Tα πληρώματά του είχαν μια διαφορετική ερμηνεία για τα αρχικά SBD που έδωσε το Ναυτικό στο αεροπλάνο του: Slow But Deadly –Αργό Αλλά Θανατηφόρο. Για το Αυτοκρατορικό Ιαπωνικό Ναυτικό, το Dauntless ήταν αυτό ακριβώς.
Λίγα αεροπλάνα μπορούν να διεκδικήσουν μια θέση στην Ιστορία ως ‘game changers’ και το βομβαρδιστικό καθέτου εφορμήσεως της Douglas σίγουρα είναι ένα από αυτά. Διότι μέσα σε μια ημέρα 48 αεροσκάφη άλλαξαν την πορεία του πολέμου στον Ειρηνικό.
Εφορμώντας κατά των πλοίων της ιαπωνικής Ομάδας Κρούσης στο Midway, τα Dauntless βύθισαν τέσσερα πολύτιμα αεροπλανοφόρα, τα «Κάγκα», «Ακάγκι», «Σόριού» και Χίριου», καταφέροντας στον εχθρό ένα πλήγμα από το οποίο ποτέ δεν συνήλθε. Πολλοί ιστορικοί λένε ότι οι τύχες του πολέμου για την Ιαπωνία άλλαξαν στις 4 Ιουνίου του ’42. Τότε ελάχιστοι Ιάπωνες κατάλαβαν τί ακριβώς συνέβη στο Midway.
Με βάση τα σχέδια του Jack Northrop για μια σειρά ολομεταλλικών μονοκινητήριων μονοπλάνων (από το Alpha μέχρι το βομβαρδιστικό καθέτου εφορμήσεως BT-1 του 1938) η Douglas Aircraft ανέθεσε στον ιδιοφυή Ed Heinemann να βελτιώσει την αρχική σχεδίαση όταν ο Northrop άφησε την εταιρία για να ιδρύσει την δική του. Στον Heinemann πάντα άρεσαν οι απλούστερες, ελαφρότερες και ανθεκτικότερες λύσεις. Το ανιχνευτικό/βομβαρδιστικό κάθετης εφόρμησης SBD (Scout Bomber Douglas) που επανασχεδίασε η ομάδα του ήταν απλό και στιβαρό, σαν το Β-17, επιστρέφοντας συχνά με ζημιές μάχης που θα είχαν καταρρίψει κάποιο άλλο αεροπλάνο.
Όπως πολλά αεροσκάφη της εποχής, το Dauntless υπέστη αλλεπάλληλες τροποποιήσεις για τις ανάγκες του πολέμου (οι ύστερες εκδόσεις έφεραν και ραντάρ ‘Yagi’) επιχειρώντας από τα καταστρώματα των αμερικανικών αεροπλανοφόρων από τα μέσα του 1940 έως τα μέσα του 1944, μέχρι την ένταξη σε υπηρεσία των βαρύτερων SB2C Helldiver. Αυτή η αλλαγή δεν άρεσε σε όλους.
Πολλοί χειριστές έβρισκαν ακατανόητο γιατί να αντικατασταθεί ένα δοκιμασμένο αεροπλάνο όπως το SBD με το «αναθεματισμένο της Curtiss». Από την αρχή το Helldiver είχε την φήμη ότι ήταν ασταθές, γεμάτο κατασκευαστικές ατέλειες και δύσκολο στον χειρισμό. Τα ατυχήματα ήταν τόσα πολλά, ώστε τον Μάιο του 1943 ο Πλοίαρχος Τζ. «Τζόκο» Κλαρκ απέρριψε τα Helldivers για την Μοίρα Βομβαρδισμού του USS Yorktown (CV-10) ζητώντας και πάλι SBD Dauntless!
Κατά την διάρκεια της καριέρας του ο τύπος έδειξε την αξία του όχι μόνο βυθίζοντας ιαπωνικά πλοία αλλά και εναντίον στρατιωτικών εγκαταστάσεων και φρουρών που διατηρούσαν οι Ιάπωνες σε νησιά του Ειρηνικού. Τα αεροπλάνα έλαβαν μέρος σε επιδρομές κατά επιγείων στόχων σε ολόκληρο το θέατρο επιχειρήσεων χτυπώντας σκληρά τον εχθρό στο Wake, στα νησιά Marshall, στα Μarcus, στο Palau, στην Ατόλλη Truk, παντού.
Στην αρχή του πολέμου τα περισσότερα SBD του Ναυτικού πετούσαν από αεροπλανοφόρα τα οποία δεν επιχειρούσαν σε στενή συνεργασία με τον υπόλοιπο Στόλο. Αρκετά από αυτά καταστράφηκαν στο έδαφος όταν χτυπήθηκε το Περλ Χάρμπορ, όπως και εκείνα του Marine Scout Bombing Squadron 232 (VMSB-232) –οι εξοπλισμένες με τον τύπο Μοίρες Πεζοναυτών επιχειρούσαν τόσο από αεροπλανοφόρα όσο και από βάσεις ξηράς.
Το Dauntless στερείτο ισχύος κινητήρα, ήταν αργό –η μεγίστη ταχύτητα του SBD-5 ήταν μόλις 219 κόμβοι – και άβολο για πολύωρη πτήση αλλά τους πρώτους σκληρούς μήνες της σύγκρουσης στον Ειρηνικό το Ναυτικό δεν θα μπορούσε να κάνει χωρίς αυτό. Απεδείχθη εξαίρετο ανιχνευτικό, με ικανή εμβέλεια, καλά πτητικά χαρακτηριστικά και προστασία, οπλισμένο με δύο 50άρια Browning στο ρύγχος συν ένα (αργότερα δίδυμα) πολυβόλα ANM2 των 0,30 που χειριζόταν ο οπίσθιος πολυβολητής/ασυρματιστής. Ο Ιάπωνας άσσος Αρχικελευστής Σάμπουρο Σακάι το διαπίστωσε προσωπικά.
Πετώντας πάνω από το Τουλάγκι στις 7 Αυγούστου 1942 με τον παραστάτη του, ο Σακάι εντόπισε έναν σχηματισμό οκτώ αμερικανικών αεροσκαφών του USS Enterprise (CV-6) τα οποία εξέλαβε εσφαλμένως για F4F Wildcat. Κατάλαβε το λάθος του όταν ορμώντας εναντίον τους δέχθηκε έναν καταιγισμό πυρών. Επεχείρησε να στρίψει απότομα δεξιά εκτελώντας παράλληλα άνοδο για να ξεφύγει αλλά ήταν πολύ κοντά. Σε ένα από τα SBD o Aviation Ordnanceman 2nd Class Harold L. Jones άνοιξε πυρ εναντίον του Zero του Σακάι από απόσταση μόλις 30 μέτρων.
«Το κόκπιτ του μαχητικού φάνηκε να ανατινάζεται, η καλύπτρα διαλύθηκε και κάτι πετάχτηκε έξω. Μπορούσα να δω καθαρά το πρόσωπό του, το σώμα και το κεφάλι του πιεζόμενα προς τα πίσω. Το αεροπλάνο σηκώθηκε σχεδόν κάθετα και μετά άρχισε να πέφτει βγάζοντας καπνό. Ήταν το τελευταίο που είδα…» θα πει αργότερα.
Οκτώ πολυβολητές ακολούθησαν με τα πυρά τους το χτυπημένο Zero, με τις βολίδες να θρυμματίζουν το πλεξιγκλάς της καλύπτρας χτυπώντας τον Σακάι. Θραύσματα τον βρήκαν στο στήθος, στο αριστερό πόδι, στον αγκώνα και στο πρόσωπο ενώ ένα τροχιοδεικτικό πέρασε λιγότερο από 2,5 εκατοστά από το δεξί του μάτι λιώνοντας το πλαίσιο των γυαλιών πτήσης που φορούσε. Στην σύντομη διάρκεια της εμπλοκής, οι πολυβολητές έριξαν πάνω από 1.000 βλήματα τραυματίζοντας σοβαρά έναν από τους κορυφαίους Ιάπωνες πιλότους. Ο Σάμπουρο Σακάι πέταξε ξανά αλλά η συνάντηση με τα Dauntless του έμεινε αξέχαστη.
Εφοδιασμένο με μια βόμβα των 250, 500 ή 1.000 λιβρών στον κεντρικό σταθμό ανάρτησης οπλισμού και δυνατότητα μεταφοράς βομβών μικρότερης ισχύος κάτω από τις πτέρυγες, στον ρόλο του βομβαρδιστικού κάθετης εφόρμησης το SBD ήταν θανατηφόρο. Μάλιστα στην βύθιση ο κινητήρας «έκοβε» στροφές, συγκρατώντας το αεροπλάνο από το να αναπτύξει μεγάλη ταχύτητα ώστε να διευκολύνει την έξοδό του. Έτσι γινόταν και πιο σταθερό κατά την σκόπευση.
Από τα 5.937 Dauntless που αποκτήθηκαν, μια έκδοση χωρίς άγκιστρο ανάσχεσης υπηρέτησε και με τις Αεροπορικές Δυνάμεις του Στρατού (USAAF) με το όνομα A-24 Banshee. Στον Ατλαντικό τα Dauntless είδαν δράση στην Επιχείρηση Πυρσός, την απόβαση των Συμμάχων στην Β. Αφρική τον Νοέμβριο του ’42, πετώντας από το USS Ranger και δύο αεροπλανοφόρα συνοδείας ενώ ένδεκα μήνες αργότερα χτυπούσαν πλοία του γερμανικού Ναυτικού στην Νορβηγία.
Η αεροναυμαχία του Midway όμως ήταν η κορυφαία τους στιγμή. Οι Αμερικανοί βάσισαν τις τακτικές τους στην κάθετη εφόρμηση, αντίθετα με τους Ιάπωνες που στηρίχθηκαν στα τορπιλλοπλάνα B5N2 ‘Kate’ θέλοντας να επαναλάβουν τα αποτελέσματα που είχαν στο Περλ. Τα υπόλοιπα είναι Ιστορία.
Αλέξανδρος Θεολόγου