Στις 11 Μαρτίου 1918 έχουμε μια από τις πρώτες καταγραφές κρούσματος “ισπανικής” γρίπης -στο Κάνσας των ΗΠΑ- που θα σωρεύσει 50-100 εκατομμύρια νεκρούς σε όλη την υφήλιο. Είναι η πρώτη καταγεγραμμένη πανδημία με τουλάχιστον 500 εκατομμύρια προσβληθέντες. Σε συνδυασμό με την ανθρωποσφαγή του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, μείωσε τον πληθυσμό της Γης κατά 3-5% μέσα σε τρία χρόνια.
Τα νέα για την επιδημία απροκρύπτονταν από τα περισσότερα εμπόλεμα έθνη, για λόγους ασφαλείας και ηθικού αλλά οι αναφορές στον Τύπο στην ουδέτερη Ισπανία κυκλοφορούσαν ελεύθερα, δημιουργώντας λανθασμένα την εντύπωση ότι η επιδημία πρωτοξεκίνησε εκεί, δίνοντας την ονομασία «ισπανική ινφλουένζα».

Προϊόν μετάλλαξης, δεν είναι βέβαιο πώς ακριβώς μεταδόθηκε ο ιός και από πού προήλθε. Άλλοι κατηγόρησαν τις μεταφορές εφοδίων από χώρες των αποικιών προς τα Ευρωπαϊκά μέτωπα, άλλοι τους ναυτικούς κι άλλοι τους 100.000 Κινέζους εργάτες που είχαν μετακινηθεί στην Ευρώπη από τα αποικιακά έθνη για να βοηθήσουν σε κατασκευές στο ευρωπαϊκό έδαφος. Το γεγονός, όμως, ότι ακόμα και άτομα σε απομονωμένα νησιά του Ειρηνικού προσβλήθηκαν από τον ιό περιπλέκει τα πράγματα.
Επίσημα, η «ισπανική ινφλουένζα» κατηγοριοποιήθηκε ως ιός τύπου Η1Ν1 και αποτελεί τη μητέρα όλων των πανδημιών. Τα υψηλότερα ποσοστά θνησιμότητας παρατηρήθηκαν στις ηλικιακές ομάδες κάτω των 5 ετών, μεταξύ 20-40 ετών και στους άνω των 65.

Η δεύτερη ομάδα ήταν και το πλέον αινιγματικό, αφού οι νέοι έχουν ισχυρό ανοσοποιητικό. Ωστόσο, το 1918 λόγω του πολέμου ήταν εποχή μεγάλων μετακινήσεων για σημαντικές μερίδες πληθυσμού, που τους εξέθετε σε νέους μολυσματικούς παράγοντες, ενώ η απουσία αντιβιοτικών για να καταπολεμηθούν δευτερογενείς μολύνσεις συνετέλεσαν πιθανότατα στην αύξηση των μολύνσεων και του υψηλού αριθμού νεκρών.
Η ασθένεια είχε έντονα συμπτώματα πυρετού, πόνου στις αρθρώσεις και ξηρολαιμίας όπως και πονοκεφάλου. Βαριά ασθενείς παρουσίαζαν μελάνωση στα δάχτυλα, στο λαιμό και στο πρόσωπο, δυσκολία στην αναπνοή, ακόμα και αιμορραγία.

Οι αρχές σε όλες τις χώρες αντέδρασαν με απομόνωση των περιστατικών, καραντίνα, γενική εφαρμογή κανόνων προσωπικής υγιεινής, χρήση απολυμαντικών και μασκών προστασίας αφού η μετάδοση γινόταν μέσω του αέρα, ενώ υπήρξε και απαγόρευση δημοσίων συνευρέσεων, μέτρα που εφαρμόστηκαν κατά περίπτωση με μέτρια επιτυχία.
Η περίοδος της πανδημίας έληξε περί τον Απρίλιο του 1920 αφού πέρασε από δύο διαδοχικά κύματα αναζωπύρωσης, πιθανώς σχετιζόμενα με το τέλος του πολέμου και την επιστροφή των στρατιωτών από τα μέτωπα. Το «μεγαλύτερο ιατρικό ολοκαύτωμα της καταγεγραμμένης ιστορίας», όπως αποκλήθηκε τότε, εξαφανίστηκε μυστηριωδώς όσο γρήγορα είχε εμφανιστεί, πιθανώς από μετάλλαξη σε ιό μη φονικής μορφής.

Αυτό, βέβαια, δεν έγινε προτού η «ισπανική ινφλουέντζα» διεκδικήσει τις ζωές τουλάχιστον 21 εκατομμυρίων ανθρώπων μέσα στους πρώτους τέσσερις μήνες. Καθώς τα κρούσματα δεν ήταν δυνατόν να καταγραφούν με ακρίβεια σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της Γης και μάλιστα σε καιρό παγκοσμίου πολέμου, δεν υπάρχει σαφής αριθμός θυμάτων. Ορισμένες εκτιμήσεις μιλούν για πενήντα εκατομμύρια νεκρούς (στοιχεία του Παγκοσμίου Οργανισμού Υγείας) ή και περισσότερους ακόμα.

