Κανείς απ’ όσους έζησαν έναν βομβαρδισμό από Stukas και σώθηκαν δεν ξέχασε το ουρλιαχτό τους καθώς βουτούσαν. Σχεδιασμένος να προκαλεί τον τρόμο, ο ανατριχιαστικός αυτός ήχος έγινε το σύμβολο των βομβαρδιστικών καθέτου εφορμήσεως της Luftwaffe και συνδέθηκε άρρηκτα με το Blitzkrieg, τον «κεραυνοβόλο πόλεμο» των Ναζί. Όποιος τον άκουγε ήξερε ότι ο Θάνατος ήταν πολύ κοντά.
«Οι Γάλλοι πυροβολητές απλώς σταμάταγαν να βάλλουν και έπεφταν στο έδαφος, οι πεζικάριοι ζάρωναν στα ορύγματά τους, ζαλισμένοι από τον κρότο των βομβών και το ουρλιαχτό των Stukas» σημείωνε ο Στρατηγός Εντουάρ Ρουμπύ. Η ιδέα ήταν απλή: καταρράκωση του ηθικού του εχθρού με ισχύ πυρός και διάλυση της ψυχολογίας του. Το δεύτερο θα το αναλάμβαναν οι «σάλπιγγες της Ιεριχούς» με τον φοβερό τους ήχο.
Με δύο απλές σειρήνες τοποθετημένες στο πρόσθιο τμήμα των σκελών προσγείωσης (αργότερα μόνο στο αριστερό) οι Γερμανοί έφτιαξαν το απόλυτο ψυχολογικό όπλο του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Με το αεροπλάνο σε βύθιση, οι μικρές ξύλινες δίφυλλες έλικες δημιουργούσαν τον χαρακτηριστικό θόρυβο που συνόδευε κάθε επίθεση Stukas.
Φανταστείτε έναν ολόκληρο σχηματισμό (Kette) βομβαρδιστικών Ju 87 να ξεκινά την βύθισή του, το ένα αεροπλάνο μετά το άλλο, με τον βόμβο των κινητήρων τους να συνδυάζεται με τον ήχο των σειρήνων που σκίζει τον αέρα. Τρομακτικό, ε; Αυτό ακριβώς ήταν το επιδιωκόμενο.
Στρατιώτες και άμαχοι ήξεραν πως σε δευτερόλεπτα θα έβρεχε βόμβες και αυτό τους παρέλυε. Ακόμη και το όνομα «Jericho-Trompeten» που δόθηκε από την γερμανική προπαγάνδα στις σειρήνες των Stukas είχε την σημασία του. Ο συμβολισμός ήταν σαφής –τα ανώτερα όπλα της Γερμανίας θα γκρεμίσουν την αντίσταση του εχθρού όπως κατέρρευσαν τα τείχη της Ιεριχούς στην Παλαιά Διαθήκη. Ψυχολογικές επιχειρήσεις στην πιο πρακτική τους μορφή.
Επιχείρηση σοκ και δέος
Ο φόβος που ένιωθαν όσοι άκουγαν το αποτρόπαιο ουρλιαχτό των Stukas έκαμπτε την μαχητικότητά τους, καθιστώντας έτσι πιθανότερη και ευκολότερη την εξουδετέρωσή τους. Και να γλύτωναν, την επόμενη φορά ο ίδιος ήχος θα τους θύμιζε την τραυματική εμπειρία της προηγούμενης επίθεσης. Βεβαίως, όπως συμβαίνει με πολλά πράγματα, υπήρχαν και αυτοί που συνήθιζαν τον θόρυβο και αντιδρούσαν.
Αν και η ένταση του ήχου εκτιμάται πως δεν πρέπει να ξεπερνούσε τα 140 dB, όταν συνοδεύεται από βόμβες αυτό δεν έχει τόση σημασία. Οι Γάλλοι έλεγαν πως μοιάζει με «παραπονεμένο νιαούρισμα» ενώ οι Ιταλοί χειριστές δήλωναν πως ακουγόταν και όταν το Ju 87 δεν βρισκόταν σε βύθιση, απλώς τον κάλυπτε κάπως ο βόμβος του κινητήρα. Ο αντίκτυπος των σειρήνων πάντως ήταν αισθητός σε όλους. Ακόμη και στα πληρώματα των Stukas.
Οι Γερμανοί τον αντιπαθούσαν διότι ήταν συνεχής, εκνευριστικός και «αναστάτωνε όχι μόνο τον εχθρό αλλά και το πλήρωμα» σύμφωνα με τον Φρίντριχ Λανγκ, πρώην πιλότο Stuka. Επίσης, πρόδιδε την επικείμενη επίθεσή τους στερώντας τους το στοιχείο του αιφνιδιασμού ενώ οι σειρήνες «έκοβαν» την ταχύτητα του αεροπλάνου με την οπισθέλκουσα που δημιουργούσαν κατά 25 χλμ/ώρα.
Έχει γραφτεί ότι οι «Jericho-Trompeten» τοποθετούντο στα σκέλη προσγείωσης σε επίπεδο μονάδος (τα αεροπλάνα παραδίδοντο από το εργοστάσιο χωρίς αυτές) με την αφαίρεση ενός καλύμματος και την προσαρμογή των ελίκων. Όπως και να ’χει, δεν υπήρχαν πάντα σε όλα τα Stukas. Στο Ρωσικό Μέτωπο τις ξαναθυμήθηκαν και φωτογραφίες εποχής δείχνουν ως και μεταγενέστερα Ju 87D-3 με σειρήνες. Αργότερα, στο ουραίο τμήμα των βομβών τοποθετούντο ειδικές συσκευές που δημιουργούσαν το χαρακτηριστικό «σφύριγμα της βόμβας» και η χρήση των σειρήνων ατόνησε.
Stuka Angriff!
Το Stuka ήταν κάτι περισσότερο από ένα όπλο τρόμου των Ναζί. Ήταν ένα εναέριο πυροβολείο ακριβείας, για τα δεδομένα της εποχής, που επιχειρώντας από προκεχωρημένα αεροδρόμια μπορούσε να βρίσκεται πάνω από τις πιεζόμενες φίλιες δυνάμεις για παροχή εγγύς υποστήριξης μέσα σε 15-20 λεπτά. Τα δε πληρώματα των Stukageschwader θεωρούντο ελίτ καθώς η κάθετη εφόρμηση απαιτούσε υψηλή εκπαίδευση, άριστη φυσική και πνευματική κατάσταση.
Πριν την βύθιση, ο πιλότος έπρεπε να εκτελέσει μια σειρά ενεργειών: flaps προσγείωσης, πηδάλια ανόδου-καθόδου και ουραίο πηδάλιο σε θέση πλεύσης, ενεργοποίηση υψομέτρου στο ύψος άφεσης του οπλικού φορτίου, υπερσυμπιεστή στο αυτόματο, μανέτα εντελώς κλειστή, πτερύγια ψύξης κινητήρα κλειστά και, τελευταία, αερόφρενα ανοικτά. Μόλις αναπτύσσοντο τα αερόφρενα, το ρύγχος του αεροπλάνου βύθιζε αυτόματα και το Stuka άρχιζε την κάθοδό του με μεγίστη ταχύτητα βύθισης 600 χλμ/ώρα. Όποιοι ήταν κάτω καλύτερα να άρχιζαν να τρέχουν…
Όταν άναβε η προειδοποιητική λυχνία του υψόμετρου, ο πιλότος ενεργοποιούσε από ένα κομβίο στο χειριστήριο τον μηχανισμό αυτόματης εξόδου από την βύθιση ενώ οι βόμβες –συνήθως μια SC250 των 500 λιβρών για οχυρωμένους στόχους στον κεντρικό φορέα και τέσσερεις θραυσματογενείς SC50 των 110 λιβρών κάτω από τις πτέρυγες– κατευθύνονταν προς το έδαφος. Το γεγονός ότι το αεροπλάνο έπαιρνε ύψος αυτόματα ήταν πολύ βολικό. Με τον πιλότο να υφίσταται black-out από τα 6 g που τραβούσε βγαίνοντας από την βύθιση, αν δεν υπήρχε η συγκεκριμένη πρόβλεψη το Stuka θα συνέχιζε έως ότου άνοιγε μια ωραία τρύπα στο έδαφος.
Στην αρχή του πολέμου, τα επίφοβα Ju 87 συνέχισαν να τρομοκρατούν την Ευρώπη χαρίζοντας στην γερμανική πολεμική μηχανή την μια νίκη μετά την άλλη. Η ασυλία τους τελείωσε στην Μάχη της Αγγλίας, όπου τα Stukas δεν έδειχναν και τόσο φοβερά με ένα Hurricane ή ένα Spit κολλημένο πεισματικά πίσω τους. Μόνο σε μια ημέρα, στις 18 Αυγούστου 1940, η Luftwaffe έχασε 18 αεροπλάνα του τύπου.
Η RAF διεκδίκησε συνολικά 59 βομβαρδιστικά καθέτου εφορμήσεως το καλοκαίρι του ’40. Έκτοτε, τα Stukas περιορίσθηκαν σε θέατρα επιχειρήσεων με λιγότερο έντονη παρουσία εχθρικών μαχητικών, παρέχοντας υποστήριξη στους πεζικάριους της Wehrmacht και πλήττοντας επιλεγμένους στόχους πριν επωμισθούν αργότερα αντιαρματικό ρόλο και αποστολές νυχτερινού βομβαρδισμού. To ουρλιαχτό των σειρήνων τους όμως θα έμενε στην Ιστορία ως ένας από τους πιο τρομακτικούς ήχους του πολέμου.
Αλέξανδρος Θεολόγου
Πρώτη δημοσίευση 5/6/2018