ZELL: Μηδέν σε 275 μίλια μέσα σε 4 δευτερόλεπτα

Ή αλλιώς “Διάδρομο; Ποιόν διάδρομο;”  
Ο Τρίτος Παγκόσμιος Πόλεμος θα ξεκινούσε κατά πάσα πιθανότητα με σαρωτικά αιφνιδιαστικά πλήγματα κατά των αεροπορικών βάσεων του αντιπάλου, ενδεχομένως με πυρηνικά. Χωρίς διαδρόμους και αεροδρόμια με σοβαρές ζημιές, τα αεροσκάφη του ΝΑΤΟ θα ήταν άχρηστα –όσα δεν είχαν καταστραφεί δηλαδή από την αρχή. Η USAF σκέφτηκε ότι αν ο διάδρομος ήταν το πρόβλημα, τότε… ας καταργηθεί ο διάδρομος.

Το πρόγραμμα ZELL (Zero-Length Launch) ήταν η λύση. Και ήταν αφοπλιστικά απλή. Τα αεροσκάφη θα απογειώνονταν επί τόπου, σαν πύραυλοι, από μια ειδική κινητή εξέδρα με την βοήθεια ενός προωθητικού πυραύλου (booster) στερεών καυσίμων προσαρμοσμένου στο κάτω μέρος τους. Επιταχύνοντας στην ταχύτητα που το μαχητικό μπορούσε να πετάξει με τον δικό του κινητήρα, η ρουκέτα απορριπτόταν στο έδαφος και το τζετ συνέχιζε την αποστολή του.

Οι πρώτες δοκιμές έγιναν το 1955 με αεροσκάφη F-84G και τον πύραυλο στερεών προωθητικών MGM-1 Matador της Martin. Στα λίγα δευτερόλεπτα λειτουργίας του ο πύραυλος απέδιδε περίπου 52.000 λίβρες ώσης και αποχωριζόταν 1-2 δευτερόλεπτα αργότερα.

Τα ενθαρρυντικά αποτελέσματα οδήγησαν στην χρήση της μεθόδου με τα πιο σύγχρονα F-100. Οπλισμένα με ένα πυρηνικό όπλο κάτω από την αριστερή πτέρυγα, τα Super Sabres θα εξαπολύοντο από προκεχωρημένες βάσεις στην Δυτ. Γερμανία ή όπου αλλού κρινόταν απαραίτητο από τα προβλεπόμενα σχέδια και θα πετούσαν μια και μόνο αποστολή: αυτήν της πυρηνικής κρούσης.

Τα αεροπλάνα θα μπορούσαν να κρυφτούν σε δάση, ακόμη και σε αχυρώνες, βγαίνοντας μόνο για να εκτοξευτούν. Οι χειριστές θα κατευθύνονταν προς τους προδιαγεγραμμένους στόχους τους και θα εξαπέλυαν το «Ειδικό Όπλο» όπως είχαν εκπαιδευτεί, συνήθως με την μέθοδο LABS (Low Altitude Bombing System) ή «the Idiot’s Loop» όπως έλεγαν οι ίδιοι τον ελιγμό άφεσης του πυρηνικού όπλου.

Μετά… υποτίθεται ότι θα αποχωρούσαν από την περιοχή του στόχου και είτε θα προσγειώνονταν σε κάποιο άθικτο ακόμη αεροδρόμιο ή θα εγκατέλειπαν το αεροσκάφος τους πάνω από φίλια περιοχή. Την εποχή του Ψυχρού Πολέμου το «μετά» ήταν πάντα ένα μείζον θέμα.

Στις 7 Ιουνίου 1957, ένα F-100D εφοδιασμένο με προωθητικό πύραυλο της Rocketdyne ετοιμάστηκε για την «κλωτσιά» των 130.000 λιβρών ώσης. Στην δοκιμή το αεροσκάφος έφερε επιπροσθέτως ένα κάνιστρο με μαύρη πυρίτιδα που οδηγούσε τον τουρμποτζέτ P&W J57-P-21 σε minimal ignition point, δυνατότητα η οποία ενσωματώθηκε στα «Hun» των τελευταίων block παραγωγής. Στην δε αριστερή πτέρυγα, ασχέτως αν έχει ρετουσαριστεί σε ορισμένες φωτογραφίες εποχής, έφερε και ένα ομοίωμα («shape») ατομικού όπλου Mark 7.

Time-lapse photo of Zero-Length Launch of F-100D. Twenty-six photo strips werer combined to show launch through rocket jettison. (U.S. Air Force photo)

Το F-100 ήταν δύο φορές βαρύτερο του F-84G και απαιτούσε έναν πραγματικά μεγάλο πύραυλο για να βρεθεί στον αέρα. Είχαν προηγηθεί τεστ με ένα ομοίωμα «F-100» κατασκευασμένο από τσιμέντο και ατσάλινη δομή. Τα εντυπωσιακά… ακροβατικά που πραγματοποίησε το «iron bird» –ορισμένα εξ αυτών ανάποδα – κατέστησαν σαφή στους μηχανικούς την σημασία που είχε η ακρίβεια στην ευθυγράμμιση του booster.

North American F-100C drops a dummy nuclear bomb at the Air Force Fighter Weapons Meet on Sept. 15, 1962. (U.S. Air Force photo)

Ο πύραυλος έκαιγε για 4΄΄ ενώ ο πιλότος υφίστατο 4g καθώς το μαχητικό βρισκόταν από την εξέδρα στο έδαφος σε ύψος 400 ποδών (120 μ) και το ταχύμετρο να δείχνει 275 μίλια (450 χλμ/ώρα) την στιγμή που έσβηνε η ρουκέτα. Η δεύτερη εκτόξευση δεν πήγε τόσο καλά όσο η πρώτη. Ο δοκιμαστής πιλότος Αλ Μπλάκμπερν ανακάλυψε ότι ο προωθητικός πύραυλος δεν αποχωριζόταν και ό,τι κι αν έκανε, ο boοster παρέμενε «κολλημένος» στο αεροπλάνο.

Η εγκατάλειψη του χειριστή ήταν η μόνη επιλογή. Το πόρισμα της έρευνας που ακολούθησε έδειξε ότι οι πείροι που συγκρατούσαν τον πύραυλο δεν είχαν αποχωρισθεί όπως προβλεπόταν. Το πλαίσιο ανάρτησης του πυραύλου τροποποιήθηκε με την τοποθέτηση εκρηκτικών γεμισμάτων που θα ανατίναζαν τους πείρους μόλις εδίδετο η σχετική εντολή.
Από τον Μάρτιο μέχρι τον Οκτώβριο του 1958 πραγματοποιήθηκαν 14 ακόμη πτήσεις, όλες επιτυχημένες. Μάλιστα σε μια δημόσια επίδειξη του συστήματος ZELL, ένας από τους δοκιμαστές πιλότους πραγματοποίησε ένα αργό roll μετά την εκτόξευση! Συνολικά 148 μαχητικά F-100D τροποποιήθηκαν για επιχειρήσεις με την τεχνική ZELL και το 1963 η Γερμανία έδειξε ενδιαφέρον για την υιοθέτηση του συστήματος σε F-104G.
Ο δοκιμαστής πιλότος της Lockheed Εντ Μπράουν που πραγματοποίησε τις δοκιμές εντυπωσιάσθηκε. «Το μόνο που είχα να κάνω ήταν να πατήσω το κουμπί του booster και να γείρω πίσω. Το αεροπλάνο πήγαινε μόνο του τα πρώτα δευτερόλεπτα και μετά ανέλαβα εγώ. Εξεπλάγην από την ομαλότητα (της διαδικασίας) πιο ομαλή από την απονήωση με καταπέλτη ατμού από αεροπλανοφόρο…»
Αναμφίβολα η μέθοδος είχε αποδείξει ότι τεχνικώς ήταν εφικτή. Ωστόσο ορισμένοι είχαν ενδοιασμούς κατά πόσον η μετακίνηση ενός μαχητικού φορτωμένου με ένα πυρηνικό όπλο πάνω σε ένα φορτηγό ήταν καλή ιδέα. Επίσης, μέχρι τότε δεν το είχαν πετάξει παρά μόνο έμπειροι δοκιμαστές πιλότοι. Παρά τις επίσης επιτυχείς εκτοξεύσεις που ακολούθησαν από ένα ενισχυμένο καταφύγιο στην αεροπορική βάση Holloman στο Νέο Μεξικό (η τελευταία πραγματοποιήθηκε στις 26 Αυγούστου 1959) η USAF τελικά δεν προχώρησε το σχέδιο.

Σημειωτέον ότι παρόμοιες δοκιμές πραγματοποίησαν και οι Σοβιετικοί. Όμως το πρόγραμμα ZELL είχε κοστίσει ήδη πάρα πολλά ενώ παρουσίαζε προβλήματα υποστήριξης και ασφάλειας. Το επιχειρησιακό πλεονέκτημα που υποσχόταν θα το παρείχαν τελικά οι ολοένα βελτιούμενοι κατευθυνόμενοι πύραυλοι και ένα επαναστατικό τζετ κάθετης απογείωσης/προσγείωσης που θα σημάδευε με την παρουσία του μια ολόκληρη εποχή –το Harrier.

 

 
Αλέξανδρος Θεολόγου
Πρώτη δημοσίευση 29/1/2018

Most Popular