To πολυεργαλείο Douglas A-20 Havoc στην υπηρεσία της RAF

Tα DB-7 προορίζονταν αρχικώς για τη γαλλική αγορά, φέροντας την ονομασία «Boston II». Όταν τελικώς έφτασαν στους Βρετανούς, οι τελευταίοι έδειξαν απρόθυμοι να τα εντάξουν στο στόλο τους ως βομβαρδιστικά, θεωρώντας πως η εμβέλειά τους και η χωρητικότητα βομβών δεν τα καθιστούσαν ικανά για αποστολές στη Γερμανία από βάσεις της Νοτίου Αγγλίας. Τελικώς αξιοποιήθηκαν διαφορετικώς, χρησιμοποιούμενα κατά κόρον ως βαρέα νυχτερινά μαχητικά.

Τα αερομεταφερόμενα ραντάρ των Βρετανών ήταν ακόμα αρκετά ογκώδη, ενώ για το χειρισμό τους, απαιτείτο ένα δεύτερο μέλος. Επομένως, τα μονοθέσια μαχητικά αποκλείστηκαν από το συγκεκριμένο ρόλο, ο οποίος ανετέθη σε δικινητήρια με πλήρωμα δύο ή περισσοτέρων ατόμων. Χρειάζονταν όμως προσόντα ευελιξίας και ταχύτητας για την αναχαίτιση εχθρικών βομβαρδιστικών. Τα Bostons κρίθηκαν ως απολύτως κατάλληλα για την κάλυψη των συγκεκριμένων αναγκών.

Οι διαφορετικοί τύποι που δημιούργησαν οι Βρετανοί

Για να ξεχωρίσουν από τους τύπους των βομβαρδιστικών, έλαβαν την ονομασία Havocs. H πρώτη έκδοση ήταν αυτή του Havoc Mk. I I, όπου το διαφανές ρύγχος άλλαξε και μετατράπηκε σε χώρο αποθηκεύσεως οκτώ πολυβόλων Browning των 7,69 χλστ. και ενός ραντάρ. Οι κεραίες τοποθετήθηκαν στην άκρη του ρύγχους, ενώ στα πλαϊνά, κάτω από το πιλοτήριο, και στις πτέρυγες μπήκαν οι δέκτες σε σχήμα «Τ». O συγκεκριμένος τύπος δε διέθετε αμυντικό οπλισμό ούτε μετέφερε βόμβες. Είχε πλήρωμα δύο μελών, τον πιλότο και το χειριστή του ραντάρ.

Μια άλλη εκδοχή του Havoc Mk. I I ήταν το επωνομαζόμενο «Intruder», στο οποίο δόθηκαν επιθετικά χαρακτηριστικά για νυχτερινές επιθέσεις εναντίον γερμανικών αεροδρομίων κοντά στη Μάγχη, καθώς και αεροσκαφών (σε αέρα και έδαφος). Οι τροποποιήσεις βέβαια ήταν περιορισμένες: διατηρήθηκε το διαφανές ρύγχος με τέσσερα πολυβόλα Browning, ο χώρος του πλοηγού, η καταπακτή βομβών έως 1.100 κιλών και το πιλοτήριο του πυροβολητού-ασυρματιστού.

H έκδοση του Turbinlite με τον ισχυρό προβολέα

Υπήρξε επίσης και η παραλλαγή του «Turbinlite», με έναν ισχυρότατο προβολέα στο εμπρόσθιο τμήμα της ατράκτου. Είναι δε χαρακτηριστικό πως το γυαλί ήταν επίπεδο. Η έλλειψη αεροδυναμικού σχεδιασμού, μολαταύτα, δεν επιρρέαζε τους ελιγμούς του. Οι μπαταρίες του προβολέως καταλάμβαναν ολόκληρο το χώρο της καταπακτής βομβών. Η αναζήτηση του στόχου πραγματοποιείτο με ραντάρ εντός του αεροσκάφους. Δύο κεραίες σάρωσης ήταν στα πλαϊνά του προβολέως και οι κεραίες λήψης – όπως στην πρώτη έκδοση – στα πλευρά της ατράκτου και τις πτέρυγες. Ο χειριστής του ραντάρ βρισκόταν στο δεύτερο θάλαμο. Το Turbinlite δεν έφερε όπλα και επιχειρούσε πάντοτε μαζί με κάποιο μαχητικό. Έχοντας εντοπίσει το στόχο με το ραντάρ, πλησίασε σε απόσταση 250 μέτρων ή λιγότερη και το φώτιζε για το συνοδευτικό. Το δεύτερο αναλάμβανε κατόπιν την επίθεση.

Δημιουργήθηκε ακόμη το Douglas Havoc Mk. I «Pandora» ή «LAM» (Long Aerial Mine) το οποίο έρριπτε με αλεξίπτωτο νάρκες από την καταπακτή βομβών. Όταν το εχθρικό αεροπλάνο έπεφτε σε μία από αυτές, το αλεξίπτωτο απεκόπτετο και ένα δεύτερο άνοιγε όπου τραβούσε το μακρύ σύρμα προς προς τα κάτω, έως ότου η γόμωση χτυπούσε στην πτέρυγα κι εξερράγη. Το σύστημα είχε αρχίσει να αναπτύσσεται πριν ακόμη αρχίσει ο πόλεμος, για την αντιμετώπιση σχηματισμών βομβαρδιστικών σε στενή διάταξη. Οι νάρκες σκόπευαν στη διάσπαση του σχηματισμού ώστε να διευκολύνετο το έργο των μαχητικών που ξεκινούσαν κατόπιν την επίθεση.

Σχηματική παρουσίαση της λειτουργίας της εναέριας νάρκης

Τα Havocs στα πεδία των μαχών

Το χειμώνα του 1940-41, στο Bartonwood της Ανατολικής Αγγλίας ξεκίνησαν οι μετατροπές του DB-7 σε Havoc διαφόρων τύπων. Λίγους μήνες αργότερα, βρήκαν από τα εργοστάσια 100 περίπου κομμάτια, που ακολούθως αυξήθηκαν στα 181 – συμπεριλαμβανομένων και αρκετών Boston I –, τα οποία μετατράπηκαν σε Havoc Mk. I νυχτερινών επιχειρήσεων. Τα βομβαρδιστικών αποστολών ήταν τα λιγότερα (σύνολο 31), ενώ ακόμα λιγότερα ήταν τα «Pandora» (σύνολο 24).

Το πρώτο νυχτερινό μαχητικό Havoc Mk. Ι εστάλη στην 85η Μοίρα την 7η Απριλίου του 1941. Πιο μετά εφοδιάστηκαν οι 25η και 600η Μοίρες. Έως τότε όμως, οι μαζικές και επίμονες γερμανικές αεροπορικές επιδρομές στην Αγγλία είχαν ήδη κοπάσει ή σταματήσει. Συνεπώς, δεν υπήρξε συνδρομή του συγκεκριμένου τύπου σε αξιομνημόνευτες επιτυχίες (κάποια εξ αυτών μετατράπηκαν αργότερα σε Turbinlites).

Douglas A-20 Havoc Mk.II

Αντιθέτως, τα «Intruders» υπήρξαν σαφώς πιο ενεργά από τις αρχές του 1941, όταν εξόπλισαν την 23η και κατόπιν την 605η Μοίρα. Ως κυρίους στόχους είχαν τα αεροδρόμια της Μάγχης. Συνήθως επιχειρούσαν μόνα τους, επιτιθέμενα προς εχθρικά βομβαρδιστικά που επέστρεφαν στη βάση τους από αποστολές. Δεν ήταν λίγες οι περιπτώσεις όπου αναλάμβαναν δράση τη στιγμή ακριβώς της προσγείωσης των γερμανικών αεροπλάνων. Οι αιφνιδιασμένοι χειριστές αντιαεροπορικών έβαλαν προς πάσα κατεύθυνση στον αέρα, πετυχαίνοντας ακόμη και δικά τους αεροσκάφη.

Η πρώτη μονάδα των Turbinlites, που ονομάζετο «Μονάδα Φωτισμού Εναερίων Στόχων», σχηματίστηκε το Μάϊο του 1941 στο Heston, στα προάστια του Λονδίνου. Ασχολήθηκε με την ανάπτυξη τακτικών για τη χρήση των συγκεκριμένων αεροσκαφών, τα οποία συνήθιζαν να επιχειρούν μαζί με ένα ή δύο Hurricanes. Έως το Δεκέμβριο του ιδίου έτους, δημιουργήθηκαν άλλες εννέα μονάδες, με τρία Turbinlites εκάστη. Στις πρακτικές της μάχης υπήρξε όμως μεγάλη απόκλιση από το θεωρητικό σκέλος. Τα Hurricanes πολλάκις δυσκολεύονταν να εντοπίσουν τα Turbinlites στο νυχτερινό ουρανό, ούτε ήταν δυνατόν να καθοδηγηθούν από ραντάρ εδάφους, επειδή δε διέθεταν κάτι περισσότερο από μια μαγνητική πυξίδα. Τον Ιανουάριο του 1943, οι Mοίρες των Turbinlites διαλύθηκαν.

Μεταξύ Μαρτίου και τελών Ιουλίου του 1941, τα Pandoras της 93ης Μοίρας πραγματοποίησαν 112 αποστολές. Σε 59 περιπτώσεις συμμετείχαν στην αναχαίτιση ομάδων γερμανικών βομβαρδιστικών με τη συνδρομή επιγείων ραντάρ. Οι νάρκες έπεφταν ανά 50 περίπου μέτρα, αλλά μόνο ένα εχθρικό αεροσκάφος ανατινάχτηκε αποδεδειγμένα από αυτές (πιθανώς να καταστράφηκαν τρία ακόμη, αφού το στίγμα τους εξαφανίστηκε από τις οθόνες των βρετανικών ραντάρ). Τον Οκτώβριο του ιδίου έτους, οι αποστολές σταμάτησαν, ενώ έναν μήνα αργότερα η Μοίρα διαλύθηκε, όπου τα αεροσκάφη της μετατράπηκαν σε συμβατικά Havocs.

Σε δράση τέθηκε και το πρώην γαλλικό DB-7A, όπου μεταβλήθηκε σε νυχτερινό μαχητικό Havoc Mk. II με μακρύτερο ρύγχος, κατασκευασμένο από την Martin-Baker, που διέθετε δώδεκα πολυβόλα, όλα των 7,69 χλστ. Συνολικά, 80 από αυτά τροποποιήθηκαν στο Bartonwood, και αργότερα μερικά έγιναν Turbinlites. Σε ένα μάλιστα, εγκαταστάθηκε και ο πυργίσκος Boulton-Paul με τα τέσσερα πολυβόλα ώστε να μπορεί να επιχειρεί ως νυχτερινό κανονικό μαχητικό, πετώντας παράλληλα με τα συνοδευτικά. Το πείραμα όμως ήταν ανεπιτυχές, γι΄αυτό και γρήγορα εγκαταλείφθηκε.

Τα Havocs σίγουρα δε συνέδραμαν όσο τα Lockheed Hudsons. Όταν η RAF άρχισε σταδιακά να παραλαμβάνει σε επαρκείς αριθμούς τα ικανότερα, για νυχτερινές αποστολές, Beaufighters και Mosquitoes στα μέσα του 1943, τα Havocs εστάλησαν σε μονάδες εκπαίδευσης. Κάποια άλλα παραδόθηκαν σε αμερικανικές μονάδες εγκατεστημένες επί αγγλικού εδάφους.

 

Havoc Mk.I

Most Popular