Το 440 ο αυτοκράτορας Βαλεντινιανός ο 3ος (του δυτικού τμήματος της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας) ήρθε σε συμμαχία με τον βασιλιά των Βανδάλων Γενσέριχο. Τη συνθήκη μεταξύ τους επισφράγισε ο αρραβώνας των δύο παιδιών τους, του Ουσέριχου και της Ευδοκίας, με τη μορφή υπόσχεσης μέχρι την ενηλικίωση της δεύτερης.
Ο θάνατος του Βαλεντινιανού το 455 ανέτρεψε τα δεδομένα. Ο νέος αυτοκράτορας, Πετρώνιος Μάξιμος, δεν έδειξε διάθεση να κρατήσει τις υποσχέσεις του προκατόχου του. Ο ίδιος παντρεύτηκε τη χήρα του Βαλεντινιανού, Λικινία Ευδοξία και πάντρεψε τον γιό του Παλλάδιο με την Ευδοκία, όλα με σκοπό να θεμελιώσει το δικαίωμά του στον θρόνο. Οι εξελίξεις αυτές εξόργισαν τον Γενσέριχο, που εξεστράτευσε εναντίον της Ρώμης.
Λέγεται ότι ο Πάπας Λέων ο 1ος συνωμότησε με τον Γενσέριχο να του ανοίξει τις πύλες με το αντάλλαγμα να μην καταστρέψει την πόλη και τους ναούς και να μην πειράξει τον πληθυσμό της, όπως είχε γίνει το 410 με τους Βησιγότθους. Οι Βάνδαλοι φαίνεται να κράτησαν το λόγο τους και λεηλάτησαν το παλάτι, τα δημόσια κτίρια, ξήλωσαν την χάλκινη οροφή του ναού του Ουρανού του Καλλίστου και Μεγίστου (εξ ου ο σύγχρονος όρος «βανδαλισμός») αλλά οι κακοποιήσεις, οι θάνατοι και οι καταστροφές φαίνεται να ήταν πολύ περιορισμένες.
Ο Πετρώνιος και ο γιός του Παλλάδιος προσπάθησαν να διαφύγουν αλλά μακελεύτηκαν από τον όχλο. Ο Γενσέριχος έπιασε τη σύζυγο και την κόρη του αυτοκράτορα και λίγο μετά πάντρεψε την Ευδοκία με τον γιό του. Μετά αποσύρθηκε στην Καρχηδόνα, στο Βανδαλικό βασίλειο. Θα κυβερνούσε άλλα 22 χρόνια αποκρούοντας μια εκστρατεία του ανατολικού ρωμαϊκού βασιλείου με δύο ναυμαχίες και θα εξαπέλυε επιδρομές στην Πελοπόννησο αλλά θα τον απέκρουαν. Παρέμεινε κύριος της δυτικής Μεσογείου και βόρειας Αφρικής μέχρι τον θάνατό του, το 477.