Ανακηρύσσεται η ίδρυση της αυτόνομης «Κρητικής Πολιτείας», υπό την επικυριαρχία του σουλτάνου και με τη στρατιωτική εγγύηση των Μεγάλων Δυνάμεων. Πρόκειται για την επιτομή μιας μακράς σειράς επαναστάσεων και κινημάτων που σημαδεύτηκαν από πολύ αίμα, καταπίεση που οδήγησαν σε μικρές παραχωρήσεις ελευθεριών στους Κρήτες.
Με το τέλος της Ελληνικής Επανάστασης του 1821, η Κρήτη πέρασε στην κυριαρχία της Αιγύπτου από το 1830 ως το 1840. Τότε οι Οθωμανοί επέστρεψαν και δύο τοπικές επαναστάσεις, του Χαιρέτη το 1841 και του Μαυρογένη το 1858, κέρδισαν κάποια προνόμοια σχετικά με τη λειτουργία των εκκλησιών, τα τοπικά συμβούλια και την κατοχή όπλων. Σύντομα όμως, η αθέτηση των υποσχέσεων της Πύλης οδήγησε σε ακόμη δύο επαναστάσεις, του 1866 και του 1878. Αυτές πνίγηκαν στο αίμα αλλά η σκληρή τουρκική μανική στάση κατά των αμάχων είχε αρχίσει να προσελκύει την προσοχή των Μεγάλων Δυνάμεων, που πίεζαν την Οθωμανική αυτοκρατορία για αυτοσυγκράτηση και παραχωρήσεις. Ταυτόχρονα το εθνικό αίσθημα των Κρητών απαιτούσε πλέον την αποτίναξη του ξένου ζυγού και ένωση με την Ελλάδα.
ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ – 9/21 Νοεμβρίου 1866: Το ολοκαύτωμα της Μονής Αρκαδίου
Ως αποτέλεσμα όλων αυτών, το 1878, η Κρήτη πέρασε σε καθεστώς ημιαυτονομίας με τις πράξεις του Βερολίνου και την υπογραφή στη Χαλέπα -έξω από τα Χανιά- της ομώνυμης σύμβασης. Υποτελής στην κυριαρχία του σουλτάνου ακόμα, η Κρήτη αποκτούσε για πρώτη φορά Γενικό Διοικητή, δική της δύναμη χωροφυλακής, γενική συνέλευση με πλειοψηφία χριστιανών ενώ επετράπη η ελεύθερη λειτουργία σχολείων και φιλολογικών συλλόγων.
Και πάλι, όμως, η ανάπαυλα ήταν σύντομη: το 1889, οι Οθωμανοί περιορίσαν δραστικά τις ελευθερίες που είχαν απρόθυμα παραχωρήσει ενώ όρισαν τον Ταχσίν πασά επικεφαλής της νήσου και μια νέα επανάσταση ξέσπασε. Η τελευταία έσβησε μετά από οκτώ δύσκολους μήνες με διωγμούς, καταστροφές χωριών, βεβηλώσεις ναών και εκτελέσεις. Οι Κρήτες δεν λύγισαν και το 1895 επαναστάτησαν για μια ακόμα φορά, κάτι που προκάλεσε τον αφανισμό του πληθυσμού των Χανίων το 1896 και την αποστολή ελληνικών στρατευμάτων στο νησί το 1897.
ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ – 6/18 Απρίλιου 1897: Ο “ατυχής” ελληνοτουρκικός πόλεμος ξεκινά
Η κλιμάκωση θα επιφέρει την έκρηξη του Ελληνοτουρκικού πολέμου το ίδιο έτος με τα γνωστά αποτελέσματα. Αυτή τη φορά, η επιδείνωση της γεωπολιτικής κατάστασης στη Μεσόγειο και οι διαρκείς επαναστάσεις των Κρητών, έπεισαν τις Μεγάλες Δυνάμεις (Βρετανία, Γαλλία, Ρωσία, Γερμανία, Αυστρουγγαρία και Ιταλία) να επέμβουν για τη διευθέτηση του ζητήματος. Με τη συνθήκη της Κωνσταντινούπολης, που τερμάτιζε τον πόλεμο του 1897, η οθωμανική Πύλη υποσχόταν να εφαρμόσει την συνθήκη της Χαλέπας (αυτόνομο καθεστώς υπό σουλτανική κυριαρχία) για την Κρήτη και οι ευρωπαϊκές δυνάμεις αποβίβασαν στρατεύματα για να επιβάλουν τους όρους της.
Στους όρους της συνθήκης προβλεπόταν διακυβέρνηση του νησιού από έναν Ύπατο Αρμοστή με τη συμμετοχή ενός συμβουλίου 16 τοπικών επιτρόπων (12 χριστιανών και 4 μουσουλμάνων). Τελικά, μετά από διάφορες διαβουλεύσεις επικράτησε η ρωσική πρόταση για τον πρίγκηπα Γεώργιο σε αυτή τη θέση, γιό του Έλληνα βασιλιά Γεωργίου του 1ου. Γερμανία και Αυστρία απείχαν για να μην στιγματιστούν ως αντι-τουρκικές.
Ο πρίγκηπας θα φτάσει στις 21 Δεκεμβρίου (9 Δεκεμβρίου με το Ιουλιανό ημερολόγιο) με τη ρωσική ναυαρχίδα «Νικόλαος ο 1ος» για να αναλάβει την τριετή θητεία του. Πρώτο του μέλημα ήταν η συγκρότηση Κρητικής Συνελεύσεως, που θα επεξεργαζόταν την ψήφιση Συντάγματος ενώ κατόπιν θα συγκροτηθεί και συμβούλιο του Αρμοστή με πέντε διευθύνσεις. Θα δημιουργηθούν επίσης η Τράπεζα Κρήτης και η τοπική χωροφυλακή. Ο Γεώργιος θα βρεθεί σε προστριβές με τους πληρεξουσίους και ιδίως τον επικεφαλής της Δικαστικής Διεύθυνσης, Ελευθέριο Βενιζέλο για το ζήτημα της Ένωσης. Αποτέλεσμα θα είναι η επανάσταση στο Θέρισσο το 1905 και η παραίτηση του Γεωργίου το επόμενο έτος (θα αντικατασταθεί από τον Αλέξανδρο Ζαΐμη, 1906-1911).