Operation ZZ: Η παράδοση που οδήγησε στην αυτοβύθιση του Γερμανικού Στόλου στο Σκάπα Φλόου


Η μεγαλύτερη νίκη για το βρετανικό Ναυτικό στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ήλθε δέκα ημέρες μετά την υπογραφή της Ανακωχής στην Κομπιέν. Στις 21 Νοεμβρίου 1918 ολόκληρος ο Γερμανικός Στόλος κατέπλευσε μαζικά στην Σκωτία για να παραδοθεί, ένα θέαμα που κανείς από όσους το είδαν δεν ξέχασε…

Το Firth of Forth γέμισε πολεμικά εκείνη την ημέρα: εννέα θωρηκτά, πέντε καταδρομικά μάχης, επτά ελαφρά καταδρομικά και 50 αντιτορπιλλικά –τα πιο μοντέρνα πλοία του Στόλου Ανοικτής Θαλάσσης του Κάιζερ– οδηγήθηκαν υπό την συνοδεία συμμαχικών πλοίων στην ανατολική ακτή της Σκωτίας για την τελευταία πράξη του δράματος. Την παράδοσή τους.

Η Επιχείρηση ΖΖ, η μεγαλύτερη σύναξη στην ναυτική ιστορία πολεμικών πλοίων σε ένα μέρος, την ίδια ημέρα, σήμανε το τέλος των γερμανικών φιλοδοξιών για θαλάσσια επικράτηση. Τις πρώτες πρωϊνές ώρες της 21ης Νοεμβρίου ο «Μέγας Στόλος» του βρετανικού Ναυτικού σήκωσε ατμό κι άφησε τα αγκυροβόλιά του για το τελικό ραντεβού με τον εχθρό.

Αν και είχαν προηγηθεί οι απαραίτητες προετοιμασίες για την παράδοση, ο Διοικητής του Grand Fleet, Ναύαρχος Σερ Ντέιβιντ Μπήττυ δεν είχε σκοπό να δώσει την παραμικρή ευκαιρία στους Γερμανούς να δοκιμάσουν κάτι την ύστατη στιγμή. Τα σαράντα και πλέον θωρηκτά και καταδρομικά μάχης που κατευθύνθηκαν μέσα στην ομίχλη για το ραντεβού στην Βόρεια Θάλασσα, περίπου 50 μίλια μετά το Isle of May, ενώθηκαν με περισσότερα από 150 καταδρομικά και αντιτορπιλλικά, όλα έτοιμα για μάχη.

Οι Γερμανοί είχαν λάβει εκ των προτέρων οδηγίες τα όπλα των πλοίων να είναι άδεια και άπαντες, εκτός των ανδρών του μηχανοστασίου, να βρίσκονται στο κατάστρωμα. Αντιθέτως, οι διαταγές που είχαν λάβει οι κυβερνήτες των βρετανικών πολεμικών ήταν να είναι έτοιμοι για δράση. Το γερμανικό Ναυτικό, το δεύτερο μεγαλύτερο στον κόσμο, παρέμενε επίφοβο και ο Ναύαρχος Μπήττυ δεν θα άφηνε τίποτα στην τύχη. «Τα πυροβόλα θα είναι άδεια αλλά έτοιμα για βολή… Το ορθόν βεληνεκές και η απόκλιση να διατηρούνται συνεχώς στα σκοπευτικά» έλεγαν οι διαταγές του.

Βγαίνοντας στην Βόρειο Θάλασσα, τα βρετανικά πλοία χωρίσθηκαν σε δύο τεράστιες στήλες, απέχοντας έξι μίλια η μία από την άλλη. Λίγο πριν τις 10:00 πμ συναντήθηκαν με τον Γερμανικό Στόλο Ανοικτής Θαλάσσης που έπλεε πίσω από το ελαφρύ καταδρομικό HMS Cardiff –σαν ένα μικρό σκυλί να συνόδευε ένα κοπάδι ταύρους. Μόνο που το «κοπάδι» επέβλεπαν τώρα 33 θωρηκτά, 9 καταδρομικά μάχης, 1 αεροπλανοφόρο, 3 καταδρομικά, 26 ελαφρά καταδρομικά και 120 αντιτορπιλλικά…
«Der Tag»

Η ύστατη ταπείνωση για την Γερμανία δεν ήταν η Ανακωχή που υπεγράφη σε ένα βαγόνι στην Κομπιέν αλλά το γεγονός ότι ο Στόλος θα έπρεπε να πάει να παραδοθεί σε μια από τις βάσεις του Βασιλικού Ναυτικού. Ο Ναύαρχος φον Χίππερ αρνήθηκε να παραδώσει τα πλοία του στον Μπήττυ και ανέθεσε την αποστολή στον Υποναύαρχο Λούντβιχ φον Ρώϋτερ, ο οποίος επέβαινε στο θωρηκτό SMS Friedrich der Grösse.

Μετά το Isle of May, τα συμμαχικά πλοία εκτέλεσαν έναν αριστοτεχνικό ελιγμό 180 μοιρών και έβαλαν τα γερμανικά στην μέση για το τελευταίο τους ταξιδιού μέχρι την βάση του βρετανικού Στόλου στο Rosyth του Firth of Forth. Νωρίς το απόγευμα τα γερμανικά πλοία αγκυροβόλησαν υπό το άγρυπνο βλέμμα των Βρετανών ανατολικά του Inchkeith ενώ τα βρετανικά και συμμαχικά πλοία επέστρεψαν στα αγκυροβόλιά τους στο Forth Bridge.

Το σήμα του Ναυάρχου Μπήττυ για υποστολή της γερμανικής σημαίας με την δύση του ηλίου και την μη έπαρσή της χωρίς άδεια σήμανε το τέλος του Ναυτικού του Κάιζερ. Η ημέρα που ο Γερμανικός Στόλος έπαψε να υπάρχει έμεινε στην ιστορία ως «Der Tag». Η Βρετανία κατήγαγε την μεγαλύτερη ναυτική νίκη της χωρίς να ρίξει ούτε μια κανονιά. Δεν ήταν πάντα έτσι.
Μπορεί οι μεγάλες μάχες του Α΄ ΠΠ να δόθηκαν στα χαρακώματα του Δυτικού Μετώπου αλλά η απειλή των γερμανικών υποβρυχίων και η Ναυμαχία της Γιουτλάνδης το 1916 άφησαν το σημάδι τους. Ως νησιωτική χώρα η Βρετανία δεν είχε άλλη επιλογή από το να συνεχίσει να κυριαρχεί στην θάλασσα αν ήθελε να επιβιώσει. Αντίστοιχα, η ήττα στην θάλασσα σήμαινε για την Γερμανία ναυτικό αποκλεισμό, πείνα και αναπόφευκτα την συνθηκολόγηση.
Ακόμη και σήμερα παραμένει συζητήσιμο ποιος νίκησε μετά την συνάντηση των δύο ισχυροτέρων Ναυτικών του κόσμου στην Γιουτλάνδη. Οι Γερμανοί υποστηρίζουν ότι νίκησαν αυτοί επειδή βύθισαν περισσότερα βρετανικά πλοία αλλά οι Βρετανοί αντιτείνουν ότι η νίκη ήταν δική τους διότι ο γερμανικός Στόλος δεν τόλμησε να βγει ξανά από τα λιμάνια του. Ήταν μια στρατηγική νίκη.
Η αριθμητική υπεροχή του βρετανικού Ναυτικού ήταν αυτή που εξασφάλιζε ότι οι Γερμανοί θα περιορίζονταν στην άλλη άκρη της Βόρειας Θάλασσας. Ο θαλάσσιος αποκλεισμός της Γερμανίας ήταν ένα από τα αίτια που οδήγησαν τελικά στην κατάρρευσή της και στην Ανακωχή. Το Βερολίνο είχε πλήρη επίγνωση της κατάστασης και μάλιστα το γερμανικό Ναυτικό σχεδίαζε λίγο πριν την Ανακωχή να βγει και πάλι στην θάλασσα, όμως τα πληρώματα ήταν απρόθυμα να χαθούν σε μια ηρωϊκή έξοδο αυτοκτονίας και αρνήθηκαν να υπακούσουν στις εντολές των ανωτέρων τους.
Ηττημένοι και ταπεινωμένοι

Την νύχτα της 15ης Νοεμβρίου, ο επικεφαλής της γερμανικής αντιπροσωπείας Υποναύαρχος Χούγκο Μάιραρ ανέβηκε την κλίμακα του θωρηκτού HMS Queen Elizabeth, της ναυαρχίδας του Μπήττυ. Έλαβε γνώση των όρων της παράδοσης και τέσσερεις έντονες ώρες αργότερα, μετά από ορισμένες προσθήκες, υπέγραψε το σχετικό κείμενο μετά τα μεσάνυχτα, στις 16 Νοεμβρίου 1918. Τα γερμανικά υποβρύχια θα παραδίδοντο στον Υποναύαρχο Ρέτζιναλντ Τίρουϊττ στο Harwich και οι μονάδες επιφανείας στον Ναύαρχο Μπήττυ, στο Firth of Forth.

Μέσα σε μια εβδομάδα, τα γερμανικά πλοία κατέπλευσαν συνοδευόμενα στο αγκυροβόλιο του βρετανικού Ναυτικού στο Scapa Flow όπου και κρατήθηκαν μέχρι τον Ιούνιο του 1919, με τα αποθαρρημένα πληρώματά τους να περνούν δύσκολες μέρες, υπό περιορισμό και χωρίς δικαίωμα εξόδου. Το φαγητό ήταν κακής ποιότητας και λιγοστό και πολλοί ψάρευαν ή έπιαναν γλάρους για να κορέσουν την πείνα τους. Στα πλοία υπήρχαν «επιτροπές ναυτών» και η ανταρσία ήθελε απλώς μια αφορμή.

Η είδηση ότι ένας από τους όρους της Συνθήκης των Βερσαλλιών προέβλεπε τον διαμοιρασμό των γερμανικών πολεμικών μεταξύ των Συμμάχων προκάλεσε την αγανάκτηση των ηττημένων που αποφάσισαν να τα βυθίσουν για να σώσουν την τιμή του γερμανικού Ναυτικού. Στις 21 Ιουνίου 1919 με εντολή του Υποναυάρχου φον Ρώϋτερ άνοιξαν τους κρουνούς κατάκλυσης και τα στεγανά διαμερίσματα και έσπασαν τους αγωγούς νερού.

Από τα 74 «αιχμάλωτα» πολεμικά στο Scapa Flow βυθίστηκαν 52, συνολικού εκτοπίσματος περίπου 400.000 τόνων. Ήταν η μεγαλύτερη απώλεια πλοίων σε μια μόνο ημέρα στην ιστορία. Μέσα σε πέντε ώρες, 15 θωρηκτά, 5 καταδρομικά και 32 αντιτορπιλικά βυθίστηκαν με υψωμένη την απαγορευμένη σημαία της Γερμανικής Αυτοκρατορίας στον ιστό τους. Σύμφωνα με τον Ναύαρχο Ράιχαρτ Σέερ, ήταν η μόνη πράξη που θα ξέπλενε το «στίγμα της παράδοσης». Επτά ναυάγια παραμένουν εκεί μέχρι σήμερα.
Το Scapa Flow θα ερχόταν ξανά στα χείλη όλων είκοσι χρόνια αργότερα. Στις 14 Οκτωβρίου 1939, ο  Kapitänleutnant Günther Prien οδήγησε προσεκτικά το υποβρύχιό του ανάμεσα από τα ναυάγια και έστειλε συνολικά τέσσερεις τορπίλλες στο αγκυροβολημένο θωρηκτό HMS Royal Oak βυθίζοντάς το. Η επίθεση κόστισε την ζωή σε 833 άτομα. Το τολμηρό κατόρθωμα του Πριν εκτόξευσε την φήμη του κυβερνήτη του U-47 στα ύψη, εντός και εκτός Γερμανίας.
«Ο Ταύρος του Scapa Flow» (Der Stier von Scapa Flow) όπως τον αποκάλεσε η γερμανική προπαγάνδα, παρασημοφορήθηκε με τον Σταυρό των Ιπποτών από τον ίδιο τον Φύρερ ενώ το σκίτσο ενός ταύρου που ξεφυσούσε από τα ρουθούνια στον πύργο του U-47 σύντομα υιοθετήθηκε ως έμβλημα από ολόκληρο τον 7ο Στολίσκο Υποβρυχίων. Η Γερμανία έπαιρνε την εκδίκησή της. Και αυτό ήταν μόνο η αρχή.
Αλέξανδρος Θεολόγου
Πρώτη δημοσίευση 27/11/2017

Most Popular