Υπήρξε περίοδος στη σύγχρονη ελληνική ιστορία που η Ελλάδα εξέτασε σοβαρά το ενδεχόμενο να αποκτήσει εργοστάσιο παραγωγής πυρηνικής ενέργειας και είχε ξεκινήσει μάλιστα και τις απαραίτητες προεργασίες.
Η συγκεκριμένη φιλοδοξία ξεκίνησε επί χούντας, και αρχικά θα ήταν αποτέλεσμα συνεργασίας με βρετανική εταιρεία, η δε τοποθεσία που είχε επιλεγεί ήταν στη νότια Εύβοια, κοντά στην Κάρυστο, λόγω της χαμηλής σεισμικότητας της περιοχής αλλά και της εγγύτητας σε πηγή άφθονου ύδατος για την ψύξη του αντιδραστήρα.
Η προσπάθεια συνεχίστηκε και κατά την μεταπολίτευση, όμως λόγω των γεγονότων στην Κύπρο η συνεργασία με την αγγλική εταιρεία τερματίστηκε για πολιτικούς λόγους. Αντί αυτής, η κυβέρνηση Καραμανλή προσέγγισε τις ΗΠΑ, επιτυγχάνοντας τελικά μία αρχική συμφωνία με την εταιρεία EBASCO (έχει πλέον απορροφηθεί από την Raytheon).
Πρέπει να σημειωθεί ότι ήταν τα πρώτα χρόνια μετά την μεγαλύτερη πετρελαϊκή κρίση της ιστορίας μέχρι τότε, με τις τιμές του πετρελαίου να έχουν φτάσει στα ύψη λόγω του αραβικού εμπάργκο μετά τον πόλεμο του Γιομ Κιπούρ, με αποτέλεσμα η στροφή στην πυρηνική ενέργεια να αποτελεί διεθνή τάση κι όχι ελληνική πρωτοτυπία.
Από την πρώτη στιγμή ωστόσο υπήρξαν μεγάλες αντιδράσεις από τους κατοίκους της περιοχής, που δεν ήθελαν με τίποτα να κατασκευαστεί πυρηνικό εργοστάσιο στην περιοχή τους με αποτέλεσμα μέχρι επιθέσεις στους εργαζομένους της εταιρείας και διαδηλώσεις, με αποκορύφωμα συλαλλητήριο που πραγματοποιήθηκε στην Χαλκίδα στις 20 Μαΐου 1979 όπου συγκεντρώθηκαν πάνω από 8.000 άτομα.
Σύμφωνα με δηλώσεις στην εφημερίδα «Τα Νέα» του δρ Αναστάσιου Γιούτσου, διευθυντής του Ινστιτούτου Πυρηνικής Τεχνολογίας- Ακτινοπροστασίας στο ΕΚΕΦΕ Δημόκριτος, «Η Νότια Εύβοια είχε επιλεχθεί λόγω του ότι οι μελέτες της ΕΒΑSCΟ τη χαρακτήριζαν ως “ασεισμική περιοχή”. Όμως, υπήρχαν και άλλοι λόγοι για τη συγκεκριμένη επιλογή, όπως για παράδειγμα ότι υπάρχει άφθονο νερό που θα χρησίμευε στην ψύξη του πυρηνικού αντιδραστήρα, ενώ ταυτόχρονα βρίσκεται στο κέντρο βάρους της ραχοκοκαλιάς του ηλεκτρικού δικτύου της Ελλάδας. Αν δεν κάνω λάθος, ανάμεσα στις υποψήφιες περιοχές ήταν και η Βόρεια Κεντρική Ελλάδα, ενώ ο στρατός στα τέλη της δεκαετίας του 1970 είχε ζητήσει να κατασκευαστεί το πυρηνικό εργοστάσιο νότια της Λάρισας».
Σύμφωνα με μαρτυρία στην ίδια εφημερίδα της κόρης του δημάρχου Καρύστου εκείνη την εποχή κ. Μόσχα Χατζηνικολή, «Ήταν Απρίλιος του 1978 όταν κάτοικοι των χωριών της περιοχής αντιλήφθηκαν την παρουσία ξένων με μηχανήματα που πραγματοποιούσαν μετρήσεις. Η φήμη ότι η Κάρυστος ήταν μία από τις υποψήφιες τοποθεσίες για την κατασκευή πυρηνικού σταθμού είχε κυκλοφορήσει, αλλά δεν υπήρχε κάποιο έγγραφο που να επιβεβαιώνει το γεγονός. Οι κομματικές παρατάξεις δεν έπαιρναν θέση, ενώ η κυβέρνηση Ράλλη δεν διέψευδε τις φήμες. Οι ξένοι με τα μηχανήματα ήταν η απόδειξη και οι κάτοικοι των χωριών τούς κυνήγησαν με τα φτυάρια».
Σύμφωνα δε με τον κ. Γιούτσο «….στις αρχές του 1980 στο Διοικητικό Συμβούλιο της ΔΕΗ ειπώθηκε το εξής: Αν υπήρχε μια φήμη για διαρροή από το εργοστάσιο, ο Τύπος και τα ηλεκτρονικά μέσα ενημέρωσης της εποχής το προέβαλλαν και φυσούσε ανατολικός άνεμος, ο οποίος θα μετέφερε τη ραδιενέργεια στο Λεκανοπέδιο, τότε τα τρία εκατομμύρια Αθηναίων θα προσπαθούσαν να εγκαταλείψουν την πόλη από την αντίθετη πλευρά, δηλαδή θα πήγαιναν προς Κόρινθο. Πώς θα μπορούσε να περάσει από τη διώρυγα όλος αυτός ο κόσμος χωρίς να υπάρξουν θύματα;»
Οι συζητήσεις για την κατασκευή του πυρηνικού εργοστασίου στην Κάρυστο σταμάτησαν οριστικά το 1982 με τη νέα κυβέρνηση Παπανδρέου. Λίγα χρόνια μετά, το ολοκαύτωμα στο Τσέρνομπιλ κι η διεθνής κατακραυγή που ακολούθησε σε συνδυασμό με την σταδιακή πτώση της τιμής του πετρελαίου εξασφάλισε ότι δεν θα υπήρχαν νέες συζητήσεις για πυρηνικό αντιδραστήρα στην Ελλάδα.
Το θέμα ανακινήθηκε ακόμα μία φορά, το 2011 με σχετική επερώτηση του τότε βουλευτή του ΛΑ.ΟΣ. Γιώργου Καρατζαφέρη στην βουλή, εν όψει και της σχετικής τουρκικής δραστηριότητας στον ίδιο τομέα, για να πάρει την απάντηση από τον τότε αντιπρόεδρο της κυβέρνηση Θεόδωρο Πάγκαλο πως «Επαγρυπνούμε και υποστηρίζουμε την παγκόσμια κοινότητα που αντιδρά στην διάδοση της πυρηνικής ενέργειας».
Σαφέστατα το γεγονός ότι η επερώτηση υποβλήθηκε λίγες μέρες από το μεγάλο πυρηνικό ατύχημα στην Φουκουσίμα της Ιαπωνίας δεν βοήθησε να έχει διαφορετική αντιμετώπιση. Παρόλο που οι καταστροφές στην Φουκουσίμα δεν προκλήθηκαν από τον σεισμό (όλες οι ασφάλειες λειτούργησαν όπως έπρεπε κι οι αντιδραστήρες έσβησαν αυτόματα) αλλά από το τσουνάμι που προκλήθηκε στην συνέχεια κι έπεσε πάνω στις εγκαταστάσεις, η είδηση από μόνη της ήταν αρκετή για να κυριαρχήσει το επιχείρημα ότι η σεισμογενής Ιαπωνία δεν κατάφερε να αντιμετωπίσει την καταστροφή, συνεπώς ούτε εδώ θα τα καταφέρναμε.
Εν τω μεταξύ η αγορά της ενέργειας στην χώρα έχει αλλάξει με την ΔΕΗ να έχει χάσει το μονοπώλιο και νέους παίκτες να επιδιώκουν με δικές τους παραγωγικές μονάδες να πάρουν μερίδιο της αγοράς, αλλά και πάρκα αιολικής κι ηλιακής ενέργειας να αυξάνονται γεωμετρικά τα τελευταία χρόνια, και παρόλο που δεν έχουν υποσκελίσει ουσιαστικά την παραγωγή ενέργειας από ορυκτά καύσιμα – κυρίως λιγνίτη – καθιστούν το σενάριο κατασκευής πυρηνικού αντιδραστήρα ακόμα πιο απίθανο από ό,τι είναι ήδη.
Θα πρέπει να σημειωθεί ωστόσο ότι ακόμα και στην περίπτωση της Τουρκίας, ακόμα κι αν κι όταν καταφέρει να έχει σε λειτουργία τους τέσσερεις πυρηνικούς αντιδραστήρες που οραματίζεται, ακόμα και τότε θα έχει καλύψει ένα 6-7% των αναγκών της σε ενέργεια.