Με την λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, η Αλβανία υπό την σιδηρά ηγεσία του δικτάτορα Ενβέρ Χότζα και του αλβανικού κομμουνιστικού κόμματος («Κόμμα Εργασίας») εντάχθηκε στην σφαίρα επιρροής της Σοβιετικής Ένωσης. Για ένα διάστημα οι δυο χώρες είχαν καλές σχέσεις και η Αλβανία ήταν παραλήπτης στρατιωτικής βοήθειας και υλικού.
Στα πλαίσια της συμμαχίας των δυο χωρών, η Αλβανία παραχώρησε το νησάκι Σαζάν απέναντι από την Αυλώνα για την δημιουργία μίας προστατευμένης υπόγειας βάσης υποβρυχίων.
Πράγματι, οι εργασίες προχώρησαν με γοργούς ρυθμούς και από την βάση αυτή σύντομα επιχειρούσαν υποβρύχια κλάσης Whiskey ή Project (σχέδιο) 613 στην ευρύτερη περιοχή της Αδριατικής και της Μεσογείου Θάλασσας.
Ήταν σαφώς ένα στρατηγικό σημείο για τα σοβιετικά υποβρύχια αφού από εκεί μπορούσαν να ελέγξουν, να επιτηρούν και αν χρειαζόταν και να παρενοχλήσουν νατοϊκές δυνάμεις και να ενεργήσουν πόλεμο φθοράς χωρίς να έχουν ανάγκη να μετακινηθούν σε άλλες βάσεις στα μετόπισθεν για ανεφοδιασμό.
Μάλιστα οι επιχειρησιακές παραμέτροι των αποστολών των υποβρυχίων αυτών ήταν τόσο σημαντικές, που για μία περίοδο η συγκεκριμένη βάση υποβρυχίων στην Αλβανία ήταν το «σπίτι» για 12 σοβιετικά υποβρύχια της κλάσης αυτής.
H αξία της βάσης αναδείχθηκε ακόμα περισσότερο από το γεγονός ότι είχε επέλθει ρήξη με την Γιουγκοσλαβία του Τίτο, με αποτέλεσμα το μεγαλύτερο μέρος της ανατολικής ακτογραμμής της Αδριατικής να είναι πλέον απροσπέλαστο για το Σοβιετικό Ναυτικό.
Ουσιαστικά, με λίγα υποβρύχια να επιχειρούν με άνεση ανεφοδιασμού στην συγκεκριμένη περιοχή, η Σοβιετική Ένωση μπορούσε να ελέγχει τη διέλευση της ναυσιπλοΐας από τα στενά του Οτράντο και να διατηρεί μία μόνιμη απειλή ενάντια στα πολεμικά πλοία της Ιταλίας και της Ελλάδας, αλλά και του Έκτου Στόλου.
Επίσης ήταν μία άριστη μέθοδος για την επιτήρηση και απειλητική παρουσία ενάντια στο τότε «απολωλόν πρόβατο», την Γιουγκοσλαβία του Τίτο που επισήμως είχε μεν καθεστώς ουδετερότητας αλλά ήταν σχεδόν εχθρική με την Σοβιετική Ένωση, ενώ προμηθευόταν πλέον αμυντικό υλικό (π.χ. μαχητικά αεροσκάφη F-86) από την Δύση!
Τελικά, το κλίμα αυτό δεν κράτησε για πολύ. Στα τέλη της δεκαετίας του ’60, οι σχέσεις Αλβανίας – ΕΣΣΔ παρουσίασαν ύφεση φτάνοντας τελικά στο σημείο της απόλυτης ρήξης και διακοπής διπλωματικών σχέσεων.
Η νέα ηγεσία της Σοβιετικής Ένωσης κράτησε αποστάσεις από τις πολιτικές του Ιωσήφ Στάλιν, που ο Χότζα είχε μετατράψει σε κάτι σαν θεϊκή οντότητα και αντικείμενο θρησκευτικής λατρείας, αν κι επισήμως η Αλβανία ήταν άθεο κράτος.
Ο Χότζα με αφορμή την συγκεκριμένη αλλαγή πολιτικής απέσπασε την Αλβανία από το σοβιετικό άρμα, βλέποντας ότι υπό την ηγεσία Χρούστσεφ η Αλβανία προοριζόταν σε ρόλο μαριονέτας με την οικονομική και τεχνική βοήθεια να μειώνεται σταθερά.
Το αποτέλεσμα ήταν όλοι οι Σοβιετικοί πολίτες και στρατιωτικοί κηρύχθηκαν ανεπιθύμητοι κι έπρεπε να αποχωρήσουν από την χώρα.
Αυτό βέβαια, συμπεριελάμβανε και τα πληρώματα των υποβρυχίων στο ναύσταθμο του νησιού Σαζάν, που ξαφνικά έπρεπε να αφήσουν τα πόστα τους και να αποχωρήσουν κακήν-κακώς ως εχθροί της χώρας.
Φυσικά δεν τους επιτράπηκε να φύγουν με τα υποβρύχιά τους, τα οποία κατασχέθηκαν από το καθεστώς Χότζα και παρουσιάστηκαν στην κοινή γνώμη ως ένα τρόπαιο μίας νίκης στον αγώνα για την επικράτηση του αυθεντικού (sic) κομμουνισμού ενάντια στην «ξεστρατημένη μαλθακότητα» της νέας σοβιετικής ηγεσίας.
Μάλιστα αφηνόταν να εννοηθεί ότι τα υποβρύχια δεν κλάπηκαν, αλλά αντίθετα ήταν ένα είδος αποζημίωσης των Σοβιετικών για την μακροχρόνια χρήση του ναύσταθμου του Πασά Λιμάν και της βάσης υποβρυχίων στο νησί Σαζάν.
Όλα αυτά, το σωτήριο έτος 1961…
Έτσι, το αλβανικό Ναυτικό, από εκεί που είχε στην κατοχή του πολλές δεκάδες πλοία αλλά όλα μικροσκοπικά και απλούστατα περιπολικά, ναρκοθηρευτικά, κανονιοφόρους και τορπιλακάτους, βρέθηκε ξαφνικά να έχει στην κατοχή του τέσσερα υπερσύγχρονα για την εποχή υποβρύχια.
Και μάλιστα όχι απλώς υπερσύγχρονα, αλλά τα αυθεντικά υποβρύχια του σοβιετικού Ναυτικού που προορίζονταν να αναμετρηθούν με τα αντιτορπιλικά του Έκτου Στόλου, όχι υποβαθμισμένες εξαγωγικές εκδόσεις.
Μόνο που υπήρχε ένα πρόβλημα: Δεν υπήρχαν Αλβανοί ναυτικοί για να επιχειρήσουν με τα νέα αυτά υποβρύχια που το καθεστώς είχε κλέψει από την Σοβιετική Ένωση, πόσο μάλλον εκπαιδευμένοι. Είναι γνωστό ότι Αλβανοί ναυτικοί μερικές φορές επέβαιναν στα υποβρύχια σε κάποιες αποστολές.
Μάλιστα υποτίθεται ότι κάποια από αυτά, έφεραν αλβανική σημαία και πλευρικά για να μην προδίδεται η παρουσία σοβιετικής ναυτικής δύναμης στην περιοχή της Αδριατικής. Ωστόσο οι Αλβανοί σε καμία περίπτωση δεν τα γνώριζαν αρκετά καλα ωστε να μπορούν να επιχειρήσουν μόνοι τους με αυτά.
Και ακόμα και αν υποθετικά η Αλβανία κατάφερνε να βρει πληρώματα, δεν θα μπορούσε τα υποστηρίξει τα υποβρύχια, αφού η χώρα μόλις εντάχθηκε σε καθεστώς εμπάργκο από την Σοβιετική Ένωση και στην Αλβανία δεν υπήρχαν ούτε κατά διάνοια ναυπηγοεπισκευαστικές υποδομές για να τα υποστηρίξουν.
Την λύση την έδωσε μία άλλη χώρα, η Κίνα.
Την ίδια περίοδο συμπτωματικά, η Κίνα του Μάο Τζε Τουνγκ περνούσε την δικιά της ύφεση με την Σοβιετική Ένωση που σχεδόν έφτασε στο σημείο της σύγκρουσης, και προκειμένου να αντιμετωπίσει την στρατιωτική υπεροπλία της Σοβιετικής Ένωσης, η Κίνα αναζήτησε εναλλακτικές συμμαχίες.
Στο κλίμα αυτό, ήταν θέμα χρόνου η προσέγγιση και άλλων χωρών εχθρικών προς την Σοβιετική Ένωση. Έτσι κυριολεκτικά από το πουθενά, η Αλβανία εξελίχθηκε σε στρατηγικό εταίρο της Κίνας.
Η Κίνα με την σειρά της είχε στην κατοχή της και σε υπηρεσία αρκετά υποβρύχια της συγκεκριμένης κλάσης και μάλιστα είχε αγοράσει άδεια τοπικής κατασκευής τους, αποκτώντας συνολικά 25 τέτοια υποβρύχια με τοπική ονομασία Type 03.
Με τη νέα προσέγγιση και στρατηγική συμμαχία των δυο χωρών, η Αλβανία απέκτησε τεράστιες ποσότητες κινέζικου αμυντικού υλικού, από άρματα μάχης (αντίγραφα σοβιετικών) μέχρι σύγχρονα μαχητικά αεροσκάφη, όλα κινέζικες εκδόσεις και αντίγραφα αντίστοιχων σοβιετικών.
Στα πλαίσια αυτά, η Κίνα ανέλαβε την εκπαίδευση Αλβανών ναυτικών ώστε να μάθουν να επιχειρούν με τα υποβρύχια που απέκτησε το αλβανικό Ναυτικό από το πουθενά. Παράλληλα, η Κίνα βοήθησε και με την τεχνική τους υποστήριξη, ώστε να επανέλθουν και παραμείνουν σε λειτουργική κατάσταση.
Έτσι λοιπόν, με κινέζικη βοήθεια και αλβανικά πληρώματα, τέσσερα υποβρύχια κλάσης Whiskey για ένα διάστημα κάτι περισσότερο από μία δεκαετία, ήταν η αιχμή του δόρατος της αλβανικής ναυτικής δύναμης αφού μπορούσαν αιφνιδιαστικά να καταφέρουν συντριπτικά χτυπήματα στους αντιπάλους τους.
Η κατάσταση αυτή όμως δεν κράτησε για πολύ.
Το (κλεμμένο) καμάρι του αλβανικού Ναυτικού δεν θα έμενε καμάρι για πολύ. Ο Χότζα κατάφερε να έρθει σε ρήξη και με τον Μάο αυτή τη φορά με αφορμή διαφωνίες πάνω σε υψηλές κοινωνικοπολιτικές θεωρίες περί της εφαρμογής του κομμουνισμού, αν και πιθανότερο είναι οι Κινέζοι απλά να αρνήθηκαν να συνεχίσουν να παράσχουν απλόχερα βοήθεια στην Αλβανία, μια χώρα στην άλλη άκρη του κόσμου με μηδενικό γεωπολιτικό βάρος.
Το αποτέλεσμα ήταν να μειωθεί η οικονομικοτεχνική βοήθεια στην Αλβανία και από την Κίνα, μία κατάσταση που δυστυχώς για την Αλβανία συνεχίστηκε και μετά τον θάνατο του Μάο το 1976 και εξελίχθηκε πια σε πλήρες εμπάργκο το 1978 αφήνοντας την Αλβανία πλέον σε πλήρη διεθνή απομόνωση.
Με την απομόνωση αυτή ακολούθησε και η σταδιακή παρακμή των αλβανικών Ενόπλων Δυνάμεων συνολικά με τις διαθεσιμότητες όλων των συστημάτων τους να πέφτουν και τελικά τα περισσότερα άρματα, αεροσκάφη και πλοία να αποσύρονται αναγκαστικά ή να καθηλώνονται στις βάσεις τους.
Μάλιστα το ένα από τα τέσσερα υποβρύχια αποσύρθηκε πρόωρα από την υπηρεσία προκειμένου να καννιβαλιστεί για ανταλλακτικά για τα υπόλοιπα και να χρησιμοποιηθεί ως στατικός «φορτιστής» μπαταριών για τα υπόλοιπα, μία συνήθης πρακτική για τα υποβρύχια της κλάσης από πολλούς χρήστες της.
Τελικά, με την λήξη του Ψυχρού Πολέμου και την με πάταγο μαζική κατάρρευση των κομμουνιστικών καθεστώτων της Ευρώπης, τα τέσσερα αυτά υποβρύχια είχαν ήδη πέσει σε αχρηστία και σκούριαζαν στο Σαζάν.
Το νέο αλβανικό καθεστώς του Σαλί Μπερίσα έκανε προσπάθειες να τα αξιοποιήσει αλλά αυτό ήταν αδύνατο, αφού έπεσαν θύματα πλιάτσικου κατά την διάρκεια της κρίσης των πυραμίδων που οδήγησε στην περαιτέρω ανεξέλεγκτη οικονομική κατάσταση στην Αλβανία.
Αλβανοί πολίτες έκαναν επιδρομή στα υποβρύχια για να αποσπάσουν οτιδήποτε πολύτιμο μπορούσαν από μέσα, κυρίως μέταλλα όπως χαλκό με αξία ως παλιοσίδερα (σκραπ).
Τελικά απέμεναν μόνο τα σκουριασμένα κουφάρια ως απομεινάρια μίας άλλης εποχής για να θυμίζουν ότι κάποτε έστω και μέσω καθαρής κλοπής, η Αλβανία είχε σκάφη που ενέπνεαν σεβασμό και υπολογίζονταν από τους εχθρούς της. Στην πορεία δε, ένα από τα υποβρύχια βυθίστηκε μόνο του.
Σήμερα έχει απομείνει ένα υποβρύχιο το οποίο κατά καιρούς έχουν γίνει προσπάθειες να μετατραπεί σε πλωτό μουσείο, όντας εξάλλου το μεγαλύτερο σκάφος που είχε η Αλβανία στην σύντομη ναυτική της ιστορία. Από όσο είναι γνωστό, η προσπάθειες αυτές δεν έχουν ευοδωθεί λόγω κόστους.
Τα τέσσερα αλβανικά υποβρύχια ήταν όλα σοβιετικής ναυπήγησης , και συγκεκριμένα στα ναυπηγεία №444 Νικολάγιεφ στην Ουκρανία και ναυπήγησης μεταξύ 1954 και 1956.
Ήταν τα εξής τέσσερα, με μία πανσπερμία πλευρικών αριθμών, που άλλαζαν συνεχώς τόσο από τους Σοβιετικούς όσο και από τους Αλβανούς:
1) Tufani №510, έπειτα №331 (S-241 μέχρι το 1960). Αποσύρθηκε πρώτο το 1976
2) Vetetima №512, έπειτα №523, έπειτα №442, έπειτα №024 (S-242 μέχρι το 1960). Αποσύρθηκε το 1991
3) Rrufeja 514, έπειτα 552, έπειτα 422, έπειτα S33, έπειτα 022 (S-360 μέχρι το 1961). Αποσύρθηκε το 1995
4) Stuhia №516, έπειτα №423, έπειτα 105 (S-358 μέχρι το 1961). Αποσύρθηκε το 1995, υποψήφιο ως μουσείο στο ναύσταθμο Πασά Λιμάν.
Προς τιμήν των υποβρυχίων αυτών, γυρίστηκε τότε από τον αλβανικό κινηματογράφο η πιο ακριβή παραγωγή της εποχής.
Μία καθαρά προπαγανδιστική, μιλιταριστική ταινία ύμνος προς το καθεστώς, όπου εξιστορούσε την ρήξη μεταξύ Αλβανίας και Σοβιετικής Ένωσης και στην συνέχεια την «κατάκτηση» του τροπαίου των υποβρυχίων.
Ήταν η εποχή που η Αλβανία ερχόταν σε ρήξη και με την Κίνα, κι έτσι το καθεστώς χρηματοδότησε την συγκεκριμένη παραγωγή ώστε να συμπέσει με την Εθνική Ημέρα της χώρας στις 29 Νοεμβρίου για τα 35 χρόνια του καθεστώτος.
Στην ταινία αυτή μάλιστα έχει έναν μικρό ρόλο και ο νεαρός τότε Αρμπέν Ιμανί, που έμελε αργότερα να ακολουθήσει πολιτική καριέρα και να φτάσει υπουργός Άμυνας της Αλβανίας το 2010.
Η ταινία ονομάζεται «Πρόσωπο με πρόσωπο» (Balle per Balle στα αλβανικά) και είναι βασισμένη στην ομώνυμη νουβέλα του Αλβανού λογοτέχνη Ισμαήλ Κανταρέ. Πρόκειται για εξιστόρηση από την οπτική γωνία ενός μεταφραστή που βρίσκεται στην Μόσχα παρακολουθώντας από κοντά την εξελισσόμενη κλιμάκωση στις σχέσεις Αλβανίας και Σοβιετικής Ένωσης και τελικά την μεταξύ τους οριστική ρήξη.
Μάλιστα στις τελευταίες σκηνές της ταινίας απεικονίζονται οι ντροπιασμένοι Σοβιετικοί ναυτικοί να αποχωρούν με βάρκες από τον αλβανικό ναύσταθμο υπό το βλέμμα Αλβανών ένοπλων σκοπών και τη σκιά ναυτικών πυροβόλων, ως μία ιδιότυπη επίδειξη δύναμης του Δαυίδ εναντίον του Γολιάθ της εποχής.
Πρώτη δημοσίευση 3/2/2019