Στη Νότια Αφρική, στην προσπάθειά τους να άρουν την πολιορκία του Κίμπερλεϋ από τους ντόπιους λευκούς εποίκους Μπόερς, οι Βρετανοί προελαύνουν με 15.000 άνδρες κατά μήκος της σιδηροδρομικής γραμμής, από τα σύνορα της αποικίας του Ακρωτηρίου προς το Ελεύθερο Κράτος της Οράγης. Οι Μπόερς θα τους φράξουν το δρόμο με 8.500 ενόπλους στο Magersfontein.
Δύο μήνες μετά την έναρξη του Δευτέρου Πολέμου με τους ανυπότακτους Μπόερς (Boers), τους Ολλανδικής και Γερμανικής καταγωγής εποίκους της Νοτίου Αφρικής, οι Βρετανοί βρίσκονται και πάλι σε ένα δύσκολο πεδίο.
Θα περίμενε κανείς ότι ο επαγγελματικός, καλά γυμνασμένος και άριστα εξοπλισμένος στρατός της Βρετανικής Αυτοκρατορίας θα επικρατούσε χωρίς δυσκολία, απέναντι σε ομάδες αγροτών και κτηνοτρόφων, που πολεμούσαν με ό,τι όπλα έβρισκαν, αλλά η πραγματικότητα ήταν διαφορετική. Σκληραγωγημένοι από τον τρόπο ζωής τους, τις διαρκείς μάχες με τις αφρικανικές φυλές και ιδίως τους Ζουλού και κυρίως την πίστη πως υπερασπίζονταν τα εδάφη τους και τον τρόπο ζωής τους, οι Μπόερς όχι απλά αντιστέκονταν, αλλά σε πολλές περιπτώσεις έφερναν σε απόγνωση τα στρατεύματα των Βρετανών.
Η πόλη του Κίμπερλεϋ στο κέντρο της επαρχίας της Οράγγης και σημαντικός κόμβος επικοινωνίας, πολιορκήθηκε αμέσως με την έναρξη του πολέμου από δυνάμεις των Μπόερς, που γρήγορα μετακίνησαν ισχυρό πυροβολικό και σφυροκόπησαν τη βρετανική φρουρά. Βρετανικές δυνάμεις κινήθηκαν για να διασπάσουν τον κλοιό και να ανακουφίσουν την πόλη, από όπου στηριζόταν και ο εφοδιασμός πολλών τμημάτων και φρουρών τους σε όλη την επικράτεια. Ο νέος διοκητής της Βρετανικής αποικίας στο Ακρωτήριο της Καλής Ελπίδας, Στρατάρχης Φρέντερικ Ρόμπερτς συγκέντρωσε 40.000 άνδρες, τους οποίους έταξε στην ανακούφιση των φρουρών των πολιορκουμένων πόλεων. Έδωσε μάλιστα την τελική διαταγή στους αξιωματικούς του: “Λύσατε την πολιορκία της Κίμπερλεϋ ακόμα κι αν χάσετε τους μισούς σας άνδρες”.
Η Βρετανική προσπάθεια συνάντησε την αντίσταση των κομάντος των Μπόερς, των μικρών αυτοσχέδιων διοικήσεων που ενέδρευσαν και τους προκάλεσαν σημαντικές απώλειες. Έτσι στο Magersfontein κατάφεραν να καθυστερήσουν με οκτώμιση χιλιάδες πολεμιστές τους χιλιάδες Βρετανούς στρατιώτες, είκοσι χιλιόμετρα από τον σκοπό τους, ενώ ταυτόχρονα πολιορκούσαν και μια ολόκληρη πόλη.
Οι Βρετανοί έταξαν το πυροβολικό τους προς τους λόφους και ανέπτυξαν το πεζικό τους, όπως προέβλεπαν τα στρατιωτικά εγχειρίδια, αλλά οι αντίπαλοί τους… δεν τα είχαν διαβάσει. Κόντρα στις στρατιωτικές τακτικές οι Μπόερς είχαν σκάψει χαρακώματα στη βάση των λόφων που αμύνονταν κι όχι στην πλαγιά τους. Έτσι, ο βρετανικός βομβαρδισμός έγινε σε λάθος σημείο και οι φάλαγγες των συνταγμάτων βρέθηκαν στο βεληνεκές των Μπόερς πριν προλάβουν να αναπτυχθούν πλήρως. Ως αποτέλεσμα, αιφνιδιάστηκαν και θερίστηκαν από τα δραστικά πυρά τους.
Οι Βρετανοί είχαν 948 νεκρούς και τραυματίες και παρά το ότι ήταν καλύτερα εξοπλισμένοι και σχεδόν διπλάσιοι σε αριθμούς, καθηλώθηκαν στην περιοχή για δύο μήνες, πριν αναλάβουν πάλι να συνεχίσουν προς το Κίμπερλεϋ. Και οι Μπόερς, όμως, είχαν απώλειες 236 νεκρών και τραυματιών με το “Σκανδιναβικό” σώμα τους να διαλύεται. Η ήττα στο Magersfontein ήταν η δεύτερη από τις τρείς άσχημες αναμετρήσεις για τους Βρετανούς σε αυτό που ονομάστηκε «Μαύρη Εβδομάδα».
Τελικώς, απομακρύνοντας τους διοικητές αρκετών σχηματισμών και επιτελείων και αναδιατάσσοντας τους άνδρες τους, οι Βρετανοί θα κατορθώσουν να επικρατήσουν στη μάχη του Πάαρντεμπεργκ τον επόμενο Φεβρουάριο.