπισκόπου Μακαρίου στα Ηνωμένα Έθνη, ισχυρές τουρκικές δυνάμεις εκτελούν μια συντονισμένη απόβαση στα βόρεια παράλια του νησιού, έξω από την πόλη της Κερύνειας.
Δύο κυπριακές τορπιλάκατοι που επιτίθενται στον αποβατικό στόλο βομβαρδίζονται από την τουρκική αεροπορία και βυθίζονται.
Ένα χρονολόγιο των κινήσεων του πρώτου 24-ώρου είναι το εξής:
– Οι Τούρκοι δημιουργούν προγεφύρωμα στις ακτές και εγκαθιστούν αποκοπές στους δρόμους που οδηγούν σε αυτό.
– Επίθεση των ελληνοκυπριακών δυνάμεων εναντίον του προγεφυρώματος αποτυγχάνει. Τέσσερα κυπριακά άρματα Τ-34 και δύο τεθωρακισμένα οχήματα καταστρέφονται σε ενέδρες ή αεροπορικούς βομβαρδισμούς.
– Δυνάμεις της Εθνοφρουράς με την υποστήριξη αρμάτων Τ-34 και τμήματα της ΕΛΔΥΚ εκτελούν συντονισμένη επίθεση κατά του Τουρκοκυπριακού θύλακα του Κιόνελι, έξω απ΄τη Λευκωσία, με σκοπό να το εξαλείψουν. Η επίθεση αποτυγχάνει.
– Περί τους 450 άνδρες του εφεδρικού 203ου τάγματος της ΕΟΚΑ-Β επιτίθενται στο θύλακα της Λεμεσού, ενώ άλλοι 100 άνδρες χτυπούν τον θύλακα Αυδήμου λίγο δυτικότερα. Περίπου 1.000 ένοπλοι Τουρκοκύπριοι υπερασπίζονται τις θέσεις εκεί.
– Περί τις 10:00 το ελληνικό αρματαγωγό «Λέσβος» (L-172) επιστρέφει στο λιμάνι της Πάφου και προσβάλει τον τουρκοκυπριακό θύλακα με τα πυροβόλα των 40 mm. Ταυτόχρονα αποβιβάζει 450 άνδρες της ΕΛΔΥΚ που έφευγαν λόγω αντικατάστασης, με προορισμό την Ελλάδα. Η κίνηση, με πρωτοβουλία του κυβερνήτη, Πλωτάρχη Ελευθέριου Χανδρινού, προκαλεί σύγχυση στο τουρκικό επιτελείο, που πιστεύοντας ότι αντιμετωπίζει γενικευμένη ελληνική επίθεση, αποσπά τρία αντιτορπιλικά στην περιοχή.
– Δυνάμεις Ελλήνων καταδρομέων και Εθνοφρουρών επιτίθενται στον θύλακα Αγύρτα Λευκωσίας κυκλώνοντάς τον από Βορρά. Τούρκοι αλεξιπτωτιστές που ρίπτονται για να τον ενισχύσουν πέφτουν μεταξύ των ελληνικών γραμμών και εξοντώνονται.
– Περί τις 22:00 οι Τουρκοκυπριακές δυνάμεις στην Πάφο παραδίδονται μαζικά. Στο μεταξύ, στην Αμμόχωστο, οι τουρκοκυπριακές δυνάμεις οχυρώνονται για πολιορκία.
– Τα Ηνωμένα Έθνη εκδίδουν την Απόφαση 353 απαιτώντας την απόσυρση «κάθε στρατιωτικής δύναμης παρούσας στην Κύπρο που η παρουσία της δεν συνάδει με τις υπογεγραμμένες διεθνείς συνθήκες» και καλεί τις εγγυήτριες δυνάμεις, Τουρκία, Ελλάδα και Βρετανία να προσέλθουν σε συνομιλίες για την άμεση επίλυση της κρίσης.
Όπως παρατηρούμε, οι ελληνικές δυνάμεις επικεντρώθηκαν όχι στην αντιμετώπιση της αποβατικής δύναμης του τουρκικού στρατού αλλά στην εξάλειψη των τουρκοκυπριακών θυλάκων. Οι τελευταίοι, που χαρακτηρίστηκαν ως η “πρώτη εισβολή” της Κύπρου, είχαν συγκροτηθεί μεταξύ των Τουρκοκυπρίων, με συστηματική ενίσχυση και οργάνωση από αξιωματικούς και άνδρες των τουρκικών μυστικών υπηρεσιών, ήδη από το 1964. Με την καθοδήγηση της ΤΜΤ, της τουρκοκυπριακής οργάνωσης αντίστασης, που ιδρύθηκε από τον Ραούφ Ντενκτάς ως αντίβαρο στην ΕΟΚΑ, οι Τουρκοκύπριοι απομονώθηκαν πλήρως από τους μετριοπαθείς Ελληνοκυπρίους, προσηλυτίστηκαν στην ιδέα της “μητέρας Τουρκίας” και αφοσιώθηκαν στην ανατροπή του ενιαίου κυπριακού κράτους.
Τα επόμενα χρόνια, οι τουρκοκυπριακοί θύλακες, ομάδες χωριών με πλειοψηφία Τουρκοκυπρίων θα εκδιώξουν τους Ελληνοκυπρίους με τη βία, θα οχυρωθούν και θα αποτελέσουν ένα καρφί καθώς η επιθετικότητα της Τουρκίας αυξανόταν. Το ΓΕΕΦ προέκρινε στα σχέδιά του πως στην παραμικρή ένδειξη στρατιωτικής επέμβασης της Τουρκίας, η Εθνοφρουρά θα εξάλειφε τους θυλάκους των Τουρκοκυπρίων κατά απόλυτη προτεραιότητα.
Αυτό εφαρμόστηκε και το 1974, αλλά με τις χειρότερες δυνατές συνθήκες. Η Εθνοφρουρά είχε παραμεληθεί σε βαθμό κακουργήματος, τόσο ως προς το υλικό της, όσο και ως προς την εκπαίδευση, η πολιτική ηγεσία ήταν διχασμένη σε σημείο που αντίπαλες παρατάξεις συγκροτούσαν ένοπλες πολιτοφυλακές ενώ παράγοντας αστάθμητος ήταν ο ίδιος ο Μακάριος. Που θεωρούσε πως μια Κύπρος, στην εμπροσθοφυλακή της αντιπαράθεσης μεταξύ των μεγάλων διεθνών συνασπισμών, μπορούσε να κινηθεί στο χώρο των “Αδεσμεύτων”. Ο Μακάριος ορθά δυσπιστούσε προς ένα καθεστώς όπως το ελληνικό της εποχής, αλλά η γεωπολιτική θέση της Κύπρου δεν της επέτρεπε να κινείται ανεξάρτητα από τα συμφέροντα των ισχυρών.
Κατά τα άλλα, οι κινήσεις της ελληνικής δικτατορίας -προ και μετά του Ιωαννίδη- για να ελέγξουν την κατάσταση στο νησί, ήταν αφελείς και τραγικά επικίνδυνες, παραβλέποντας εντελώς τις διαθέσεις της Τουρκίας, υποτιμώντας την ισχύ μόχλευσης μιας χώρας όπως η Ελλάδα, την τοπική αντίδραση, και βέβαια τα σχέδια των μεγάλων δυνάμεων. Οι ΗΠΑ θα προτιμούσαν να δουν το νησί να βυθίζεται στον αφρό από τον οποίο μυθολογικά δημιουργήθηκε, από το να μετατρέπεται σε πλωτή βάση φιλική προς την ΕΣΣΔ. Έτσι, παρέδωσαν την Κύπρο στην πιο προβλέψιμη και φιλική Τουρκία για να ελέγξουν την κατάσταση ακόμα κι αν αυτό σήμαινε την καταστροφή.
Οι μάχες που επακολούθησαν έδειξαν, πως οι ελληνικές δυνάμεις (Εθνική Φρουρά, ΕΛΔΥΚ, ομάδες ενόπλων) πολέμησαν γενναία και αρκετά αποτελεσματικά ή τουλάχιστον περισσότερο αποτελεσματικά από τις τουρκικές σε πολλές περιπτώσεις. Παρά το ότι επιχειρούσαν υπό την απόλυτη κυριαρχία της τουρκικής αεροπορίας, του τουρκικού ναυτικού, αντιμετωπίζοντας τριπλάσιες τουλάχιστον δυνάμεις, με τους τουρκοκυπριακούς θύλακες στα μετόπισθεν, το σύστημα ιεραρχίας αποκεφαλισμένο, και τους Κυπρίους επιστράτους δύσπιστους εως εχθρικούς προς τους Έλληνες αξιωματικούς.
Αν και γεγονότα όπως ο βομβαρδισμός της 181ης ΜΠΠ, η βύθιση των τορπιλακάτων, ο ανύπαρκτος ανεφοδιασμός και οι ελλείψεις σε κάθε υλικό δεν μπορούν να παραβλεφθούν, εξετάζοντας τα γεγονότα βλέπουμε πως πολλές συγκρούσεις κατέληγαν υπέρ των Ελλήνων, που ίσως θα μπορούσαν να επικρατήσουν στο πρώτο κρίσιμο εικοσιτετράωρο.
Κάποια τελευταία ερωτήματα -ρητορικά πλέον, στη δίνη της πολύχρονης πια ιστορίας- αναδύονται:
- Ήταν η εξάλειψη των τουρκοκυπριακών θυλάκων η ορθή προτεραιότητα;
- Μήπως η εξέλιξη θα ήταν διαφορετική αν κινούνταν περισσότερες μονάδες κατά του προγεφυρώματος στην Κερύνεια;
- Μήπως οι θύλακες δεν ήταν τόσο επικίνδυνοι ακόμα και με την ενίσχυση των αλεξιπτωτιστών;
- Μήπως η Ελλάδα, αντί της επιχείρησης ενίσχυσης της Κύπρου με μια λειψή Μοίρα Καταδρομέων, θα προσέφερε περισσότερα επιτιθεμένη κατά της ίδιας της Τουρκίας;
Τα ερωτήματα παραμένουν. Η Ιστορία έχει το προνόμοιο να τα αγνοεί εφόσον ασχολείται με το τί έγινε και όχι με το τί θα γινόταν.