Hs 129Β Panzerknacker: Το προβληματικό ‘Α-10’ των Ναζί   

Άσχημο σαν αμαρτία, βαριά θωρακισμένο και ακόμα βαρύτερα οπλισμένο με ένα θηριώδες πυροβόλο των 75 χιλ. που κάθε βολή του «έκοβε» 10 μίλια από την ταχύτητα τού αεροπλάνου, το Hs 129B-3 ήταν τον Οκτώβριο του ’44 η απάντηση της Luftwaffe στην πλημμυρίδα των σοβιετικών Τ-34. Με τους ιπτάμενους καταστροφείς αρμάτων η γερμανική Διοίκηση ήλπιζε πως θα άλλαζε την τροπή των επιχειρήσεων στο Ανατολικό Μέτωπο. Όμως οι ελπίδες παρέμειναν ελπίδες.

Ικανό να εξουδετερώσει ένα τανκ με μια και μόνο βολή του ημιαυτόματου BK 7,5 –παρόλο που τα βλήματα του Bordkanone διέθεταν τα ¾ της ταχύτητας εξόδου από την κάννη που χαρακτήριζε το ίδιο πυροβόλο τοποθετημένο σε άρμα– το Hs 129B-3 υπήρξε η πιο φιλόδοξη έκδοση του τύπου. Θεωρητικώς ήταν το τέλειο αεροσκάφος προσβολής επιγείων στόχων: δικινητήριο, με τον χειριστή καλά προστατευμένο πίσω από θωράκιση κατά πυρών ελαφρών όπλων και φονικό πάνω από το πεδίο της μάχης. Η πραγματικότητα ήταν διαφορετική.

Η αρχική έκδοση Hs 129A-1 ήταν τουλάχιστον αμφιλεγόμενη ως προς τις επιδόσεις της. Για την ακρίβεια είχε τόσα προβλήματα που η Luftwaffe αρνήθηκε να τα παραλάβει. Το Hs 129 πετούσε σαν γουρούνι, οι κινητήρες «κρατούσαν» απροειδοποίητα ή έπαιρναν ξαφνικά φωτιά, οι πιλότοι παραπονούντο ότι τα χειριστήρια ήταν βαριά ενώ η ευελιξία και η ορατότητα απείχαν πολύ από το προσδοκώμενο.
Στην ουσία το αεροπλάνο έπρεπε να σχεδιαστεί από την αρχή και να εφοδιαστεί με νέους, αξιόπιστους κινητήρες. Οι επόμενες εκδόσεις ενσωμάτωναν βελτιώσεις αλλά οι κινητήρες παρέμειναν η «Αχίλλειος πτέρνα» του τύπου καθ’ όλη την διάρκεια της υπηρεσίας του.

Ο λόγος ήταν ότι μια από τις βασικές προϋποθέσεις για την ανάπτυξη του αεροσκάφους προέβλεπε να μην χρησιμοποιεί κινητήρες που προορίζοντο για άλλους τύπους πρώτης γραμμής. Έτσι, η Henschel εφοδίασε το αεροπλάνο με υποδεέστερους κινητήρες. Οι γαλλικοί Gnôme-Rhône 14M ήταν υπερευαίσθητοι στην σκόνη και στην άμμο –τα Hs 129 υπηρέτησαν και στην Τυνησία– ενώ οι αστοχίες ήταν σύνηθες φαινόμενο.
Ο οπλισμός ήταν διαφορετική υπόθεση. Η έκδοση Β-2 είχε δύο πολυβόλα MG 17 των 7,92 χιλ. (αργότερα αντικαταστάθηκαν με ισάριθμα MG131 των 13 χιλ.) και δύο πυροβόλα MG 151 των 20 χιλ. στο ρύγχος συν βόμβες σε πτερυγικούς φορείς. Τα Hs 129B-2/R2 έφεραν ένα πυροβόλο ΜΚ 101 ή ΜΚ 103 των 30 χιλ. σε κοιλιακό ατρακτίδιο, τα B-2/R3 ήταν εξοπλισμένα με το βασισμένο στο Flak 18 πυροβόλο ΒΚ 3,7 ενώ τα μόλις 25 αεροσκάφη της έκδοσης Β-3 που κατασκευάστηκαν έφεραν το ΒΚ 7,5 το οποίο προερχόταν από το αντιαρματικό PaK 40.

Το Hs 129 θα μπορούσε να ήταν το Α-10 του Β΄ ΠΠ αλλά δεν έγινε έτσι. Αντίθετα με το εξαιρετικό ευέλικτο, αξιόπιστο και ανθεκτικό ‘Warthog’ ο ιπτάμενος κυνηγός αρμάτων της Luftwaffe προδόθηκε από μια σειρά συμβιβασμών και προβλημάτων στην παραγωγή εξαιτίας του πολέμου πριν καν ο τύπος μπει στην μάχη. Και όταν μπήκε, απείχε αρκετά από το να είναι επιχειρησιακά έτοιμος, επισημαίνουν ιστορικοί.

Το κυριότερο ήταν ότι η ηγεσία της Luftwaffe υποτίμησε την ανάγκη για την ανάπτυξη μιας εξειδικευμένης πλατφόρμας προσβολής επιγείων στόχων και δη ενός «φονιά αρμάτων». Όταν η γερμανική Ανώτατη Στρατιωτική Διοίκηση συνειδητοποίησε ότι οι προ της Επιχείρησης Barbarossa εκτιμήσεις για το σοβιετικό αρματικό δυναμικό δεν ήταν 10.000 κύρια άρματα μάχης, όπως έλεγαν οι άνθρωποι της Abwehr, αλλά περίπου 24.000 τανκς που παράγονταν σε εργοστάσια στο απυρόβλητο των Ουραλίων, ο χρόνος κυλούσε ήδη εις βάρος των Γερμανών.

Το γεγονός ότι το Βερολίνο είχε αναθέσει στην Henschel την παραγωγή αεροσκαφών άλλων εταιριών δεν βοήθησε την κατασκευή των δικών της σχεδιάσεων. Μαζί με τα τρία πρωτότυπα και τα οκτώ αεροσκάφη προπαραγωγής η Henschel κατασκεύασε μόνο 870 Hs 129, ένα κλάσμα των 33.000 και πλέον Bf109 και 20.000 μαχητικών Fw 190 που βγήκαν από τις εγκαταστάσεις της.

Με την Wehrmacht στο Ανατολικό Μέτωπο να έχει περάσει πλέον στην άμυνα, τα Hs 129 έφθασαν σε επαρκείς αριθμούς πολύ αργά. Ποτέ δεν υπήρχαν επιχειρησιακά διαθέσιμες πάνω από πέντε Μοίρες και συχνά τα αεροπλάνα ήταν ελλιπώς οπλισμένα. Επίσης ήταν αργά, με ταχύτητα μικρότερη των 200 μιλίων όταν πετούσαν πλήρως φορτωμένα ενώ η πάχους 7,5 εκ. καλύπτρα παρείχε μεν προστασία αλλά περιόριζε την ορατότητα. Πάντως το αεροπλάνο ήταν δημοφιλές στα πληρώματα και ανθεκτικό στα εχθρικά πλήγματα.

Στα χέρια ικανών πιλότων και με τις σωστές τακτικές, το Hs 129 δικαίωνε με φοβερό τρόπο το προσωνύμιο ‘Panzerknacker’ –αρματοθραύστης. Οι Σοβιετικοί είχαν αναπτύξει έναν υγιή φόβο για αυτά όπως και για τα εξοπλισμένα με πυροβόλα των 37 χιλ. Ju 87G-1 ‘Kanonenvogel’ (τροποποιημένα D-3 και Ju 87G-2 με τις μακρύτερες πτέρυγες της έκδοσης D-5). Ο Γερμανός άσσος και κάτοχος του Σταυρού των Ιπποτών, Σμηναγός Rudolf-Heinz Ruffer, πέτυχε τις περισσότερες από τις 80 καταστροφές εχθρικών αρμάτων πετώντας με Hs 129.

Το αεροπλάνο είχε την φήμη ότι ήταν σχεδόν ακατάρριπτο. Σχεδόν. Το 1944 σοβιετικά αντιαεροπορικά πέτυχαν τον Σμηναγό Ruffer καθώς προσέβαλε έναν σχηματισμό τεθωρακισμένων σε μια αποστολή πάνω από την Πολωνία. Το Hs 129 εξερράγη σκοτώνοντάς τον ακαριαία… Οι πιο οξυδερκείς έβλεπαν πλέον ξεκάθαρα ότι ο αντίστροφος δρόμος του Blitzkrieg τερμάτιζε στο Βερολίνο. Με την Γερμανία μόνη εναντίον όλων, κανένα αεροπλάνο δεν θα μπορούσε να το αλλάξει αυτό.
Αλέξανδρος Θεολόγου   
 

Most Popular