Είναι κάπως παράδοξο κι όμως συμβαίνει. Πολλές είναι οι περιπτώσεις που διάφορες προσωπικότητες τυγχάνει να είναι γνωστές σε ευρύτερους χώρους και όλως παραδόξως παραμένουν άγνωστοι στις ιδιαίτερες πατρίδες τους. Αυτή η άγνοια είναι φυσικό να είναι πιο έντονη στις νεότερες γενιές. Με τέτοια περίπτωση είναι κι αυτή του θρυλικού Ναυπάκτιου αεροπόρου Πελοπίδα Φράγκου, του πρώτου Ναυπάκτιου αεροπόρου.
Του Ηλία Στ. Δημητρόπουλου, Σμηνάρχου ε.α- Ιστορικού ερευνητή
Γόνος του γένους Φράγκου που φαίνεται ότι κρατεί από την εσχατιά της Ναυπακτίας την Μανδρινή (παλαιά Παλούκοβα), ο Πελοπίδας γεννήθηκε στη Ναύπακτο το 1907. Ήταν το έβδομο παιδί της οικογένειας του Λάμπρου Φράγκου και της Αικατερίνης Πλαστήρα.
Φέροντας το Θηβαϊκό όνομα Πελοπίδας, έμελλε να καταστεί ο αεροπορικός Μέντορας της Ναυπακτίας, να διακριθεί, να καταστεί Ήρωας στον πόλεμο του 1940 και γενικά να εμπεδωθεί και να προσαγορεύεται, στην παλαιότερη αεροπορική οικογένεια, ως ο άτυπος «Αρχηγός», τίτλος που τον ακολούθησε σε όλη του τη ζωή και μετά το θάνατό του.
Το 1925 σε ηλικία 18 ετών κατατάσσεται ως εθελοντής στο ΣΕΔΕΣ (Θεσσαλονίκη) τον Νοέμβριο του 1925. Εκεί υπήρχε η Σχολή Αεροπλοΐας δημιούργημα του Γαλλικού Εκστρατευτικού Σώματος κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Με την ίδρυση του Πολεμικής Αεροπορίας ως ανεξαρτήτου όπλου το 1930- 31 μετατάσσεται σ’ αυτή με το βαθμό του Ανθυποσμηναγού.
Ο πόλεμος του 1940 τον βρίσκει Σμηναγό κυβερνήτη στην 31η Μοίρα με τα σύγχρονα αεροσκάφη ΠΟΤΕΖ- 63 και πολεμική έδρα το πρόχειρο αεροδρόμιο στα Νιάματα Λάρισας.
Μια ακόμη ημέρα δόξας η 22α Νοεμβρίου 1940, ημέρα που η Κορυτσά έπεφτε στα χέρια του Ελληνικού Στρατού. Οι Ιταλοί υποχωρούν ατάκτως στο δρόμο προς το Πόγραδιτς. Ζητείται εντατικοποίηση των βομβαρδισμών από την Ελληνική Αεροπορία. Χλωμό- μουντό φθινοπωρινό απόγευμα. Το πολυβόλο του αεροπλάνου του Πελοπίδα βγάζει πρόβλημα στην προετοιμασία της απογείωσης. Φεύγουν οι άλλοι για την αποστολή, τους συνοδεύουν για προστασία και τα καταδιωκτικά μας μέχρι την ελληνοαλβανική μεθόριο και εκεί περιπολούν περιμένοντας να γυρίσουν τα βομβαρδιστικά μας για να τα συνοδεύσουν πίσω στις βάσεις τους. Όταν επισκευάσθηκε το πολυβόλο, στο αεροπλάνο του Πελοπίδα, απογειώνεται μόνος του, χωρίς συνοδεία, έχοντας στη δεύτερη θέση ως παρατηρητή- πολυβολητή τον Επισμηνία Χρήστο Χρηστίδη. Στη διαδρομή συναντά τα καταδιωκτικά μας που επέστρεφαν, χαιρετηθήκανε με τις χαρακτηριστικές κινήσεις των πτερύγων τους. Έτσι ο Πελοπίδας με τον παρατηρητή του ως Δον Κιχώτης του αέρος πρέπει να εκτελέσει την αποστολή χωρίς καμιά προστασία από πλευράς καταδιωκτικών. Φτάνει στο πεδίο της μάχης, επιλέγει το στόχο, είναι μια φάλαγγα με βυτία καυσίμων κι αρχίζει τη βύθιση για την προσβολή της. Εκείνη τη στιγμή της υπέρτατης αυτοσυγκέντρωσης, ακούει στο φωναγωγό (μέσο ενδοεπικοινωνίας) την εναγώνια φωνή του Χρηστίδη.
-Κύριε Σμηναγέ, εχθρός πίσω κι αριστερά.
-Πόσα είναι;
-Εννιά, να ‘τα ξεπροβάλλουν από το σύννεφο.
Ήταν εννέα καταδιωκτικά Φίατ που με τα 36 πολυβόλα τους ξερνούν κόλαση πυρός προς το ΠΟΤΕΖ. Ο παρατηρητής Χρηστίδης στρέφει το πολυβόλο του και ρίχνει μια ριπή που πετυχαίνει το ένα ιταλικό. Το αεροπλάνο του Πελοπίδα δέχεται βροχή βλημάτων θρυμματίζουν τα όργανά του περνούν οι σφαίρες ξυστά στο αφτί του. Αυτός δεν ματαιώνει την αποστολή του, συνεχίζει την βύθιση και αφήνει τις βόμβες του πάνω στους στόχους και κατ’ αυτόν τον τρόπο ελαφρύνει το αεροπλάνο του. Με όλη τη δύναμή του τραβάει τα πηδάλια 180ο μοίρες πάνω κι αριστερά, ώστε, όπως διηγούταν αργότερα, έκανε “τσαλίμι” όπως κάνει το παιδί που το κυνηγάνε και έτσι βρέθηκε πρόσωπο με πρόσωπο με την τελευταία τριάδα, δεδομένου ότι λόγω ταχύτητας τ’ άλλα ιταλικά πέρασαν και το ένα εξ’ αυτών που είχε χτυπηθεί από την πρώτη βολή του Χρηστίδη κατέπεσε μέσα στη Λίμνη Μαλίκη. Επανέρχονται οι Ιταλοί τον κυνηγάνε κάπου μέχρι την Καστοριά, αλλά αυτός ξεφεύγει. Όταν εξέλειπε ο κίνδυνος ακούει ισχνή, απόμακρη τη φωνή του Χρηστίδη:
-Κύριε Σμηναγέ μπορείτε να χαμηλώσετε;
-Γιατί κρυώνεις;
-Είμαι τραυματισμένος στα πόδια μου.
-Να προσγειωθούμε σε κάποιο χωράφι;
– Όχι πάμε για Λάρισα, θα αντέξω.
Προσγείωση κακήν κακώς από το κατατρυπημένο αεροπλάνο. Ανασύρουν τον Επισμηνία Χρηστίδη μέσα στα αίματα. Ευτυχώς επέζησε.
Μετά την κατάρρευση του Μετώπου ο Πελοπίδας γυρίζει στη Ναύπακτο. Στις 8 Δεκεμβρίου συλλαμβάνεται από τις ιταλικές αρχές μαζί με άλλους Αξιωματικούς και μέσω Πατρών με το πλοίο Citta Genova στις 20 Ιανουαρίου 1943 τους προωθούν σε στρατόπεδο στην Ιταλία. Στο πλοίο επιβαίνουν και πολλοί Ιταλοί αδειούχοι. Ενώ το πλοίο βρισκόταν περί τα 40 μίλια ανοιχτά της Αυλώνας τορπιλίστηκε από Αγγλικό υποβρύχιο. Κλαυθμός και οδυρμός. Από τους 152 επιβαίνοντες Αξιωματικούς πνίγηκαν οι 71 μεταξύ των οποίων ο ήρωας της Πίνδου Συνταγματάρχης Δαβάκης και ο Ναυπάκτιος Ταγματάρχης Μόσχος. Ο Πελοπίδας κατορθώνει να δαμάσει και το υγρό στοιχείο όπως κι αυτό του αέρα. Μετά 15ωρη πάλη στα κύματα περισυλλέγεται από ιταλικό περιπολικό και μεταφέρονται στο νησάκι Ασόνα κοντά στην Αυλώνα και στη συνέχεια στο στρατόπεδο αιχμαλώτων Νο 76 μεταξύ Φλωρεντίας και Αρέτσας. Θα αποδράσει το 1943 μαζί με τον αεροπόρο Ευάγγελο Τζοβλά και έναν ακόμη αεροπόρο. Εν μέσω κινδύνων φτάνουν στην γερμανοκρατούμενη Ρώμη. Χάρις στο ταλέντο του θα τύχουν της βοήθειας της οικογένειας των αδελφών Βούλγαρη και Τουτουμουντζή, ενώ παράλληλα θα πιάσει γνωριμία με την Ιταλίδα Τζετίλε που θα βοηθήσει πολύ και θα κρατήσουν καλές σχέσεις και στα επόμενα χρόνια.
Στη Ρώμη ο Πελοπίδας μπήκε στην Οργάνωση «Ελευθερία ή Θάνατος». Μετά την είσοδο στη Ρώμη των Συμμαχικών στρατευμάτων, έφυγε για το Κάιρο και εντάχθηκε εκεί στην υπηρεσία του Υπουργείου Αεροπορίας.
Το Σεπτέμβριο του 1944 αποστρατεύτηκε ως Επισμηναγός, θύμα του άστοχου και αψυχολόγητου νόμου 3302 των Αλεξανδρή- Γ. Παπανδρέου, με τον οποίο τέθηκαν εκτός επετηρίδας όλοι οι αξιωματικοί αεροπόροι που δεν προέρχονταν από τη Σχολή Αεροπορίας (Ικάρων).
Ανακλήθηκε, λίγο αργότερα, τον Οκτώβριο του 1944 στην ενέργεια ως έφεδρος Αντισμήναρχος, και τοποθετήθηκε Διευθυντής του Γραφείου Τύπου στο επαναπατρισθέν Υπουργείο Αεροπορίας. Έτσι ο Θρύλος Πελοπίδας Φράγκος παρέμεινε ως έφεδρος Αντισμήναρχος μέχρι το 1946 που αποστρατεύθηκε οριστικά. Το 1987 μετά θάνατον αποκαταστάθηκε στο βαθμό του Υποπτεράρχου.
Απεβίωσε στις 15 Δεκεμβρίου του 1981 στο Νοσοκομείο της Αεροπορίας από την αρρώστια των παλιών αεροπόρων, την λεγόμενη ανοξαιμία ή ανοξυγοναιμία (ελάττωση της ποσότητας οξυγόνου που περιέχεται στο αίμα). Η εξόδιος ακολουθία τελέστηκε στη Μητρόπολη Αθηνών και ο ενταφιασμός του, με τις πρέπουσες τιμές, στο κοιμητήριο του Αγίου Στεφάνου Ναυπάκτου.
Στο ετήσιο μνημόσυνό του που διοργάνωσαν πάνω από 60 αεροπόροι στην Ταβέρνα του ‘’Ξυνού’’ στην Πλάκα, εκφωνήθηκαν μνημειώδεις λόγοι με κύριο σημείο ότι ο Πελοπίδας Φράγκος υπήρξε ένας θρύλος, ένα σύμβουλο και τα σύμβολα δεν πεθαίνουν ποτέ (Θεοδωρόπουλος).
Μια οδός στη Ναύπακτο, που εκτείνεται πάνω από τη Δημόσια Παπαχαραλάμπειο Βιβλιοθήκη προς το κάστρο, φέρει το όνομα «Πελοπίδα Φράγκου», μαρτυρία μνήμης μέσα στην αιωνιότητα.
Και ως Επιμύθιο :
Από το βιβλίο του αείμνηστου Ηλία Καρταλαμάκη, «Η ΓΕΝΙΑ ΤΩΝ ΙΚΑΡΩΝ 1931-1940), Αθήνα 1987.
«Πελοπίδας Φράγκος.
Ο αναμφισβήτητος «αρχηγός».
Αναγνωρίστηκε, εκτιμήθηκε και αγαπήθηκε στην Αεροπορία, όσο κανείς άλλος».
Περισσότερα, Ηλία Δημητρόπουλου ‘’Ναυπακτία και Αεροπορία’’, Ναύπακτος 2008, σελ. 68-126.